Λήψη νέων προληπτικών μέτρων τώρα, για να εφαρμοστούν το 2019 και το 2020, ζητούν οι δανειστές από την ελληνική κυβέρνηση. Το ΔΝΤ για να δεχτεί τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το πέρας του τρίτου προγράμματος το 2018 αξιώνει την ψήφιση μέτρων διαμορφώνοντας το ίδιο σκηνικό που είχε δημιουργηθεί την προηγούμενη άνοιξη πριν από το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης. Οταν δηλαδή στο περιθώριο της εαρινής Συνόδου του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον είχε ζητηθεί για πρώτη φορά από το οικονομικό επιτελείο η ψήφιση πρόσθετου πακέτου μέτρων για να αισθάνονται οι θεσμοί ασφαλείς και ήρεμοι σε περίπτωση δημοσιονομικού εκτροχιασμού.

Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές των «ΝΕΩΝ», η κυβέρνηση δεν έχει μπει καν σε διαδικασία συζήτησης για την πιθανότητα λήψης πρόσθετων μέτρων και σχολιάζει για το Ταμείο πως αντί να πιέσουν τους Ευρωπαίους, δηλαδή τη Γερμανία, για να υπάρξει ελάφρυνση του χρέους, κάτι που θα επηρέαζε προς τα κάτω και τα πρωτογενή πλεονάσματα, ασκούν αφόρητες πιέσεις στην κυβέρνηση να λάβει για παν ενδεχόμενο νέα μέτρα. Δεν είναι καθόλου τυχαία η αναφορά του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη Τετάρτη πως η κυβέρνησή του δεν προτίθεται να πάρει νέα μέτρα λιτότητας, και μάλιστα για τα έτη που έπονται της λήξης του ελληνικού προγράμματος.

Ωστόσο, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές που έχουν γνώση της διαδικασίας της διαπραγμάτευσης, η κυβέρνηση ενδεχομένως και να συζητούσε την πιθανότητα επέκτασης του περίφημου κόφτη, δηλαδή του μηχανισμού δημοσιονομικής προσαρμογής. Για τα έτη 2019 και 2020. Υπό την προϋπόθεση βεβαίως πως οι θεσμοί, συμπεριλαμβανομένου και του ΔΝΤ, θα αποφασίσουν να προχωρήσει η συζήτηση για το ελληνικό δημόσιο χρέος με την εξειδίκευση και εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων μέχρι το τέλος του προγράμματος και την εφαρμογή των μακροπρόθεσμων μέτρων μετά το 2018. Κάτι που πρακτικά θα σήμαινε και κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης εντός των χρονοδιαγραμμάτων «χωρίς άσκοπες καθυστερήσεις».

Bullying από το ΔΝΤ

Είναι γεγονός ότι η κυβέρνηση δέχτηκε πολλές πιέσεις στη διάρκεια της διαπραγμάτευσης που έλαβε χώρα στην Αθήνα τις τελευταίες ημέρες, και μάλιστα είδε το ΔΝΤ να ακολουθεί πολύ σκληρή τακτική στο θέμα των εργασιακών, χωρίς ωστόσο να εμφανίζεται πρόθυμο να δώσει κάποιο αντάλλαγμα στην ελληνική πλευρά. Επιπλέον άρχισε να ανοίγει εκ νέου θέματα λήψης πρόσθετων μέτρων δημιουργώντας στην κυβέρνηση και φυσικά και στο Μέγαρο Μαξίμου ένα εφιαλτικό déjà vu του προηγούμενου Απριλίου.

Εξ αυτού του λόγου η κυβέρνηση διά του εκπροσώπου της Δημήτρη Τζανακόπουλου επανέλαβε σε μία από τις τελευταίες ενημερώσεις των πολιτικών συντακτών πως «το ΔΝΤ θα πρέπει να έχει το θάρρος της γνώμης του» και να πει εάν πιστεύει πως η λήψη νέων μέτρων θα βοηθούσε την ελληνική οικονομία και τη χώρα.

