Σελίδες του παρελθόντος που δεν γράφηκαν σε χαρτί. Δεν διασώθηκαν από στόμα σε στόμα. Κι όμως κατάφεραν να αντέξουν 5.000 χρόνια και να φτάσουν ώς τις ημέρες μας, καθώς σμιλεύτηκαν στην πέτρα, αποτυπώθηκαν στον πηλό, χώρεσαν σε κοσμήματα από ημιπολύτιμους λίθους, κρύφτηκαν σε κτερίσματα τάφων. Διακόσιοι εξ αυτών των «μαρτύρων» με κοινή καταγωγή από τις Κυκλάδες δίνουν ραντεβού στην καρδιά της Αθήνας με αφορμή μια γιορτή: τα 30ά γενέθλια του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Κι επί τη ευκαιρία «μιλούν» για τη γεμάτη μυστήριο και αινίγματα Πρωτοκυκλαδική Περίοδο, δηλαδή την εποχή από το 3200 έως το 2000 π.Χ.

Ποιοι είναι οι δημιουργοί λοιπόν των διάσημων κυκλαδικών ειδωλίων που αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για εικαστικούς όπως ο Κονσταντίν Μπρανκούζι και ο Πάμπλο Πικάσο; «Πρόκειται για τους προ-προπάππους των δημιουργών του Ακρωτηρίου της Θήρας. Εκείνους που έζησαν πριν δημιουργηθούν τα παλάτια της Κνωσού και της Φαιστού της Παλαιοανακτορικής Περιόδου (2000/1900 π.Χ.)» λέει στα «Πρόσωπα» ο διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης Νίκος Σταμπολίδης, ο οποίος και υπογράφει την επιμέλεια της επετειακής έκθεσης «Κυκλαδική κοινωνία 5.000 χρόνια πριν».

«Πρόκειται για μια λιτή παρουσίαση, όπως ταιριάζει στα αντικείμενα του πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού, που θα επιτρέψει στον επισκέπτη να δει τα εκθέματα όχι όπως συνήθως, βάσει τυπολογίας ή με χρονολογική σειρά, αλλά ενταγμένα στην κοινωνία που τα δημιούργησε, κι έτσι θα έχει την ευκαιρία να μάθει ποιοι τα δημιούργησαν και ποιοι τα χρησιμοποιούσαν. Κατά κάποιον τρόπο, τους δίνουμε πνοή» συνεχίζει ο Νίκος Σταμπολίδης, ο οποίος διευκρινίζει ότι η συγκεκριμένη έκθεση εκφράζει την προσωπική του οπτική για τα πράγματα «κι ο καθένας μπορεί να τη διαβάσει με τον δικό του τρόπο».

Το 25% των εκθεμάτων προέρχεται από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και το υπόλοιπο υλικό είναι δάνεια από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, τα Μουσεία Νάξου, Απειράνθου, Σύρου, Πάρου και το Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου. Πόση είναι η απόσταση που χωρίζει τον άνθρωπο του 2016 από τον κόσμο των δημιουργών των μαρμάρινων ειδωλίων; «Εξαρτάται από το ποιος θα δει την έκθεση και το τι μπορεί να δει. Αν έρθει κάποιος που γνώριζε τις Κυκλάδες τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, προ τουρισμού δηλαδή, θα διαπιστώσει ότι η ζωή κυλούσε στο Αιγαίο με τον ίδιο τρόπο όπως και το 3000 π.Χ. Αν κοιτάξει τον προϊστορικό οικισμό στο Καστρί της Σύρου και τα εγκαταλελειμμένα παραδοσιακά σπίτια στον Σαν Μιχάλη, θα διαπιστώσει ότι οι στέγες έχουν την ίδια μορφή, ότι υπάρχουν τα ίδια πλακόστρωτα δάπεδα, οι κόγχες στους τοίχους, τα ταβάνια από φίδες (μικροί κέδροι) και πηλόχωμα. Θα είναι σαν να βλέπει μια ταινία της δεκαετίας του ’50» εξηγεί ο διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης και με αφορμή πέντε αντικείμενα ρίχνει φως σε αντίστοιχες πτυχές της ζωής των Κυκλαδιτών του 3000 π.Χ.

Tι έτρωγαν και τι έπιναν;

Οσπρια, όπως μαρτυρούν ευρήματα από το σπήλαιο του Ζα, ελιές, φρούτα από τα καρποφόρα δέντρα, καθώς δεν έχει αλλάξει η φύση στις Κυκλάδες, κριθάρι και βεβαίως κρέας, ψάρια, οστρακοειδή και πιθανόν χόρτα, αν και γι’ αυτά δεν υπάρχουν ενδείξεις. Δεν αποκλείεται δε να έτρωγαν και τυρί, δεδομένου ότι είχαν αιγοπρόβατα, άρα και γάλα, και επίσης γνώριζαν την καλαθοπλεκτική, οπότε μπορούσαν σε καλάθια να πήζουν το τυρί, όπως και σε κεραμικά ή λίθινα αγγεία. Κύριοι τρόποι μαγειρέματος ήταν το ψήσιμο και το βράσιμο, αν και ορισμένες τροφές θα καταναλώνονταν ωμές, όπως άλλωστε κάνουμε και σήμερα. Επιναν δε νερό και γάλα. Το ερώτημα είναι αν έπιναν κρασί. Η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονολεκτική. Γνώριζαν το αμπέλι διότι ένας αγγειοπλάστης είχε αφήσει το πήλινο σκεύος του να στεγνώσει πριν από το ψήσιμο πάνω σε αμπελόφυλλα κι έτσι έμεινε το αποτύπωμα του φύλλου στην επιφάνεια του αγγείου. Αρα πρέπει να γνώριζαν την «υγρή ψυχή του Διονύσου», τον μούστο. Για το κρασί με τη μορφή που το ξέρουμε σήμερα δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα.

