Οι άνθρωποι που καπνίζουν επί δεκαετίες τουλάχιστον ένα πακέτο τσιγάρα την ημέρα και φτάνουν στη μέση ηλικία, καλό είναι να υποβάλλονται σε προληπτικό έλεγχο των πνευμόνων τους με χαμηλής δόσης αξονική τομογραφία (LDCT).

Στόχος είναι να ανιχνευθεί όσο το δυνατόν νωρίτερα ο καρκίνος του πνεύμονα, ο οποίος είναι ιάσιμος όταν γίνεται αντιληπτός πολύ νωρίς στην ανάπτυξή του.

«Αν και ο έλεγχος αυτός έχει πολλές ατέλειες, προς το παρόν είναι ο καλύτερος που έχουμε για την έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου του πνεύμονα» λέει ο δρ Βασίλειος Γεωργούλιας, ομότιμος καθηγητής Παθολογίας – Ογκολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και πρόεδρος της Ελληνικής Ογκολογικής Ερευνητικής Ομάδας (HORG).«Μελέτες έχουν δείξει ότι μπορεί να μειώσει κατά 20% τις πιθανότητες θανάτου από καρκίνο του πνεύμονα, διότι ανιχνεύει με αρκετή αποτελεσματικότητα τους αρχόμενους όγκους, δηλαδή όσους βρίσκονται ακόμα στα στάδια Ι και ΙΙ».

Και συνεχίζει: «Αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι για να ιαθεί ο καρκίνος του πνεύμονα πρέπει να μπορεί να αφαιρεθεί χειρουργικά, επομένως η πρώιμη διάγνωση είναι καθοριστική. Παρά την τεράστια πρόοδο που έχει συντελεστεί στη φαρμακευτική και ακτινοθεραπευτική αντιμετώπισή του, η επιβίωση ανά στάδιο είναι σαφώς συντριπτική υπέρ των αρχικών σταδίων και η αντιμετώπιση είναι ριζική μόνο με το χειρουργείο».

Με τη χαμηλής δόσης αξονική τομογραφία μπορούν να ανιχνευθούν όγκοι μεγέθους 5 χιλιοστών και άνω, αλλά «η πιθανότητα να πρόκειται για καρκίνο αφορά όσους έχουν μέγεθος πάνω από 1 εκατοστό», διευκρινίζει.

Πριν από την ευρεία χρήση της μεθόδου, «οι όγκοι του πνεύμονα συνήθως ανιχνεύονταν όταν το μέγεθός τους είχε ξεπεράσει τα 3 εκατοστά – στάδιο κατά το οποίο συνήθως είχαν αρχίσει να εξαπλώνονται».

Σε ποιους συνιστάται

Ποιοι πρέπει λοιπόν να ελέγχονται; «Ανδρες και γυναίκες που πληρούν τρεις προϋποθέσεις», απαντά ο δρ Γεωργούλιας. «Οι προϋποθέσεις αυτές είναι: α) να έχουν σχετικά βαρύ ιστορικό καπνίσματος, β) να είναι νυν καπνιστές ή να έκοψαν το κάπνισμα μέσα στην τελευταία 15ετία, και γ) να έχουν την κατάλληλη ηλικία».

Η ηλικία αυτή προσδιορίζεται από τη διάρκεια του καπνίσματος και τον αριθμό των ημερήσιων τσιγάρων, διότι για να αρχίσει ο προληπτικός έλεγχος πρέπει να έχουν συγκεντρωθεί 30 ή περισσότερα πακετο-έτη (pack-years) καπνίσματος. Το πακετο-έτος είναι μια μονάδα μέτρησης που περιγράφει το κάπνισμα ενός πακέτου τσιγάρων ανά ημέρα επί έναν χρόνο. Ετσι, τα 30 πακετο-έτη φτάνει όποιος καπνίζει 1 πακέτο την ημέρα επί 30 χρόνια, 2 πακέτα την ημέρα επί 15 χρόνια ή και 3 πακέτα την ημέρα επί 10 χρόνια. Η επιλογή του συγκεκριμένου ορίου δεν είναι τυχαία. «Από την έκθεση σε ένα καρκινογόνο έως ότου αναπτυχθούν οι μοριακές βλάβες που θα οδηγήσουν στον καρκίνο μεσολαβεί σημαντικό χρονικό διάστημα» εξηγεί ο δρ Γεωργούλιας. «Κατά μέσον όρο απαιτούνται 20-30 χρόνια για να αναπτυχθεί και να εκδηλωθεί ο καρκίνος του πνεύμονα, αν και αυτό το διάστημα εξαρτάται από το πόσο καπνίζει το άτομο και το κατά πόσον οι βλάβες που αναπτύσσει είναι κομβικές για τη βιολογική ισορροπία του καρκινικού κυττάρου».

Ετσι λοιπόν, ένας άνθρωπος που καπνίζει 2 πακέτα την ημέρα επί 15 ή 20 χρόνια και έχει φτάσει στα 40 του χρόνια, διατρέχει αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσει καρκίνο του πνεύμονα και χρειάζεται την LDCT. Το ίδιο και ένας 50άρης που κάπνιζε 1 πακέτο επί 30 χρόνια. Η επανάληψη του ελέγχου θα εξαρτηθεί από τα ευρήματα της πρώτης αξονικής, το οικογενειακό ιατρικό ιστορικό, το αν ο εξεταζόμενος εξακολουθεί να καπνίζει και το αν εκτίθεται σε καρκινογόνα στον χώρο εργασίας. «Στην καλύτερη περίπτωση απαιτείται επανέλεγχος κάθε δύο χρόνια», λέει ο δρ Γεωργούλιας.

Τα προβλήµατα

Οπως προαναφέρθηκε, ο έλεγχος αυτός έχει ατέλειες, με κυριότερες τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα, την υπερδιάγνωση και την επαναλαμβανόμενη ακτινοβόληση.

«Οσο μικρότερη είναι η βλάβη που ανιχνεύεται στην αξονική τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα ενός ψευδώς θετικού αποτελέσματος, δηλαδή ο εντοπισμός μιας ύποπτης μάζας που τελικά δεν είναι καρκίνος, αλλά η οποία είναι πιθανό να οδηγήσει σε μια αχρείαστη βιοψία και, ασφαλώς, σε αχρείαστη αγωνία τον ασθενή» λέει ο καθηγητής.

«Ο έλεγχος μπορεί επίσης να οδηγήσει σε υπερδιάγνωση, δηλαδή σε ανίχνευση όγκων οι οποίοι ουδέποτε θα δημιουργούσαν πρόβλημα στον ασθενή και για τους οποίους δεν θα χρειαζόταν να γίνει θεραπεία. Τέλος, υπάρχουν ανησυχίες για τις τυχόν αρνητικές συνέπειες από την ακτινοβόληση, οι οποίες γίνεται προσπάθεια να μειωθούν με νέα πρωτόκολλα που ελαττώνουν ολοένα περισσότερο τη δόση της ακτινοβολίας στην οποία εκτίθενται οι ασθενείς».

Τι δείχνουν οι στατιστικές

Κρούσματα καρκίνου του πνεύμονα ετησίως

1,8

εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο

7.000

στην Ελλάδα

85%

οφείλονται στο τσιγάρο

Θάνατοι ετησίως

1,59

εκατομμύρια ετησίως σε όλο τον κόσμο

266.000

στην Ευρώπη

6.500

στην Ελλάδα

Πρόσθετοι αριθμοί

75%

των ασθενών έχουν τοπικά προχωρημένη ή μεταστατική νόσο κατά τη στιγμή της διάγνωσης

80%

το ποσοστό επιβίωσης των ασθενών όταν ο όγκος στον πνεύμονα είναι μικρότερος από 2 εκατοστά κατά τη διάγνωση

ΠΗΓΕΣ:

European Respiratory Society, World Cancer Research Fund, Globocan project (IARC)

Τα ύποπτα συμπτώματα

(κατά σειρά συχνότητας)

1 Βήχας που αλλάζει χαρακτήρα (π.χ. παύει να εκδηλώνεται μόνο το πρωί, αλλάζει η συχνότητα, η ένταση και ο τόνος του, γίνεται πιο σφυρικτός)

2 Αιματηρά πτύελα (αιμόπτυση)

3 Υποτροπιάζουσα ή επιμένουσα λοίμωξη του αναπνευστικού (πάνω από 7-10 ημέρες), κυρίως σε καπνιστή που πλησιάζει τη μέση ηλικία.

4 Δύσπνοια.

5 Εναλλασσόμενη ή επίμονη (πάνω από 7-10 μέρες) βραχνάδα, δίχως προφανή αιτιολογία (π.χ. χωρίς ενδείξεις γρίπης ή άλλης ίωσης).

6 Πόνος στο στήθος συνεχής ή που επιτείνεται με την αναπνοή

Μειώνει τον κίνδυνο

Ο προληπτικός έλεγχος με χαμηλής δόσης αξονική τομογραφία μπορεί να μειώσει κατά 20% τις πιθανότητες θανάτου από καρκίνο του πνεύμονα, διότι ανιχνεύει με αρκετή αποτελεσματικότητα τους αρχόμενους όγκους.