Η αντίστροφη μέτρηση για το Κυπριακό έχει δυνάμει ενεργοποιηθεί. Και είναι μη αναστρέψιμη αυτή τη φορά. Κάτι που δεν συνέβαινε μέχρι τώρα, σε όλη την μακρά διαδρομή του προβλήματος. Η οποία παρεμπιπτόντως «είναι στρωμένη με πτώματα κατά καιρούς μεσολαβητών», όπως είπε προσφυώς (και πριν ο ίδιος καταστεί ένα από αυτά) ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ.

Είναι δε μη αναστρέψιμη, καθώς: Και στην απευκταία περίπτωση που δεν θα υπάρξει προσπέλαση και τελική λύση (ως αποτέλεσμα επώδυνου ιστορικού συμβιβασμού) το αδιέξοδο που θα προκύψει, θ’ αποβεί εκ των πραγμάτων μονομερής διευθέτηση! Δι’ επιβολής δηλαδή ρυθμίσεως άλλης, αυτονόητης κι εκ των πραγμάτων χείριστης. Με την έννοια, όχι απλώς της παγιώσεως των γεωπολιτικών τετελεσμένων, αλλά κυρίως όσων αδυσωπήτων θ’ αναπαραχθούν.

Το τραγικώς δεδομένο σε σχέση με την θέση και τις εν προκειμένω προσδοκίες του Ελληνισμού –Κυπριακού κι ευρύτερου –είναι ότι: Αυτά τα ορατά ενδεχόμενα, διέπονται από την τραυματική δυναμική του «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα»! Η οποία έχει να κάμει με τα καταθλιπτικά ισοζύγια ισχύος. Και ειδικότερα με την έως και καταθλιπτική ανισοσθένεια που αποδομεί τις ελληνικές δυνατότητες. Οχι απλώς έναντι των τουρκικών στρατηγικών δυνατοτήτων, αλλά και ως προς τα εμπεδούμενα διχοτομικά δεδομένα στην Κύπρο. Τα οποία η επιδρομική βαναυσότητα των τουρκικών λογχών επέβαλε και η αδυσώπητη δυναμική του χρόνου έχει εν πολλοίς παγιώσει. Η αλήθεια χωρίς παρηγορητικές ρητορικές και παραμύθια.

Χωρίς λοιπόν αυτό να σημαίνει ότι ο Ελληνισμός πρέπει παθητικά να συναινέσει και μοιρολατρικά ν’ αποδεχθεί απαράδεκτους συμβιβασμούς, εντούτοις οφείλει να είναι κι έτοιμος να διαχειρισθεί αποτελεσματικά τα «ενδεχομένως αδόκητα». Για να μη βρεθεί επί κενού. Κι αυτό σημαίνει: Αθήνα και Λευκωσία να συνδιαμορφώσουν κάποιο σαφές «Σχέδιο Β». Που μακάρι να είναι αχρείαστο. Εάν δε δεν το έχουν ήδη πράξει, τόσο το χειρότερο για μας. Και ιδιαίτερα όταν η Τουρκία (που «έχει και το απάνω χέρι») διαμόρφωσε το δικό της. Του οποίου ακραία υλοποίηση, θα είναι, σε πρώτη φάση προαγωγή προσαρτησιακών διαδικασιών, όσον αφορά τα κατεχόμενα κυπριακά εδάφη. Στο σημερινό τους εννοείται ποσοστό. Και με την παρούσα οριοθέτηση.

Το τι θ’ ανακύψει ως συνακόλουθο –σ’ επόμενη φάση –δεν θέλουμε να το διανοηθούμε. Γιατί αποτελεί εφιαλτικό σενάριο, που αναδύεται από τις έωλες βλέψεις του τουρκικού μεγαλοϊδεατισμού. Κάτι που συναρτάται προς την ίδια την επιβίωση και προπαντός με την ιστορική συνέχεια του Κυπριακού Ελληνισμού, στην κρεουργημένη φυσική του γεωγραφία. Το απευκταίο. Καθώς η ευχή όλων είναι να υπάρξει κατάληξη όσων σήμερα προάγονται, ως υστάτη απόπειρα συμβιβασμού. Βιώσιμου. Γιατί εάν δεν έχει αυτό το ποιοτικό χαρακτηριστικό, τα παράγωγά του θ’ αποβούν τραγικότερα του Ζυριχικού. Οπόταν κι «έσεται η δευτέρα πλάνη, χείρων της πρώτης».