Περισσότεροι από ένας στους πέντε ανθρώπους που κάνουν τατουάζ μετανιώνουν για κάποιον λόγο γι’ αυτά και επιθυμούν να τα αφαιρέσουν, αλλά αυτό δεν είναι τόσο εύκολο ή απλό όσο ακούγεται.
Η μία έρευνα μετά την άλλη αποκαλύπτουν πως, παρά την εξέλιξη των λέιζερ που αποτελούν την κύρια μέθοδο για την αφαίρεσή τους, η πλήρης επιτυχία είναι δύσκολη γιατί εξ αρχής αυτό τον σκοπό είχαν: να είναι μόνιμα.
«Οι χρωστικές των τατουάζ εγχέονται κάτω από την επιφανειακή στοιβάδα του δέρματος και αυτό καθιστά την αφαίρεσή τους πιο πολύπλοκη απ’ ό,τι είναι η εφαρμογή τους», λέει ο Δρ. Μάρκος Μιχελάκης, δερματολόγος-αφροδισιολόγος (Αισθητική Δερματολογία-Δερματοχειρουργική).
«Επιπρόσθετα, το τατουάζ υποτίθεται ότι θα είναι μόνιμο και γι’ αυτό χρησιμοποιούνται “δυνατές” χρωστικές. Έτσι,είναι πιθανό να απομείνει μετά την αφαίρεση κάποια ουλή ή δυσχρωμία στο δέρμα, ανεξάρτητα από την μέθοδο που θα χρησιμοποιηθεί».
Γιατί, όμως, να θέλει κάποιος να αφαιρέσει ένα τατουάζ; Οι έως τώρα έρευνες δείχνουν ότι οι αιτίες μπορεί να είναι προσωπικές, κοινωνικές ή ιατρικές.
Στις ιατρικές ανήκει για παράδειγμα μια δερματική αλλεργική αντίδραση στις χρωστικές του τατουάζ ή μία μόλυνση, η οποία δεν μπορούσε να προβλεφθεί πριν την εφαρμογή του.
Στις προσωπικές, οι απαντήσεις των συμμετεχόντων στις έρευνες κυμαίνονται από το «ήμουν πολύ μικρός όταν το έκανα» και το «χωρίσαμε και θέλω να σβήσω το όνομά της» έως το «δεν μου αρέσει πια» και «μεγάλωσα, χαλάρωσε το δέρμα και είναι χάλια».
Και στις κοινωνικές, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το να θέλει να πάει κάποιος σε μία νέα δουλειά που στις προδιαγραφές για την πρόσληψή του δεν επιτρέπονται τα τατουάζ.
«Οι προτιμήσεις και οι συνθήκες της ζωής αλλάζουν διαρκώς και εύλογο είναι πως ό,τι μας άρεσε ή θεωρούσαμε κοινωνικά αποδεκτό στα 15 μας, δεν θα μας αρέσει ή θα μας ταιριάζει υποχρεωτικά στα 55 μας», λέει χαρακτηριστικά ο Δρ. Μιχελάκης. «Γι’ αυτό τον λόγο,πριν προχωρήσει κάποιος σε ένα τατουάζ πρέπει να το σκεφτεί πολύ καλά για να είναι σίγουρος ότι δεν θα αλλάξει γνώμη κάποια στιγμή στο μέλλον».
Αν έχετε ένα τατουάζ που θέλετε να αφαιρέσετε, συμβουλευθείτε τον δερματολόγο σας για τις εναλλακτικές λύσεις που έχετε (συμπεριλαμβάνουν αφαίρεση με λέιζερ, με χειρουργική επέμβαση και με δερμοαπόξεση).
Ο γιατρός θα σας εξηγήσει τι είναι κάθε μία από αυτές και θα σας βοηθήσει να διαλέξετε την καλύτερη για την περίπτωσή σας. Μερικές χρωστικές, για παράδειγμα, αντιδρούν περισσότερο στο λέιζερ απ’ όσο άλλες. Αντίστοιχα, τα μικρά τατουάζ μπορεί να είναι κατάλληλα για αφαίρεση με χειρουργική επέμβαση που συνήθως γίνεται με τοπική αναισθησία.
Τα λέιζερ
Τα λέιζερ συχνά αποτελούν την θεραπεία εκλογής για την αφαίρεση του τατουάζ. Συνήθως πρόκειται για παλμικά λέιζερ, που δρουν διασπώντας τα μελάνια, τα οποία στη συνέχεια αναλαμβάνει το ανοσοποιητικό σύστημα να αποβάλλει από τον οργανισμό. Πριν από τη θεραπεία με λέιζερ γίνεται τοπική αναισθησία.
