Με τις δημοκρατίες φαίνεται να συμβαίνει περίπου ό,τι και με τους πάγους της Ανταρκτικής: λιώνουν με μεγαλύτερη ταχύτητα από εκείνη που είχαν προβλέψει οι ειδικοί. Οπως το κλιματικό φαινόμενο, έτσι και το πολιτικό δεν είναι τοπικό. Η δημοκρατία λιώνει στις Ηνωμένες Πολιτείες όπως λιώνει στη Γαλλία. Και λιώνει στην Ιταλία όπως λιώνει στη Βρετανία. Λιώνει ασφαλώς από την υπερθέρμανση του λαϊκισμού. Αλλά αυτή, πάλι, τι την προκάλεσε;
Η μια εξήγηση, ας πούμε η πιο αμυντική και αυτοκριτική, λέει ότι η δημοκρατία δεν μπόρεσε να απαντήσει σε κάποιες από τις σύγχρονες προκλήσεις. Η άλλη, η επιθετική, είναι η μειοψηφική. Και λέει ότι οι σύγχρονες δημοκρατίες παράγουν περισσότερες ατομικές ελευθερίες απ’ όσες μπορούν να καταναλώσουν μεγάλα τμήματα της κοινωνίας στα οποία η κουλτούρα της ανοχής προκαλεί πότε αποστροφή και άλλοτε φόβο. Το υποτιθέμενο πρόβλημα με άλλα λόγια δεν βρίσκεται στην αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων –οι δυτικές κοινωνίες εξάλλου ήταν πάντοτε ταξικές. Αλλά στον γάμο των γκέι, τη μαντίλα στους δρόμους, τη θεσμοθετημένη αποδοχή της διαφορετικότητας.
Στους Τραμπ αυτού του κόσμου, και σε πολλούς από τους ψηφοφόρους τους, μπορεί να διακρίνει κανείς πολλά από εκείνα τα χαρακτηριστικά που, σύμφωνα με τον Ουμπέρτο Εκο, χαρακτήριζαν τον φασισμό του Μουσολίνι: τη λατρεία της παράδοσης και την απόρριψη της νεωτερικότητας, τη δυσπιστία απέναντι στον πνευματικό κόσμο και την αντίληψη ότι ο «Λαός» εκφράζει την κοινή βούληση. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι τα αέρια που εκλύονται σε όλο και μεγαλύτερες ποσότητες από τη βιομηχανία του λαϊκισμού. Είναι αναστρέψιμη η κατάσταση; Θα ήταν καλύτερα να ρωτήσει κανείς τους εξερευνητές των πάγων.