Οι Γάλλοι φαίνεται ότι έχουν ήδη πάρει τις αποφάσεις τους: 57% των τηλεθεατών ανακήρυξαν τον Φρανσουά Φιγιόν νικητή της τηλεοπτικής μονομαχίας με τον Αλέν Ζιπέ το βράδυ της Πέμπτης. Και 67% των πολιτών που θα συμμετάσχουν αύριο στην πραγματική μονομαχία, στον δεύτερο γύρο της primaire των Ρεπουμπλικανών, επιθυμούν –σύμφωνα με άλλη δημοσκόπηση –τη νίκη του Φιγιόν. Εκτός απροόπτου, ο κύβος ερρίφθη. Ο Ζιπέ ξεκαθάρισε ήδη πως θα στηρίξει τον Φιγιόν σε περίπτωση ήττας του –«η Δεξιά προετοιμάζει τη συσπείρωσή της», ήταν χθες ο πρωτοσέλιδος τίτλος της «Monde». Στο μεταξύ, κάποιοι γάλλοι αναλυτές επιχειρούν να εξάγουν συμπεράσματα που δεν αφορούν μόνο τη Γαλλία, δεν περιορίζονται στα γαλλικά σύνορα: η άνοδος του Φρανσουά Φιγιόν, σημειώνει για παράδειγμα ο κοινωνιολόγος Μισέλ Βεβιορκά, πρόεδρος του Ιδρύματος Maison des sciences de l’homme, αποδεικνύει πως ο κλασικός συντηρητισμός μπορεί να αντισταθεί στον λαϊκισμό∙ ένα καλό νέο που η Αριστερά –δυστυχώς –δεν κατορθώνει να εκμεταλλευτεί.
Σε μια περίοδο όπου, παντού στον κόσμο, τα κλασικά πολιτικά συστήματα βρίσκονται σε δύσκολη θέση, και οι κίνδυνοι –λαϊκισμός, εξτρεμισμός, απολυταρχισμός –ενισχύονται, η επιτυχία του Φρανσουά Φιγιόν έρχεται να πει δύο, συμπληρωματικά, πράγματα, σημειώνει ο Βεβιορκά, ένας βέρος Αριστερός, στη «Monde»: ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία δεν είναι καταδικασμένη, και πως μια κλασική, δυναμική Δεξιά, ικανή να αποκτήσει έναν αδιαφιλονίκητο ηγέτη και ένα όραμα για το μέλλον, μπορεί να υπάρξει στη Γαλλία.
Εφόσον βέβαια επιβεβαιωθεί, η επιτυχία αυτή θα θέσει σε προεδρική τροχιά έναν υποψήφιο ισχυρό, που ενσαρκώνει αξίες σχετικά σαφείς, φιλελεύθερες σε ό,τι αφορά την οικονομία και συντηρητικές στα κοινωνικά και πολιτισμικά ζητήματα. Κάποιοι λοιπόν από όσους ψήφισαν Εθνικό Μέτωπο σε πρόσφατες εκλογές πιθανόν να δείξουν ενδιαφέρον για έναν ηγέτη που διαθέτει πολιτική εμπειρία και είναι σε θέση να νικήσει καθαρά τον αντίπαλο που θα του αντιπαρατάξει η Αριστερά: τίποτα, επιμένει ο Βεβιορκά, δεν προεξοφλεί πως η Ακροδεξιά θα βρίσκεται στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών τον Μάιο. Η εμπειρία της primaire της Δεξιάς αποκτά λοιπόν διεθνή σημασία, δείχνει ειδικότερα σε ολόκληρη την Ευρώπη πως το χειρότερο δεν αποτελεί νομοτέλεια και πως είναι ακόμη δυνατό να κάνουμε πολιτική, δημοκρατικά.
Δείχνει επίσης πως η κλασική Δεξιά μπορεί να αντισταθεί στις τάσεις αποσύνθεσης των πολιτικών συστημάτων. Ισως ακόμη να προαναγγέλλει μια μεγάλη νίκη αυτής της ίδιας Δεξιάς, έστω και εν μέσω έντασης ανάμεσα στα δύο διαφορετικά ρεύματα που ενσαρκώνουν ο Φρανσουά Φιγιόν και ο Αλέν Ζιπέ, στις επόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές –ενώ η κυβερνητική Αριστερά κινδυνεύει να βρεθεί με αριθμό βουλευτών μικρότερο και από εκείνον του Εθνικού Μετώπου.
Διότι η Αριστερά δυσκολεύεται ιδιαίτερα να αποκτήσει, με τη σειρά της, έναν αδιαφιλονίκητο ηγέτη και να βάλει τέλος στην κατάπτωσή της. Σε ολόκληρο τον κόσμο παρατηρούμε μια ιστορική παρακμή της Αριστεράς, που ξεκίνησε με την αποδόμηση του κομμουνισμού, εγκαινιάστηκε με τον αριστερισμό στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και επιταχύνθηκε τις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Η παρακμή αυτή συνεχίστηκε με την υποχώρηση της σοσιαλδημοκρατίας, που δεν διαθέτει πλέον συνδικαλιστικά κινήματα να στηριχθεί όπως παραδοσιακά έκανε, και η οποία προσκρούει, στην προσπάθειά της να προωθήσει το κοινωνικό κράτος, πάνω στην οικονομική παγκοσμιοποίηση και τον θριαμβεύοντα ατομικισμό.
Ενας δρόμος που δεν είναι αναπόφευκτος
Μετά το Brexit, που πυροδότησε έντονη κριτική όσον αφορά τα θεμέλια, αλλά και την υγεία της βρετανικής δημοκρατίας, μετά τις ανεπάρκειες του αμερικανικού πολιτικού συστήματος που ανέδειξε η εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ –με τα δύο μεγάλα κόμματα ανίκανα να εξοπλιστούν με αδιαφιλονίκητους ηγέτες –πολλοί στη Γαλλία φοβούνταν πως αυτό το παγκόσμιο κύμα θα κατέκλυζε και τη δική τους χώρα, αν όχι ως προς τον εξτρεμισμό, τουλάχιστον ως προς τα ψέματα, τη χυδαιότητα, την ηθική διαφθορά, τη συνωμοσιολογία και τον παραλογισμό: η primaire της Δεξιάς και του Κέντρου, και όχι μόνο το αποτέλεσμά της, δείχνει πως αυτός ο δρόμος δεν είναι αναπόφευκτος.