Τελικά στο Κυπριακό έγινε το απευκταίο μεν, εν πολλοίς αναμενόμενο δε: παρεμβαίνοντας δηλαδή ευθέως ο Ερντογάν και «τραβώντας (τηλεφωνικά) το αφτί» του κατοχικού εντολοδόχου Μουσταφά Ακιντζί, έκλεισε την τελευταία στιγμή το μικρό παράθυρο των προσδοκιών για ταχεία λύση του προβλήματος. Και βεβαίως για όσους έχουν εμπειρίες από τη μακρότατη διαδρομή του Κυπριακού, επέπρωτο. Καθώς ο τουρκικός μαξιμαλισμός δεν περιστέλλεται, όταν δεν βρίσκεται κάτω από αποτελεσματική πίεση. Και σε αυτή τη φάση ουδείς τον πιέζει πραγματικά.

Ο λόγος της εµπλοκής

Οι πληροφορίες είναι σαφείς. Και παρότι η ελληνοκυπριακή πλευρά προσπαθεί να μη δημιουργήσει ατμόσφαιρα πλήρους αδιεξόδου –κυρίως όμως να μη χαλάσει το κλίμα που έχει οδηγήσει στις έστω πλασματικές συγκλίσεις –εντούτοις τα πράγματα βρίσκονται «στο παρά πέντε» αδόκητης κρίσης.

Η παρέμβαση Ερντογάν προέκυψε όταν θεωρήθηκε (από τους εγκαθέτους του στο Μον Πελεράν) ότι σημειώθηκε διολίσθηση πέραν των τουρκικών «κόκκινων γραμμών», όσον αφορά κυρίως την εδαφική παράμετρο του Κυπριακού. Και ειδικότερα –όπως έχουμε από άριστες πηγές πληροφορηθεί –σχετικά με την εύφορη κοιλάδα της Μόρφου. Οπου και η ομώνυμη κωμόπολη. Που βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά της Μεγαλονήσου και που αυτή τη στιγμή θεωρείται (όπως και η Αμμόχωστος στις ανατολικές παρυφές) το κλειδί για διάσπαση του αδιεξόδου. Με τη διαφορά όμως ότι η μεν (υπό επιστροφή) Αμμόχωστος είναι ακατοίκητη –πόλη-φάντασμα –ενώ η Μόρφου έχει εποικιστεί και με αυτή την έννοια, «τουρκοποιηθεί»! Σε αυτήν ακριβώς η Αγκυρα επικέντρωσε όλο αυτό το διάστημα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, προάγοντας συν άλλοις σοβαρά επενδυτικά προγράμματα. Μέχρι και καθίδρυση πανεπιστημίου με τις συναρτώμενες εγκαταστάσεις του. Δίνοντας έτσι το στίγμα των προθέσεων για μη απόδοση της περιοχής στους ελληνοκυπρίους νόμιμους κατοίκους της. Για την ελληνική πλευρά, όμως, η επιστροφή της συνιστά κρίσιμο δείκτη (sine qua non) όσον αφορά μια συνολική λύση του Κυπριακού. Καθώς μόνο έτσι, συν άλλοις, αυξάνεται ο αριθμός των Ελληνοκυπρίων που θα επιστρέψουν υπό τη δική τους διοίκηση. Και εν πάση περιπτώσει, δύσκολα «θα σταθεί» πρόεδρος (ή κόμμα) που θα την εκχωρήσει αμαχητί.

Να σημειωθεί στο μεταξύ ότι, ανεξαρτήτως αυτών, η Αγκυρα όντως έχει συναινέσει στην απομείωση του εδαφικού ποσοστού που κατέλαβε βίαια το ’74 και το ελέγχει σήμερα. Με αποδοχή «τουρκικής περιοχής» της τάξεως του 29+%. Αλλά εστιάζει την προσοχή της στη στρατηγική σημασία των περιοχών που θέλει να κρατήσει, με προκάλυψη τις τουρκοκυπριακές διοικητικές δομές. Σε ομοσπονδιακό καθεστώς «πλήρους πολιτικής ισότητας» και ανάλογου μερισμού της κεντρικής εξουσίας. Που θα εκφράζεται, συν άλλοις, με την «εκ περιτροπής προεδρία» του νέου πολιτειακού μορφώματος εφόσον αυτό συμφωνηθεί. Κάποιες από αυτές τις στρατηγικής σημασίας περιοχές «ούτε με πόλεμο θα τις επέστρεφε ποτέ η Αγκυρα» όπως είπε (σε άτυπο δείπνο προ ημερών) στον πρόεδρο Αναστασιάδη ο ίδιος ο Ακιντζί. Ασφαλώς για να τον προϊδεάσει. Και «φιλικά» να τον εκβιάσει.

