Εβλεπα τη νέα υπουργό Πολιτισμού στην πρώτη της συνέντευξη στην ΕΡΤ. Κατ’ αρχάς να επισημάνω την επιτυχημένη της προσπάθεια να «παντρέψει» (όπως έλεγαν στην παλιά, ρηγήτικη διάλεκτο) το κοριτσίστικο και διακριτικά αρχαιοελληνικό λουκ της τραγωδού 7-24 (επτά ημέρες την εβδομάδα, είκοσι τέσσερις ώρες το 24ωρο) με το πιο αυστηρό και ουδέτερο στυλ της υπουργού. Δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε την Κονιόρδου, από τη μία μέρα στην άλλη, με ταγέρ, αλλά τα πιασμένα μαλλιά, ο υπαινιγμός σακακιού και οι γήινοι χρωματικοί τόνοι υποστήριξαν πολύ καλά τη διαδρομή από την ορχήστρα του αρχαίου θεάτρου στο ΥΠΠΟ.
Το γιασεμί στο στήθος όμως γιατί; Αν αναζητήσετε την εικόνα, θα δείτε να ξεπροβάλλουν μέσα από το ντεκολτέ του ρούχου της φρέσκα γιασεμάκια. Οπως τα έβαζαν οι γιαγιάδες μας στους στηθόδεσμους, αντί κολόνιας, ενίοτε και με βασιλικό για πιο σύνθετη εσάνς. Πιθανολογώ, χωρίς καμία προκατάληψη, ότι πρόκειται για μια αγαπημένη της συνήθεια που θα την επεσήμαινα πολύ ευχάριστα αν την έβλεπα σε μια πρεμιέρα. Σε μια επίσημη εμφάνιση ως υπουργού όμως, το ιδιωτικό αυθόρμητο μοιάζει με δημόσιο δήθεν. Αδίκως αλλά έτσι υπαγορεύουν οι νόμοι της επικοινωνίας που, μέχρι τώρα, δεν είχε κανένα λόγο να γνωρίζει η κυρία Κονιόρδου. Και επειδή ο ισλανδός νομπελίστας Χάλντορ Λάξνες λέει ότι όσο πιο δυνατή η συσκευασία τόσο πιο ξεκάθαρη η διεύθυνση αποστολής, η λεπτομέρεια του γιασεμιού παραπέμπει σε έναν χειροποίητο –και «αριστερό», όπως είπε στη συνέντευξή της στο «Βήμα» –πολιτισμό που εξέπνευσε τη δεκαετία του 1980, μαζί με τις «κοπελιές» και τα «καρβέλια».