Οι διαπραγματεύσεις που έλαβαν χώρα την προηγούμενη εβδομάδα στο Hilton μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών ήταν ενδεικτικές του κλίματος που είχε δημιουργηθεί. Πληροφορίες αναφέρουν πως ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος ήταν δηκτικός προς τους θεσμούς και εστιάζοντας προς το ΔΝΤ σχολίαζε πως δεν γίνεται οι δανειστές να συμπεριφέρονται σαν να βρίσκονται σε παιδική χαρά κάνοντας bullying στο πιο αδύναμο παιδί, δηλαδή την Ελλάδα. Στις διαβουλεύσεις οι εκπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης εμφανίστηκαν αρκετές φορές να λένε στην Ντέλια Βελκουλέσκου πως «αντί να τα βάζετε με την Ελλάδα, πείτε κάτι στους ευρωπαϊκούς θεσμούς για το χρέος».

Να σημειωθεί ότι το ΔΝΤ δεν προσδιόρισε δημοσιονομικά την αξίωσή του για νέα μέτρα, καθώς η κυβέρνηση δεν μπήκε καν στη διαδικασία να ρωτήσει ποιες ακριβώς είναι οι απαιτήσεις της άλλης πλευράς.

Πάντως, η πιθανότητα, εφόσον κλείσει εγκαίρως η δεύτερη αξιολόγηση και κυλήσει ομαλά ο οδικός χάρτης για την οικονομία τους επόμενους μήνες, να σκεφτεί η κυβέρνηση την επέκταση του δημοσιονομικού κόφτη, εφόσον δεν εκπληρώνονται οι στόχοι, δεν είναι κάτι που έχει αποκλειστεί. Ομως κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε προσδιορισμό των μέτρων για το χρέος, ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ και έξοδό της στις αγορές μέσα στο 2017.

Αξιολόγηση

και εργασιακά

Η κυβέρνηση εξακολουθεί να πιστεύει άλλωστε πως στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να κλείσει η πολιτική συμφωνία για τη δεύτερη αξιολόγηση. Ο Αλέξης Τσίπρας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα είπε πως «είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι», ωστόσο στην ενδελεχή ενημέρωση που έγινε από τους Ευκλείδη Τσακαλώτο και Εφη Αχτσιόγλου στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ αμέσως μετά, το καλό σενάριο συγκέντρωσε πιθανότητες γύρω στο 75%. Από τους δύο υπουργούς παρουσιάστηκαν επίσης άλλα δύο σενάρια, το μέτριο και το κακό. Το τελευταίο προβλέπει μη κλείσιμο της αξιολόγησης στις 5 Δεκεμβρίου και αοριστίες από την πλευρά των θεσμών ως προς την προοπτική ολοκλήρωσής της. Το ενδιάμεσο σενάριο προβλέπει πως η κυβέρνηση «παίρνει» κάτι στο Eurogroup, όχι όμως τόσα που θα της επέτρεπαν να αισιοδοξεί για νομικό κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης στις αρχές του Ιανουαρίου.

Πάντως, από τα όσα είπε ο Πρωθυπουργός στους βουλευτές του γίνεται σαφές πως η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να κινηθεί πολύ αποφασιστικά στα εργασιακά ζητώντας επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, δηλαδή επί της ουσίας εναρμόνιση με όσα ισχύουν στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Ο Τσίπρας μίλησε για καθεστώς «γαλέρας» που δημιούργησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις κι άφησε να εννοηθεί ότι δεν θα γίνουν «υποχωρήσεις αρχών» τουλάχιστον στο θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Ακόμη κι αν αυτές επανέλθουν το δεύτερο εξάμηνο του 2017 ή το πρώτο του 2018. Σε ό,τι δε αφορά το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων, το Μαξίμου αρνείται να δεχτεί πως την ώρα που καταβάλλονται προσπάθειες για μείωση της ανεργίας η κυβέρνηση θα συναινέσει σε απελευθέρωση των απολύσεων. Αρμόδιες πηγές αναφέρουν ότι η κυβέρνηση σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να δεχθεί την αύξηση του 5% στο 10%. «Δεν τους το δίνουμε αυτό με τίποτα» επισημαίνουν. Παρ’ όλα αυτά, εκείνο το σημείο στο οποίο η κυβέρνηση θα μπορούσε να μπει σε συζήτηση σχετίζεται με το ότι οι υπογραφές για τις απολύσεις θα μπορούσαν να περνούν πλέον από τους κοινωνικούς εταίρους και όχι από τον αρμόδιο υπουργό.