Για την αφαίρεση πολύχρωμων τατουάζ θα χρειαστεί θεραπεία με εξειδικευμένα λέιζερ. Όταν ολοκληρωθεί η αφαίρεση, μπορεί να παρατηρήσετε κάποιο οίδημα και πιθανώς φλύκταινες ή αιμορραγία. Η χρήση αντιβιοτικής αλοιφής μπορεί να διευκολύνει την επούλωση.
«Η πιθανότητα δυσχρωμίας στο δέρμα είναι μειωμένη με τα σύγχρονα, εξελιγμένα λέιζερ, αλλά εγγυήσεις δεν υπάρχουν γιατί η επιτυχία της αφαίρεσης εξαρτάται από παράγοντες όπως το χρώμα, η σύνθεση, η πυκνότητα, το βάθος και η παλαιότητα του τατουάζ, το σημείο του σώματος όπου έχει γίνει και η ποσότητα του μελανιού που έχει χρησιμοποιηθεί. Οι ίδιοι παράγοντες καθορίζουν και τις συνεδρίες που θα απαιτηθούν έως το τελικό αποτέλεσμα», εξηγεί ο Δρ. Μιχελάκης.
Ο αριθμός των συνεδριών που θα χρειασθούν εξαρτάται περισσότερο από το είδος του τατουάζ παρά από το είδος του λέιζερ που θα χρησιμοποιηθεί. Έτσι, 5-10 συνεδρίες θεωρούνται ένας συνήθης μέσος όρος για τα ερασιτεχνικά τατουάζ ενώ για τα επαγγελματικά συνήθως χρειάζονται από 6 έως 20 συνεδρίες και σε σπάνιες περιπτώσεις μέχρι 25.
Με νυστέρι και δερμοαπόξεση
Η χειρουργική αφαίρεση γίνεται με νυστέρι και συρραφή των άκρων του δέρματος. Και πάλι ενδείκνυται μετεγχειρητικά η χρήση αντιβιοτικής αλοιφής. Παρότι η μέθοδος αυτή αφαιρεί τελείως το τατουάζ, συνήθως απομένει ουλή και γι’ αυτό συνιστάται κυρίως για τα μικρά τατουάζ. Επίσης μεγάλη προσοχή πρέπει να γίνεται σε άτομα που έχουν τάση να κάνουν χηλοειδή (υπερτοφικές ουλές), μετά από τραυματισμό του δέρματος. Η θεραπεία των χηλοειδών είναι ιδιαίτερα δύσκολη.
Η δερμοαπόξεση ενδείκνυται κυρίως για τατουάζ μικρού βάθους. Συνήθως γίνεται με ειδική, χειροκίνητη συσκευή που λέγεται δερμοτόμος και διαθέτει πολλαπλά μικροσκοπικά μαχαιρίδια. Καθώς περνάει η κεφαλή του από το δέρμα, προκαλεί ελεγχόμενη χειρουργική απόξεση αφαιρώντας τις στοιβάδες του δέρματος που φέρουν το τατουάζ.
Το τμήμα του δέρματος όπου γίνεται η απόξεση πονάει για περίπου 10 ημέρες μετά την ολοκλήρωσή της. Επειδή η έκβασή της είναι απρόβλεπτη και συχνά τα αποτελέσματά της είναι πιο φτωχά απ’ ό,τι με το λέιζερ ή τον συνδυασμό λέιζερ και χειρουργικής αφαίρεσης, η δερμοαπόξεση χρησιμοποιείται πλέον λιγότερο από τις άλλες μεθόδους για την αφαίρεση του τατουάζ.
Η επιλογή του ειδικού
Θα πρέπει, όμως, να είστε όμως πολύ προσεκτικοί στην επιλογή του ειδικού που θα αφαιρέσει το τατουάζ σας γιατί «η αφαίρεση είναι μία ιατρική πράξη και τα λέιζερ μπορεί να κάνουν μεγάλη ζημιά (π.χ. να προκαλέσουν μεγάλο τραύμα και ουλή) στα χέρια του μη ειδικού», υπογραμμίζει ο Δρ. Μιχελάκης.
Πολύ σημαντικό είναι ακόμα να μην προσπαθήσετε να αφαιρέσετε μόνοι σας το τατουάζ, π.χ. με κρέμες (οι έως τώρα μελέτες δείχνουν ότι δεν έχουν ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα και υπάρχει περίπτωση να προκαλέσουν ερεθισμό του δέρματος ή άλλες αντιδράσεις), καταλήγει.