Μια ιστορία με ποινικές αλλά και πολιτικές διαστάσεις που πριν από χρόνια είχε βρεθεί στο επίκεντρο της δημοσιότητας φτάνει στο τέλος του πρώτου δικαστικού γύρου. Η υπόθεση δεν είναι άλλη από αυτή των λεγόμενων «ιερών ανταλλαγών» μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου.

Και χθες, 20 μήνες μετά την έναρξη της πρωτοβάθμιας δίκης στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας, είχε φτάσει η ώρα της απολογίας για τους τελευταίους –σύμφωνα με τον κατάλογο του δικαστηρίου –κατηγορουμένους, που δεν είναι άλλοι από τον ηγούμενο Εφραίμ και τον μοναχό Αρσένιο.

Και οι δύο υπερασπίστηκαν τη νομιμότητα όλων των ενεργειών που έγιναν, υποστήριξαν πως σε κάθε τους βήμα είχαν την έγκριση της Γεροντίας της Μονής Βατοπεδίου, ενώ σε ό,τι αφορά τις επίδικες ανταλλαγές τις απέδωσαν σε ξεκάθαρη κυβερνητική επιλογή.

Και παρά το γεγονός ότι έφτασαν μέχρι το εδώλιο, και οι δύο υπερασπίστηκαν ότι με βάση τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους θεωρούν ότι η λίμνη ανήκει στη Μονή.

«Αμαρτωλός είμαι, απατεώνας όχι»

«Θέλω να σας πω ως εξομολόγηση πόσο πληγώθηκα όταν διάβασα στο κατηγορητήριο ότι έπεισα τους κρατικούς αξιωματούχους πως η λίμνη είναι της Μονής. Αμαρτωλός είμαι, απατεώνας όχι. Πήγαμε εκεί με αφοσίωση και με γνώμονα την ακτημοσύνη και μας λένε ότι πήγαμε να κλέψουμε το κράτος» είπε ο ηγούμενος Εφραίμ απολογούμενος σε ένα ακροατήριο ασφυκτικά γεμάτο από ιερείς και μοναχούς.

Στο ίδιο μήκος κύματος και η απολογία του μοναχού Αρσένιου, ο οποίος αφού περιέγραψε τις σχετικές διαδικασίες υποστήριξε ότι «δεν προβάλαμε συγκεκριμένες αξιώσεις». Και κλείνοντας την απολογία του εμφανώς φορτισμένος, με δάκρυα στα μάτια, είπε στους δικαστές που θα τον κρίνουν σε λίγες μέρες: «Λάθη μπορεί να έκανα, αλλά απατεώνας δεν είμαι».

Τα βλέμματα όλων των παραγόντων της δίκης στρέφονται πια στην αγόρευση της εισαγγελέως και βεβαίως στην απόφαση του δικαστηρίου.