Να σημειωθεί πως η κυβέρνηση κρατάει κλειστά τα χαρτιά της στην εξέλιξη της διαπραγμάτευσης και δεν αφήνει να διαρρεύσουν λεπτομέρειές της. Για παράδειγμα, στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ διανεμήθηκε στα μέλη του οργάνου ενημερωτικό σημείωμα για τα δεδομένα της διαπραγμάτευσης, το οποίο κατά την αποχώρηση παραδόθηκε πίσω για να μην υπάρξουν διαρροές. Νέα ενημέρωση θα γίνει την ερχόμενη εβδομάδα, παρόντος και του Πρωθυπουργού.

Ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει τα εμπόδια που έχουν υψωθεί στον δρόμο για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Και στην παρούσα φάση προτιμάει να αναδεικνύει το πολιτικό σχέδιο της Νέας Δημοκρατίας που συνοψίζεται στην υπογραφή τέταρτου Μνημονίου από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, παρά να δείχνει τις δικές του προθέσεις για την πιθανότητα αποτυχίας στο κλείσιμο της αξιολόγησης.

Ξορκίζουν τις εκλογές

Το βέβαιο είναι ότι ο πολιτικός του σχεδιασμός δεν περιλαμβάνει εκλογές. «Δεν τις θέλει κανείς, κανείς δεν έχει εισηγηθεί κάλπες» επαναλαμβάνουν από το Μέγαρο Μαξίμου. Ομως η φράση του Πρωθυπουργού, πως αποτυχία της διαπραγμάτευσης «ενδεχομένως να οδηγούσε και σε εκλογές», δεν ήταν συμπτωματική ούτε του ξέφυγε. Ο Αλέξης Τσίπρας ήθελε να στείλει μηνύματα εντός και εκτός Ελλάδας. Να προειδοποιήσει από τη μια τους ευρωπαίους εταίρους πως εάν δεν κλείσει η αξιολόγηση μπορεί να προκληθεί αποσταθεροποίηση στη χώρα –κάτι που δεν το επιθυμεί κανείς στην Ευρώπη –και να υπενθυμίσει από την άλλη στα κόμματα του λεγόμενου κεντρώου χώρου πως οι εκλογές στην παρούσα φάση δεν συμφέρουν κανέναν. Γνωρίζοντας πως στη δεδομένη χρονική στιγμή μια εκλογική αναμέτρηση θα ήταν καταστροφική όχι μόνο για την κυβέρνηση αλλά και για κόμματα όπως η Δημοκρατική Συμπαράταξη, Το Ποτάμι και η Ενωση Κεντρώων. Επιπλέον δεν διέλαθε την προσοχή κανενός η ειδική αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στον Βαγγέλη Βενιζέλο, τον οποίο με τον τρόπο του προσπάθησε να διαχωρίσει από το ΠΑΣΟΚ μιλώντας για τον φίλο του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Οδεύοντας προς την 5η Δεκεμβρίου, πάντως, η κυβέρνηση δεν αποκλείει την πιθανότητα να πραγματοποιηθεί το Washington Group. Κυβερνητικοί κύκλοι εκτιμούν πως αναβλήθηκε επειδή είδε το φως της δημοσιότητας, όμως θεωρούν σχεδόν σίγουρο ότι θα γίνει, και μάλιστα σε ανύποπτο χρόνο.