Σε ποιον θεό πίστευαν;

Είναι μεγάλο ερώτημα. Πίστευαν στη μετά θάνατο ζωή, αν κρίνει κάποιος από το γεγονός ότι τοποθετούσαν κτερίσματα στους νεκρούς. Μάλιστα, έδιναν ιδιαίτερη σημασία στη θέση του κεφαλιού, το οποίο τοποθετούσαν πάνω σε μια πέτρα. Επίσης έχουν βρεθεί μεγάλου μεγέθους ειδώλια που ενδέχεται να παρίσταναν μια γυναικεία θεότητα σχετική με τη Μητέρα Φύση, καθώς θα πρέπει να πίστευαν στη γονιμότητα και στις δυνάμεις της φύσης. Ιερά δεν έχουμε εντοπίσει ώς τώρα, εκτός από δύο ελλειψοειδή οικοδομήματα στη Νάξο που συνδέονται με βραχογραφίες και κοιλότητες για τοποθέτηση προσφορών ή μετρήσεις αστρικών συμβόλων και τα οποία έχουν ερμηνευθεί ως κτίρια με πιθανή θρησκευτική χρήση.

Πώς διασκέδαζαν;

Εχουμε τα ειδώλια που απεικονίζουν αρπιστές. Από τη στιγμή που υπάρχουν μουσικά όργανα, είτε κιθάρα είτε άρπα, είναι βέβαιο ότι γνώριζαν τη μουσική. Μπορεί δε να έπαιζαν ή στο σπίτι τους ή σε θρησκευτικές και κοσμικές εκδηλώσεις. Κι όταν υπάρχει μουσική, υπάρχει και χορός. Ας μην ξεχνάμε ότι το ρήμα ορχούμαι (χορεύω) προέρχεται από τη λέξη όρχος, που σημαίνει σειρά δέντρων. Επειδή ο προϊστορικός άνθρωπος φοβόταν τη φύση, εντυπωσιαζόταν από την κίνηση των κλαδιών με τον άνεμο και θέλησε να τη μιμηθεί.

Τι φορούσαν;

Τα περισσότερα ειδώλια είναι γυμνά, οπότε από τα έργα γλυπτικής δεν μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα. Το βέβαιο είναι ότι δεν υπήρχε βαμβάκι. Υπήρχε όμως μαλλί από τα αιγοπρόβατα και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχουν βρεθεί σφοντύλια (εξάρτημα με το οποίο έγνεφαν μαλλί, φωτογραφία κάτω) συνάγουμε το συμπέρασμα ότι είχαν υφάσματα. Αν κρίνουμε δε από τα αγγεία που κοσμούνται με τρίγωνα, στικτά τετράγωνα και ρομβοειδή μοτίβα, δεν αποκλείεται και τα υφάσματα να είχαν τα ίδια σχέδια, καθώς η σχέση της διακόσμησης μεταξύ υφασμάτων και αγγείων είναι αμφίδρομη. Οσο για τα υποδήματα, δεν έχουμε εικόνα, αν και είναι βέβαιο ότι είχαν στη διάθεσή τους δέρματα.

Ποιος κυβερνούσε;

Ευθεία απάντηση δεν έχουμε προς το παρόν. Σίγουρα υπήρχε κοινωνική διαστρωμάτωση, αν κρίνει κάποιος από τα κτερίσματα στους τάφους. Τα κοσμήματα με χάντρες –περιδέραια και βραχιόλια από ημιπολύτιμους λίθους, οι οποίοι ενδέχεται να επιλέγονταν για το χρώμα τους κι όχι ως αντικείμενα αξίας –προφανώς δεν τα φορούσαν όλοι. Σε ορισμένους οικισμούς στο Δασκαλειό της Κέρου γνωρίζουμε ότι υπήρχαν μεγάλα οικοδομήματα στο υψηλότερο μέρος με μεγάλο εμβαδόν. Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο αν ανήκαν στην κοινότητα, αν είχαν θρησκευτική χρήση ή αν αποτελούσαν έδρα του άρχοντα. Δεν μπορεί να ήταν όλοι όμως καπετάνιοι, θα υπήρχαν και πληρώματα.

info

H έκθεση «Κυκλαδική κοινωνία 5.000 χρόνια πριν» θα εγκαινιαστεί στις αρχές Δεκεμβρίου στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, Ν. Δούκα 4. Εως τέλη Μαρτίου