Η «μοιρασιά» της Μόρφου

Τα αδιέξοδο που ανέκυψε το βράδυ της Δευτέρας στο Μον Πελεράν, σήμανε συναγερμό τόσο στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών όσο και στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Του οποίου η υφυπουργός Βικτόρια Νούλαντ έχει το «απάνω χέρι» της διαμεσολάβησης. Και η οποία φέρεται να έχει εξοργισθεί, καθώς θεωρεί τη διαδικασία ως τελευταία ευκαιρία για επίλυση, προκειμένου να προωθηθούν ευρύτερες στρατηγικές της υπερδύναμης στην περιοχή. Κύπριοι διπλωματικοί έγιναν κοινωνοί αυτών των ανησυχιών και συστάσεων που ήδη (πυροσβεστικά) διαβιβάζονται προς κάθε πλευρά. Και βέβαιο είναι ότι «θα πέσουν στο τραπέζι» ιδέες για μέση γραμμή εκεί όπου οι δύο πλευρές διαφώνησαν. Στα ζητήματα, δηλαδή, αφενός του αριθμού των υπό επιστροφή Ελληνοκυπρίων σε περιοχές υπό ελληνική διοίκηση και αφετέρου (αλλά πάντοτε σε συνάρτηση) των εδαφικών παραμέτρων. Δηλαδή, της χάραξης τελικών διακριτών ορίων για τις δύο «συνιστώσες πολιτείες».

Υπάρχουν σαφείς πληροφορίες ότι με βάση αυτή τη λογική, θα επαναφερθεί φόρμουλα διαμοιρασμού της κωμόπολης Μόρφου. Της οποίας κάποιες ακραίες (βόρειες) περιοχές θα παραμείνουν στους Τουρκοκυπρίους. Οι οποίοι θα ελέγχουν και όλη την έκταση μέχρι τη θάλασσα. Που έχει να κάνει με άλλα (και αυτονόητα) πλεονεκτήματα. Για την Αγκυρα περισσότερο. Αλλά και γιατί σε αυτές υπάρχουν και πηγές υδροδότησης, που θεωρούνται (και είναι) ζωτικές.

Τα «μητρικά κέντρα»

Υπό το φως αυτών των περιπλοκών, θεωρείται βέβαιο ότι περισσότερο η διαμεσολαβητική προσπάθεια (ΗΠΑ και ΟΗΕ) θα επικεντρωθεί τις επόμενες ημέρες στην Αθήνα και στην Αγκυρα, ως τα «μητρικά κέντρα» (κατά το σχέδιο Ανάν) προκειμένου να πιεσθούν και να πεισθούν οι δύο πλευρές στη Λευκωσία να κάμουν το επόμενο βήμα. Και «μοιράζοντας τις διαφορές» να βρεθούν σε ακτίνα συμφωνίας. Επισείοντας τον φόβο των ασύμμετρων αντιδράσεων, αν το αδιέξοδο επισημοποιηθεί. Κάτι που και η Αγκυρα ήδη προάγει εκβιαστικά. Ετοιμάζοντας νέες συμφωνίες περαιτέρω ζεύξης με το ψευδοκράτος. Πέραν υδροδοτήσεως που έχει ενεργοποιηθεί ήδη και ηλεκτροδοτήσεως που προάγεται ταχύρρυθμα.

Κάτω από αυτά τα δεδομένα, οι επόμενες εξελίξεις θα είναι κρίσιμες ό,τι και να συμβεί. Κάτι που φέρνει Αθήνα και Λευκωσία ακόμη πιο κοντά, προκειμένου να συγκαταλήξουν σε στρατηγικές αποφάσεις. Τόσο για την αποτροπή αιφνιδιασμών όσο και για μείζονα –όμως –συμβιβασμό.