Κατά 72% έπεσε μέσα σε έναν μήνα το κόστος δανεισμού της ιστορικής υαλουργίας Γιούλα, που τον Οκτώβριο πούλησε τα τέσσερα από τα επτά εργοστάσιά της και κράτησε μόνο τρία, όλα εκτός Ελλάδας.
Η Γιούλα μίκρυνε, μαζί της όμως μίκρυνε και το επιτόκιο δανεισμού της. Αντί για το υπέρογκο 9% που δανειζόταν όσο είχε την έδρα στην Ελλάδα, το επιτόκιο έπεσε στο 2,5% όπως ακριβώς θα ήταν σε μια κανονική χώρα. Διότι ο επιχειρηματίας Τάσος Βουλγαράκης έχοντας πλέον την έδρα του εκτός Ελλάδας απαλλάχτηκε από το country risk, καθάρισε με τα χρέη και μηδενίζοντας το κοντέρ χαράζει πλέον τα επόμενα βήματά του.
Η ιστορία της υαλουργίας Γιούλα είναι χαρακτηριστική του πόσο πίσω μπορεί να κρατήσει η διατήρηση της έδρας μιας επιχείρησης με διεθνείς δραστηριότητες στην Ελλάδα.
Σε μια κανονική χώρα η Γιούλα δεν θα χρειαζόταν, υπό το βάρος του κόστους δανεισμού που συνεπάγεται η εθνικότητά της, να αποεπενδύσει και να προστεθεί και αυτή στη μακρά λίστα των επιχειρήσεων που έχουν εγκαταλείψει την Ελλάδα.
Αλλά η Ελλάδα δεν είναι μια κανονική χώρα. Και έτσι τον Οκτώβριο, σε συνδυασμό με την ελκυστική προσφορά των 500 εκατ. ευρώ που δέχθηκε από τον διεθνοποιημένο πορτογαλικό όμιλο Vidro, η Γιούλα συμφώνησε να πουλήσει τέσσερα από τα επτά εργοστάσιά της, δύο στη Βουλγαρία, ένα στη Ρουμανία και το ελληνικό στο Αιγάλεω, με αντάλλαγμα ο αγοραστής να την απαλλάξει από τον ακριβό δανεισμό της. Διότι από το συνολικό τίμημα, τα 330 εκατ. ευρώ αφορούν την αγορά από τους Πορτογάλους του χρέους της Γιούλας και μόνο τα υπόλοιπα αντιστοιχούν στην απόκτηση των τεσσάρων μονάδων, όλων κερδοφόρων, με 1.750 άτομα προσωπικό. Για την ιστορία, ο ξένος όμιλος δανείστηκε για να εξαγοράσει τη Γιούλα με επιτόκιο μόλις 1%.
ΔΑΝΕΙΖΟΥΝ ΓΙΑ ΟΥΚΡΑΝΙΑ. Σήμερα η οικογένεια Βουλγαράκη διατηρεί τρεις μονάδες, μία στη Βουλγαρία και δύο στην Ουκρανία (η μία για την ώρα κλειστή), όλες καθαρές πλέον από δάνεια, κυρίως όμως από τα υπέρογκα «ελληνικά» επιτόκια που τα βάραιναν.
Σε προ ημερών επίσκεψή του στη Βουλγαρία ο επιχειρηματίας συναντήθηκε με στελέχη αυστριακής τράπεζας που διατηρεί παράρτημα στη χώρα προκειμένου να συζητήσει τη σύναψη δανείου για τη χρηματοδότηση των νέων του δραστηριοτήτων. «Αλλο να πληρώνεις 2,5% όπως το επιτόκιο που μας προσέφεραν, και άλλο 8% και 9% που μας κόστιζε ο δανεισμός σε ελληνικές και ξένες τράπεζες όλα τα προηγούμενα χρόνια όταν είχαμε έδρα την Ελλάδα» λέει ο Βουλγαράκης. Δεν ήταν βέβαια ο δανεισμός ο μόνος λόγος που αποχώρησε η Γιούλα από την Ελλάδα. Ηταν και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν συνολικά το επιχειρηματικό κλίμα, όπως το κόστος της ενέργειας. Ηταν επίσης οι φόροι που τη βαρύνουν. «Στο φυσικό αέριο, παρά τις μειώσεις που έκανε τα τελευταία χρόνια η ΔΕΠΑ, η τιμή είναι και πάλι 50% υψηλότερη από ό,τι στη Βουλγαρία. Στη Βάρνα όπου και ή έδρα του εργοστασίου μας, η μεγαβατώρα κοστίζει 13 ευρώ (όσο και στη Γερμανία), έναντι 24 ευρώ στην Ελλάδα. Το μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς είναι φόροι».
Ολα αυτά, για τον Βουλγαράκη που αποφεύγει τη δημοσιότητα, αποτελούν οριστικά παρελθόν. Απαλλαγμένος από τα υπέρογκα επιτόκια, έστω με λιγότερα εργοστάσια, αρχίζει ξανά από την αρχή. Ετσι, με βάση τη Βουλγαρία ετοιμάζεται να αυξήσει τη δυναμικότητα της μονάδας εκεί, η οποία παράγει και εξάγει ποτήρια σε Ιταλία και Γερμανία έως ΗΠΑ και Αυστραλία. Αμέσως μετά θα διπλασιάσει την παραγωγή του και στην Ουκρανία.
ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ. Οσο για τα ελληνικά βάρη, αυτά τώρα θα τα πληρώνουν οι Πορτογάλοι. Αλλά η Vidro έχει παχύ πορτοφόλι, καθώς πρόκειται για διεθνή υαλουργικό όμιλο με μονάδες παραγωγής από Πορτογαλία και Ισπανία έως Γερμανία και ΗΠΑ. Μπορεί να αντέξει τα υψηλά επιτόκια των εργοστασίων της Γιούλας ή την ακριβή ενέργεια στο Αιγάλεω, η οποία δεν αποτελεί παρά το 3% της παγκόσμιας δραστηριότητάς της.
Συρρικνώνεται ο τζίρος της κατά 80%
Το πρώτο τρίμηνο του 2017 όταν ολοκληρωθεί η μεταβίβαση θα κάνει και επίσημα restart η Γιούλα, η οποία απομένει με τζίρο 40 εκατ. ευρώ από 240 εκατ. ευρώ το 2015, και επανέρχεται από πλευράς οικονομικών μεγεθών στα επίπεδα της δεκαετίας 1990. Η ολοκλήρωση της συμφωνίας τελεί εν αναμονή των εγκρίσεων από τις Αρχές ανταγωνισμού της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας.