«Μολύνθηκε» με το μικρόβιο του εμπορίου από γεννησιμιού του, καθώς η μάνα του κρατούσε μόνη της συχνά το μοναδικό μπακάλικο – ψιλικατζίδικο της Κοντοβάζαινας, ενός κεφαλοχωρίου της ορεινής Αρκαδίας, όταν ο πατέρας του πήγαινε στο Λαύριο ως εποχικός εργάτης. Στα 17 του πήγε στον Πύργο να δουλέψει ως εμποροϋπάλληλος σε ένα από τα καταστήματα που εξυπηρετούσαν την υψηλή κοινωνία της πόλης και παντρεύτηκε την κόρη του αφεντικού. Και μόλις ανέτειλε ο 20ός αιώνας, ο 22χρονος Ξενοφών Λαμπρόπουλος με τα λιγοστά χρήματα που είχε μαζέψει ως υπάλληλος ξεκίνησε να δοκιμάσει την τύχη του στην Αθήνα. Στο καρότσι του πλανόδιου πωλητή οι πελάτες του έβρισκαν γραβάτες, μαντίλια και πουκάμισα και το βράδυ, όταν πλέον είχε αποκάμει, το άφηνε στην Πλατεία Αβησσυνίας.

Επρεπε να περάσουν ακόμη πέντε χρόνια στους δρόμους της Αθήνας μέχρι να σταθεί σε ένα μέρος –στο υπόγειο της γωνίας Αιόλου και Σοφοκλέους, εκεί όπου δεσπόζει σήμερα το κτίριο Καρατζά της Εθνικής Τράπεζας –για να βάλει μαζί με τον αδελφό του Βασίλη τα θεμέλια μιας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας που μέτρησε έναν αιώνα ζωής: δημιούργησε σειρά πολυκαταστημάτων σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιά, Λάρισα, μία από τις πιο επιτυχημένες δισκογραφικές εταιρείες, την Κολούμπια, και μονάδες παραγωγής που προμήθευαν την αγορά από οδοντόκρεμες και αφρούς ξυρίσματος (η δημοφιλής Κολινός) μέχρι κολόνιες (4711) και απορρυπαντικά (Γουλάιτ). Κι όλα αυτά προβάλλονταν μέσα από σλόγκαν που άφησαν εποχή, όπως το «Διαλέγουν πριν από σας –για σας» που δημιουργούσε η διαφημιστική εταιρεία Γκρέκα υπό τη διεύθυνση του μετέπειτα δημάρχου Πειραιά Αριστείδη Σκυλίτση.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. Θα μπορούσε να είναι παραμύθι, αλλά είναι η πραγματική ιστορία πίσω από την επιχείρηση Αδελφοί Λαμπρόπουλοι, που σφράγισε με την παρουσία της την οικονομική και πολιτιστική ζωή της χώρας τον 20ό αιώνα, όπως παρουσιάζεται μέσα από το λεύκωμα «Αφοί Λαμπρόπουλοι, 1901-1999, διαλέγουν πριν από σας –για σας», που βασίζεται στην έρευνα των Ελένης Μπενέκη και Αργυρώς Αγγελοπούλου, επιμελήθηκε η Αλεξάνδρα Χαριτάτου και εξέδωσε το Φιλανθρωπικό Ιδρυμα Δημητρίου και Μπλανς Λαμπροπούλου. Λεύκωμα που μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο βοήθημα για τους ερευνητές καθώς περιέχει αναλυτικά στοιχεία για την εξέλιξη των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της οικογένειας Λαμπρόπουλου –την ίδια ώρα αποτελεί κι ένα τεκμηριωμένο ταξίδι στην οικονομική ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα με παράθεση πολλών και ενδιαφερόντων στοιχείων. Είναι όμως κι ένα ενδιαφέρον ανάγνωσμα για τον μέσο αναγνώστη που θα επιστρέψει στο παρελθόν μέσα από τις παλιές διαφημίσεις και τις φωτογραφίες με τις στολισμένες βιτρίνες του κτιρίου στη συμβολή των οδών Αιόλου και Σταδίου, εκεί όπου σχεδόν όλοι έχουμε δώσει ραντεβού: «Στου Λαμπρόπουλου».

ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ. Πολλά τα «μυστικά» της επιχείρησης που κατάφερε να συσπειρώσει τους επτά γιους του μπακάλη Παναγιώτη Λαμπρόπουλου, να έχει σχεδόν ολοκληρώσει τις επιχειρηματικές της κινήσεις πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και να αντέξει πολιτικές και οικονομικές τρικυμίες ενός αιώνα: η οικογένεια υπήρξε συγκεντρωμένη στο εμπόριο έχοντας ως ναυαρχίδα της τη λιανική. Μπόρεσε να προσαρμοστεί στις ανάγκες της κάθε εποχής, αλλά κυρίως τόλμησε να πρωτοπορήσει καθώς ήταν από τα πρώτα καταστήματα που πωλούσαν σε προκαθορισμένες τιμές καταργώντας τα παζάρια. Εφήρμοσε την Κυριακή ως αργία για το κατάστημα και τους υπαλλήλους της.

Κατήργησε τον πάγκο ως μέσο προβολής εμπορευμάτων. Εισήγαγε τον ανοιχτό ενιαίο χώρο που επιτρέπει στον πελάτη να έρθει σε άμεση επαφή με τα προϊόντα χωρίς τη μεσολάβηση του πωλητή. Εχτισε ένα σύγχρονο μέγαρο την περίοδο 1962-65 κόστους 30 εκατ. δρχ. –το γνωστό μας κτίριο στο κέντρο της Αθήνας –που αντικατέστησε τα παλαιότερα. Και υιοθέτησε για πρώτη φορά τη φιλοξενία άλλων καταστημάτων μέσα στο δικό της πολυκατάστημα (shop in a shop).

Κι αν όλα αυτά επέτρεψαν στην επιχείρηση, που από το 1901 έως το 1997 προσέθεσε 17 μέλη στα διοικητικά της συμβούλια –όλα μέλη της οικογένειας -, να ανθήσει, με κορυφαία ίσως περίοδο τη δεκαετία του ’70, οπότε και διέθετε περί τους 35.000 κωδικούς προς πώληση, η οικογένεια Λαμπρόπουλου έπαιξε κομβικό ρόλο και στην πολιτιστική ζωή της χώρας.

ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ. Πέραν του ότι έφεραν στην Ελλάδα τα γραμμόφωνα, οι δίσκοι χαράσσονταν εδώ και τυπώνονταν στο εξωτερικό. Η ηχογράφηση γινόταν σε δωμάτιο ξενοδοχείου στο Σύνταγμα με μέτριο αποτέλεσμα και στη συνέχεια αποτυπωνόταν σε κερί ως μήτρα για να σταλεί εκτός Ελλάδας. Οι αδελφοί Λαμπρόπουλοι ήταν εκείνοι που το 1932 πρότειναν στην ΕΜΙ να φτιάξει εργοστάσιο εκτύπωσης στην Ελλάδα, το εργοστάσιο της Κολούμπια, που πλήρωνε 10 λίρες τους τραγουδιστές ανά τραγούδι. Ανακάλυψε νέες φωνές –από τη Βίκυ Μοσχολιού και τον Μανώλη Αγγελόπουλο έως τη Μαρία Φαραντούρη και τον Νίκο Ξυλούρη -, έβαλε στη δισκογραφία ηθοποιούς, όπως η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η Ελλη Λαμπέτη, ο Δημήτρης Χορν και η Μελίνα Μερκούρη, συνεργάστηκε με σπουδαίους εικαστικούς, όπως ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Εγγονόπουλος, ο Γιάννης Μόραλης και ο Μποστ, για τη δημιουργία εξωφύλλων και κυκλοφόρησε σε δίσκους παραστάσεις του Καραγκιόζη με τη φωνή του Ευγένιου Σπαθάρη.
Στην Ελλάδα της κρίσης ίσως οι εποχές των Αδελφών Λαμπρόπουλων να μοιάζουν μακρινές. Και η γενιά τους που γέννησε επιτυχημένους επιχειρηματίες –από τον γυρολόγο ειδών ραπτικής Κωνσταντίνο Καλυβιώτη που δημιούργησε το γνωστό κατάστημα στην Ερμού έως τον πλασιέ με το ποδήλατο Γιάννη Γεωργακά που έφτιαξε το ιστορικό Μινιόν –μπαίνει πλέον στο πάνθεον εκείνων που δημιούργησαν κολοσσούς από το μηδέν και διδάσκουν ίσως τα χρησιμότερα μαθήματα σήμερα.

INFO

H έκδοση «Αφοί Λαμπρόπουλοι, 1901-1999, διαλέγουν πριν από σας – για σας» παρουσιάζεται την ερχόμενη Τετάρτη στις 19.00 στο Ζάππειο παράλληλα με έκθεση τεκμηρίων από την ιστορία της επιχείρησης