Σ’ αυτό το χάσμα που ανοίγεται ανάμεσα σε απερχόμενες και τις ερχόμενες κυβερνήσεις σε Αμερική, Γαλλία, Μπρέξιτ και Γερμανία, σ’ αυτή τη χαραμάδα του χρόνου βρήκε μέρος να βγάλει ρίζες και να ρίξει μπόι το άγριο δέντρο της αβεβαιότητας και του θράσους.
Εμείς δε, που πιστεύαμε εκ γενετής ότι είμαστε το κέντρο του κόσμου, βρεθήκαμε στο μάτι του κυκλώνα.
Χτυπάει ο Σουλτάνος απ’ τη μια να διεκδικήσει τα σύνορα της καρδιάς του. Η οποία καρδιά είναι απέραντη απ’ ό,τι έχουμε καταλάβει και μας περιλαμβάνει όλους μέσα, κι απ’ την άλλη ξετσουτσούνεψε κι ο Ράμα ο της Αλβανίας και θέλει να βάλει χέρι στο Ιόνιο. Σηκώθηκαν τα πιάτα τα ρηχά και μας ζητάνε σούπα.
Κι εμείς στη μέση, άπραγοι, δυσκίνητοι, άβουλοι, γαντζωμένοι στον μικρόκοσμο του διπολισμού.
Οταν πριν από βδομάδες με το που βγήκε ο Τραμπ, το σχόλιο του ΣΥΡΙΖΑ ήταν «Ορίστε, είδατε; Οι δημοσκοπήσεις κάνουν πάντα λάθος», και της αντιπολίτευσης το σχόλιο «Ορίστε, είδατε; Μάταιο το ταξίδι του Ομπάμα;». Τότε καταλαβαίνεις πως δεν έχουμε σωσμό.
Ολα μέσα απ’ το μικρό μας ύψος. Ολα από πολύ χαμηλά, πολύ στενά, όλα μέσα απ’ τον μικρόκοσμο της μικροπολιτικής μας.
Φτάσαμε στο σημείο προχθές το βράδυ, με το που έσκασε η είδηση ότι χάθηκαν δυο ζωές στον καταυλισμό της Μυτιλήνης, να πει κάποιος στην παρέα: «Α τώρα την έχει πολύ άσχημα ο Τσίπρας».
Δηλαδή έχουμε τη για τα μπάζα κυβέρνηση που έχουμε, αλλά είμαστε κι εμείς…
Ηρθε και το ναυάγιο του Κυπριακού. Χρόνια τώρα το πρόβλημα. Πότε ήτανε το ’74, και τραγούδαγε ο Διονύσης «Τ’ άδειο μας πρόσωπο η Κύπρος το πληρώνει».
Αλλά και πιο παλιά αν ρίξεις μια ματιά στο «Πολιτικό ημερολόγιο» του Σεφέρη, όταν πήγαν με τον Καραμανλή τον Μεγάλο και τον Αβέρωφ στο Λονδίνο να λύσουν για μια ακόμα φορά το θέμα της Κύπρου, κι ο Σεφέρης επέμενε λέγοντας ότι με αυτή τη «συνθήκη του ’59» ανοίγει ο δρόμος για τη διχοτόμηση, δεν πέρασε η γνώμη του ποιητή κι υπερίσχυσε η του Τοσίτσα-Αβέρωφ. Θέλω να πω, κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια. Πληγή που δεν την κλείνει ο καιρός, αλλά της ρίχνει αλάτι.
Ο Πρωθυπουργός βέβαια προτείνει για να λυθούνε όλα αυτά να βγουν οι βουλευτές στον δρόμο να μιλήσουν με τον λαό. Μωρέ να βγούνε, ποιος λέει όχι. Μην όμως τους πάρει με τις πέτρες ο λαός, κι έχουμε άλλα.
Αλλά αφού έχει αυτή τη γνώμη, για’ δεν βγαίνει πρώτα ο ίδιος να δώσει το καλό παράδειγμα, που κάθεται ταμπουρωμένος στο Μαξίμου πίσω από το τείχος που φτιάχνουνε, όχι μία, όχι δύο, τρεις κλούβες της Αστυνομίας κι έχει γίνει ο ωραιότερος δρόμος της Αθήνας, η Ηρώδου Αττικού, το άβατον του κόσμου.
Κι έχεις και τον άλλον να σου λέει διαμαρτυρόμενος «Αυτό δεν είναι Αριστερά».
Διαφωνώ καθέτως (Ο Παπανδρέου έλεγε το «καθέτως», «κάθετα» αλλά δεν επικράτησε ο τύπος).
Διαφωνώ καθέτως λοιπόν. ΑΥΤΟ είναι Αριστερά.
Η υπαρκτή τουλάχιστον. Γιατί αυτή που φανταστήκαμε κι αγαπήσαμε παλιά, ήταν μόνο στα όνειρά μας.
Κι ετούτη η κυβέρνηση απεδείχθη ονειροκτόνος.
Και πολύ καλά μας έκανε.
Ευχαριστούμε πολύ παιδιά, να ζήσουμε να σας θυμόμαστε.