Είχε πει κάποτε ο Γιώργος Τουρσουνίδης, παραφράζοντας τον διάσημο στίχο από το μεγάλο τραγούδι «Ξενύχτησα στην πόρτα σου», που ερμήνευσε μοναδικά η μακαρίτισσα Βίκυ Μοσχολιού, ότι «εδώ είναι ο Παράδεισος και Κόλαση η Τούμπα». Ο ποδοσφαιριστής που φόρεσε τη φανέλα του ΠΑΟΚ από το 1988 έως το 2000 (και ξανά τη σεζόν 2001-02, μετά το σύντομο πέρασμά του από την Ξάνθη) περνώντας στην ιστορία ως ένας από τους πλέον εμβληματικούς αρχηγούς του, ένιωσε στο πετσί του την αντιφατικότητα των στιγμών που βιώνει τα τελευταία χρόνια ο Στέφανος Αθανασιάδης: στιγμές ύψιστης αποθέωσης και απόλυτης καταβαράθρωσης. Ηταν ο αρχάγγελος του παοκτσίδικου ποδοσφαιρικού κόσμου, αλλά μαζί και ο «Νεφιλίμ» που δαιμόνιζε τα μυαλά και τις ψυχές οπαδών και διοικήσεων όταν δεν απέδιδε αυτό που απαιτούσαν. Αγάπη και μίσος, λατρεία και φθόνος.

Ετσι γουστάρουν ή αντιπαθούν στην Τούμπα, πάντα στα άκρα. Σάμπως αυτή την κυκλοθυμική διαδρομή δεν την είχε διανύσει και ο Ζήσης Βρύζας; Ο επιθετικός που ο ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 1996 άρπαξε μέσα από τα χέρια της ΑΕΚ και του Ολυμπιακού επειδή (και) ο ίδιος το ήθελε να αγωνιστεί στην ομάδα που υποστήριζε από παιδί. Εξυμνήθηκε ως ο ποδοσφαιριστής που γύρισε την πλάτη του σε δύο ομάδες τού (άλλοτε αποκαλούμενου και) ΠΟΚ, αυτός που μούντζωσε τα περισσότερα χρήματα που προσέφεραν σε εκείνον και στην Ξάνθη για να αναπνεύσει το οξυγόνο της Τούμπας. Μαζί και τα τοξικά της. Λαϊκός ήρωας και φρέσκο ίνδαλμα αρχικά. Αργότερα η εξέδρα τον χαρακτήρισε μαούνα και μπαούλο, τάχα μου επειδή του έλειπε η έκρηξη. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1997 ήταν ο «θρύλος του Χάιμπουρι» χάρη στο γκολ με το οποίο ο ΠΑΟΚ ισοφάρισε εκτός έδρας την Αρσεναλ και την πέταξε εκτός Ευρώπης. Μόλις έναν χρόνο μετά, τον Οκτώβριο του 1998, ο Βρύζας αποδοκιμάζεται από τους οπαδούς της ομάδας που του ζητούν να σηκωθεί και να φύγει για μια χαμένη ευκαιρία σε ματς, στο οποίο ο Ολυμπιακός επικράτησε 2-1 στη Θεσσαλονίκη.

Η ιστορία του Δημήτρη Σαλπιγγίδη είναι η πιο πρόσφατη. Υπήρξε ήρωας της εξέδρας, ωστόσο, η μεταπήδησή του στον Παναθηναϊκό τον κατέστησε εχθρό για πάντα. Ιούδα των 30 αργυρίων. Υπήρξαν στιγμές στη δεύτερη θητεία του που έμοιαζαν με μαρτύριο, υπήρχαν πολλοί οι οποίοι προτιμούσαν να τον αποκαλούν ως «Νο 14» και όχι με το επώνυμό του.

Στο σήμερα, ο ρόλος και η ταμπέλα του ανεπιθύμητου φορέθηκαν στον Κλάους. Για τα γκολ που δεν βάζει, για το κούρεμα και τα τατουάζ του, για τις στυλιστικές επιλογές του, τις γυναίκες που του αρέσει να κυκλοφορεί ή τα στέκια που προτιμά στην πόλη. Ολη αυτή η ανθρωποφαγία έχει την εξήγησή της: όταν ως σύλλογος αδυνατείς να ξεπεράσεις την εσωστρέφειά σου, επιλέγεις από μόνος σου τα θύματα της στοχοποίησης. Είναι αντίδραση που γεννά ο οργανισμός σου. Εκτός αν υπάρχει έστω και ένας στον ελληνικό ποδοσφαιρικό πλανήτη που να πιστεύει ότι ο ΠΑΟΚ δεν έχει πάρει πρωτάθλημα από το 1985 επειδή έφταιξαν κατά σειρά ο Τουρσουνίδης, ο Βρύζας, ο Σαλπιγγίδης και ο Αθανασιάδης.