Στον απόηχο της επίσκεψης του Μπαράκ Ομπάμα σε Αθήνα και Βερολίνο, οι Βρυξέλλες δεν αναμένουν αλλαγή στάσης της γερμανικής κυβέρνησης στο θέμα του χρέους, γεγονός που επιβεβαιώθηκε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Στις Βρυξέλλες πάλι, όπου εδρεύει το χρηματοδοτούμενο από ευρωπαϊκές πηγές Ινστιτούτο Bruegel, οι επιτελείς του επεξεργάζονται μοντέλα βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Και ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ζολτ Νταρβάς επιμένει ότι πιθανότερη κατάληξη για το 2018 είναι ένα τέταρτο πρόγραμμα για την Ελλάδα.
Ο πρόεδρος Ομπάμα μίλησε για την ανάγκη ελάφρυνσης του χρέους στην επίσκεψή του στην Αθήνα. Πιστεύετε ότι θα καταφέρει να επηρεάσει με κάποιο τρόπο την ελληνική υπόθεση;
Φοβάμαι ότι ο πρόεδρος Ομπάμα δεν μπορεί να επηρεάσει τις ευρωπαϊκές αποφάσεις για την Ελλάδα. Τόσο ο ίδιος όσο και άλλα μέλη της κυβέρνησής του ζήτησαν ελάφρυνση του ελληνικού χρέους στο παρελθόν χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα και θεωρώ απίθανο να αλλάξει κάτι τώρα πια.
Πρέπει δηλαδή να περιμένουμε μέχρι τις γερμανικές εκλογές;
Δεν περιμένω ιδιαίτερη πρόοδο μέχρι τότε, πέραν ίσως κάποιων δημόσιων τοποθετήσεων που θα επαναλαμβάνουν ότι εάν η Ελλάδα εφαρμόσει το Μνημόνιο, κάποια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα μπορούσαν να συμφωνηθούν μέχρι το 2018.
Τελικά το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο; Τι λένε τα μοντέλα που έχετε δουλέψει στο Ινστιτούτο Bruegel για τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό του;
Κάθε χρέος, σε οποιοδήποτε ύψος, είναι βιώσιμο εάν το επιτόκιό του τείνει στο μηδέν. Τα δάνεια που διακρατεί ο επίσημος τομέας έχουν πολύ χαμηλό επιτόκιο. Εάν αυτά συνεχιστούν και μετά το 2018 σε ένα τέταρτο χρηματοδοτικό πρόγραμμα βοήθειας –όπως περιμένω -, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα παραμείνει χαμηλό κι έτσι θα θεωρείται βιώσιμο. Επίσης, δεν θεωρώ ότι εάν η Ελλάδα βγει στις αγορές, θα καταφέρει να βρει δάνεια με υποφερτά επιτόκια. Εάν σταματήσει ο επίσημος δανεισμός, το χρέος δεν θα είναι βιώσιμο.
Πιστεύετε ότι το τέταρτο χρηματοδοτικό πρόγραμμα είναι τεχνικά και πολιτικά εφικτό τόσο για την Ελλάδα όσο και για τους δανειστές της;
Νομίζω ότι η επιλογή είναι αρκετά καθαρή για τους επίσημους πιστωτές πέραν του 2018: είτε θα επιλέξουν μια μεγάλη αναδιάρθρωση χρέους είτε ένα τέταρτο χρηματοδοτικό πρόγραμμα. Ακόμη κι αν η Ελλάδα έχει, όπως αναμένω, ανάπτυξη την περίοδο 2017-18, άρα και συνεπακόλουθη μείωση του λόγου χρέους/ΑΕΠ, αυτό θα παραμένει σε αρκετά μεγάλο ύψος, ενώ ένα 80% του χρέους θα οφείλεται στον επίσημο τομέα. Την ίδια στιγμή, τόσο η οικονομική όσο και η πολιτική κατάσταση στη χώρα θα χαρακτηρίζεται από μεγάλη αβεβαιότητα. Κάτω από τέτοιους όρους, για μένα παραμένει απίθανο το να καταφέρει η Ελλάδα να δανειστεί από τις αγορές με ένα λογικό επιτόκιο. Οι επιλογές λοιπόν είναι δύο: είτε μια μεγάλη αναδιάρθρωση είτε ένα τέταρτο πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας. Αυτό που περιμένω ότι θα συμβεί είναι κάποιας μορφής αναδιάρθρωση χρέους, με χρονικές επεκτάσεις στην ωρίμαση των ομολόγων, μαζί με χαμήλωμα ή πάγωμα των επιτοκίων, χωρίς πάντως αυτά να είναι αρκετά για να αποφύγει η Ελλάδα ένα τέταρτο πρόγραμμα.
Το ζήτημα του υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% που προβλέπει το πρόγραμμα είναι ένα από τα δυσκολότερα σημεία του ελληνικού προγράμματος για το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Το ΔΝΤ άλλωστε ζητά χαμηλότερο στόχο. Εσείς ποιο στόχο θεωρείτε πιο ρεαλιστικό;
Νομίζω ότι ο στόχος του 3,5% για πρωτογενές πλεόνασμα δεν είναι υπέρμετρα υψηλός. Πολλά κράτη, συμπεριλαμβανομένων της Ιταλίας και του Βελγίου, δυο χωρών με υψηλά επίπεδα χρέους, είχαν αντίστοιχα επίπεδα πλεονασμάτων για δεκαετίες πριν από την κρίση και πολλά ευρωπαϊκά κράτη θα έχουν υψηλότερα πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια. Το βασικό πρόβλημα είναι η χρονική συγκυρία. Η Ελλάδα χρειάστηκε να κάνει μια μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή με μεγάλη απώλεια ΑΕΠ την τελευταία εξαετία, εν μέρει λόγω προβλημάτων σχεδιασμού στα δύο πρώτα Μνημόνια, για τα οποία ευθύνονται και οι δανειστές (συμπεριλαμβανομένου του ΔΝΤ). Για τον λόγο αυτόν, ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος θα μπορούσε να χαμηλώσει, ας πούμε στο 2,5%, και η περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή θα μπορούσε να καθυστερήσει ώστε να ανακτηθεί η οικονομική ανάπτυξη. Εάν αυτό γίνει, αυτομάτως θα βελτιωθεί και το πλεόνασμα, ίσως και χωρίς να απαιτείται δημοσιονομική προσαρμογή.
Εσείς θεωρείτε ότι το ύψος του χρέους λειτουργεί αποτρεπτικά στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα; Αν το ζήτημα ρυθμιστεί, θα δούμε έκρηξη επενδύσεων;
Η δεύτερη αξιολόγηση
«Χωρίς να έχω ξεκάθαρη εικόνα, θεωρώ πως και αυτή θα κυλήσει όπως και οι προηγούμενες τα τελευταία έξι χρόνια: παράπονα από τους πιστωτές για μη εφαρμογή, διαβεβαιώσεις από την ελληνική κυβέρνηση ότι προσπαθεί και ύστερα από καθυστερήσεις, ολοκλήρωση της αξιολόγησης»