Από το 2013, όταν ψηφίστηκε ο Κώδικας Φορολογικών Διαδικασιών, δεν είναι λίγες οι φορές που οι φοροελεγκτές έχουν εισέλθει σε κατοικίες φορολογουμένων προκειμένου να αντλήσουν στοιχεία. Μέχρι τώρα, απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η έκδοση εντολής από τον αρμόδιο εισαγγελέα. Με διατάξεις νόμου οι οποίες ψηφίστηκαν πρόσφατα και ενεργοποιούνται έπειτα από εγκύκλιο του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων Γιώργου Πιτσιλή, ορίζεται ότι απαιτείται πλέον και η παρουσία δικαστικού λειτουργού. Αλλαγές επέρχονται και σε διατάξεις νόμου οι οποίες αφορούν επανέλεγχους, ελέγχους από το γραφείο και τη δυνατότητα των ελεγκτών της φορολογικής διοίκησης να έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρονικά αρχεία των φορολογουμένων ή και των λογιστών τους.
Παράλληλα ορίζεται ότι η φορολογική διοίκηση μπορεί να διενεργεί επανέλεγχο (μετά τη διενέργεια πλήρους ελέγχου) εάν προκύπτουν νέα στοιχεία, δηλαδή στοιχεία που δεν θα μπορούσαν να είναι γνωστά στη φορολογική διοίκηση κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο, από τα οποία προκύπτει ότι η φορολογική οφειλή υπερβαίνει αυτήν που είχε προσδιορισθεί κατόπιν του αρχικού ελέγχου.
ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ. Στις περιπτώσεις που η φορολογική διοίκηση διενεργεί έλεγχο από το γραφείο, αξιοποιεί εκτός των στοιχείων που έχει στην κατοχή της (οικονομικές καταστάσεις, δηλώσεις και λοιπά στοιχεία που υποβάλλει ο φορολογούμενος, έγγραφα ή πληροφορίες που περιήλθαν από τρίτους) και τα βιβλία και λογιστικά αρχεία που προσκομίζονται από τον φορολογούμενο κατόπιν σχετικής πρόσκλησης.
Οσον αφορά την πρόσβαση σε αρχεία τα οποία τηρούνται ηλεκτρονικά, με την εγκύκλιο ορίζεται ότι εάν τα βιβλία και τα στοιχεία τηρούνται σε ηλεκτρονική μορφή, η φορολογική διοίκηση έχει δικαίωμα πρόσβασης σε οποιαδήποτε σχετιζόμενα αρχεία. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι ο φορολογούμενος υποχρεούται να παρέχει κάθε απαραίτητη πληροφορία για την απρόσκοπτη πρόσβαση στον οριζόμενο υπάλληλο της φορολογικής διοίκησης, ανεξάρτητα από τον τόπο της αποθήκευσης και της μορφής των δεδομένων αυτών. Την ίδια υποχρέωση έχουν και όσοι τρίτοι παρέχουν ψηφιακές υπηρεσίες προς τον φορολογούμενο, οι οποίες σχετίζονται με την αποθήκευση και επεξεργασία ψηφιακών δεδομένων, εφόσον αυτό ζητηθεί από τη φορολογική διοίκηση.
Τέλος, όσον αφορά το φορολογικό πιστοποιητικό, με άλλες διατάξεις της εγκυκλίου ορίζεται ότι οι εταιρείες και οι επιχειρήσεις για τις οποίες εκδίδεται το ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό υποχρεούνται να αναθέτουν, ανά πέντε έτη, την έκδοσή του σε διαφορετικό νόμιμο ελεγκτή ή σε διαφορετικό ελεγκτικό γραφείο. Η υποχρέωση αυτή ισχύει για φορολογικά πιστοποιητικά τα οποία εκδίδονται για φορολογικά έτη που αρχίζουν μετά την 1η Ιανουαρίου 2016.