«Η νίκη του Τραμπ εξηγείται κατ’ αρχάς από την έκρηξη των οικονομικών ανισοτήτων που παρατηρούνται στις ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες και από την ικανότητα διαδοχικών κυβερνήσεων να τις αντιμετωπίσουν». Ο άνθρωπος που κάνει αυτή τη διαπίστωση είναι κάποιος που έχει μελετήσει πολύ καλά τις ανισότητες: ο Γάλλος Τομά Πικετί, οικονομολόγος και συγγραφέας του μπεστ σέλερ «Το κεφάλαιο στον 21ο αιώνα» (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πόλις). Ο ίδιος σπεύδει να διευκρινίσει ότι «το πιο θλιβερό απ’ όλα είναι πως το πρόγραμμα του Τραμπ θα ενισχύσει την ανισότητα». Από την εκλογή του, επομένως, μπορεί να «αντλήσει κανείς ένα σαφές δίδαγμα για την Ευρώπη και τον κόσμο». Και ποιο είναι αυτό; «Είναι αναγκαίο να δοθεί μια νέα κατεύθυνση στην παγκοσμιοποίηση. Οι κύριες προκλήσεις της εποχής μας είναι η αύξηση των ανισοτήτων και η υπερθέρμανση του πλανήτη. Πρέπει συνεπώς να οδηγηθούμε σε διεθνείς συμφωνίες, που θα επιτρέψουν να απαντήσουμε σε αυτές τις προκλήσεις και να προωθήσουμε ένα δίκαιο και βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης».
Με άλλα λόγια, αυτή τη φορά δεν είναι η οικονομία. Αλλά «η παγκοσμιοποίηση, ηλίθιε» όπως θα έλεγε και εκείνος ο σύμβουλος του Μπιλ Κλίντον. Ο ίδιος ο Πικετί κάνει εν προκειμένω δύο πολύ συγκεκριμένες επισημάνσεις. Η μία είναι το είδος της συμφωνίας που πρέπει να πεταχτεί στον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας: είναι η τελευταία εμπορική συμφωνία που υπέγραψαν η Ευρωπαϊκή Ενωση και ο Καναδάς και στην οποία δεν προβλέπονται συγκεκριμένα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών των αερίων. Η δεύτερη επισήμανση αφορά το φορολογικό dumping, δηλαδή τις φορολογικές ελαφρύνσεις που εξασφαλίζουν κάποιες χώρες στις πολυεθνικές για να τις προσελκύουν. «Το εμπόριο είναι καλό πράγμα» εξηγεί ο γάλλος οικονομολόγος. «Αλλά η δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη απαιτεί επίσης δημόσιες υπηρεσίες, υποδομές, εκπαιδευτικά συστήματα και συστήματα υγείας που απαιτούν δίκαιη φορολογική πολιτική. Χωρίς αυτήν, ο τραμπισμός θα κερδίζει πάντα».
Αν η παγκοσμιοποίηση είναι η μία αιτία της νίκης του Ντόναλντ Τραμπ, η άλλη είναι οι λεγόμενες «ελίτ». Σύμφωνα με μια ανάγνωση, οι αποκλεισμένοι της παγκοσμιοποίησης και των επιπτώσεών της αλλά και άλλες μάζες των ψηφοφόρων στράφηκαν στους λαϊκιστές επειδή έχουν αποκοπεί συναισθηματικά από ό,τι θεωρείται ελίτ –τα παραδοσιακά κόμματα, τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, τους διανοουμένους, τους πάσης φύσεως ειδικούς. Η γαλλική «Μοντ» πάντως φιλοξενεί μια άποψη που αποδομεί αυτό τον ισχυρισμό. Κατ’ αρχάς οι μαύροι και οι ισπανόφωνοι, αλλά και οι λευκοί που κερδίζουν λιγότερα από 30.000 δολάρια τον χρόνο, ψήφισαν μαζικά Κλίντον, η οποία επιπλέον κέρδισε και τη λαϊκή ψήφο. Κι έπειτα, «ποιο ήταν το λάθος των ελίτ;» αναρωτιέται ο Ντομινίκ Ρουσό. Οτι έφεραν στο φως και επέκριναν τις ρατσιστικές και σεξιστικές δηλώσεις του Τραμπ; Οτι έκαναν το ίδιο με τις θέσεις του για το δικαίωμα στην άμβλωση, για το τείχος που υποτίθεται ότι θα πλήρωνε η κυβέρνηση του Μεξικού, για τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα ή για τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν; Λάθος δεν έκαναν ασφαλώς ούτε όταν επισήμαναν ότι ο Τραμπ ήθελε να «κάνει κομμάτια» τη μεταρρύθμιση Ομπάμα στο σύστημα υγείας ή όταν δεσμευόταν πως θα μειώσει τη φορολογία των πλουσίων και των επιχειρήσεων από το 35% στο 15%.
Ο Λαμαρτίνος και τα κοπάδια
Ο Ντομινίκ Ρουσό υπενθυμίζει ένα γαλλικό ιστορικό προηγούμενο. Το 1848, ο Αλφόνς ντε Λαμαρτίν, γνωστός ως Λαμαρτίνος, ήξερε ότι ήταν πολύ πιθανό να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές ο Λουδοβίκος Ναπολέων Βοναπάρτης. Υπερασπίστηκε ωστόσο την εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό με τα εξής λόγια: «Υπάρχουν στιγμές εκτροπής του πλήθους, υπάρχουν άνθρωποι που οδηγούν τις μάζες όπως ο αντικατοπτρισμός τα κοπάδια, όπως… Παρ’ όλα αυτά, δεν διστάζω να ταχθώ υπέρ της εκλογής του προέδρου από τον λαό».