Αρχισε τα γυρίσματα της «Μήδειας» το 2008 και ολοκλήρωσε την ταινία το 2014. Κανείς δεν ήταν προετοιμασμένος γι’ αυτή την περιπέτεια και το φιλμ που προέκυψε («Μήδεια –Κρείσσων των εμών βουλευμάτων») μοιάζει με ανταπόκριση από το μέτωπο. Η είδηση είναι πως από την περασμένη Πέμπτη η ταινία προβάλλεται στον κινηματογράφο Τριανόν, σηματοδοτώντας τη μεγάλη επιστροφή του σκηνοθέτη της ύστερα από έντεκα χρόνια απουσίας (η «Αγρύπνια», αμέσως προηγούμενη ταινία του, κυκλοφόρησε το 2005). «Πότε μια ταινία γίνεται κάτι παραπάνω από μια ταινία; Οταν παίζεις το κεφάλι σου κορόνα γράμματα. Και μπήκαμε όλοι σε αυτή την περιπέτεια: ο Βαγγέλης ο Μουρίκης, ο Χουρμουζιάδης, εγώ, ο Χρήστος Χουλιάρας, η Γιούλα Ζωιοπούλου, ο Κωστής Γκίκας, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, όλοι μας, για πολλά χρόνια. Και κάθε φορά που εγώ έπεφτα, με σήκωναν οι άλλοι. Τους χρωστώ μεγάλη ευγνωμοσύνη. Αυτή ήταν μια προσωπική υπόθεση που ξεκίνησε από μια εμμονή σε μια δύσκολη περίοδο της ζωής μου –περνούσα μια βαθιά κρίση. Πριν από την οικονομική ακόμα!».

Ο ΝΟΥΑΡ «ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ». Οσοι από εσάς έχουν δει τους «Απόντες» που γύρισε ο σκηνοθέτης το 1996, θα θυμούνται τη γιαπωνέζα τουρίστρια που απαγγέλλει –στον Τάσο Νούσια –τη «Μήδεια» στο πρωτότυπο. «Ναι, αυτό ξεκίνησε από ένα αληθινό συμβάν: γνώρισα στη Σαλαμίνα έναν ιάπωνα ναυπηγό, που είχε πάθος για τα κλασικά έργα. Και τη “Μήδεια” την ήξερε όλη απέξω, στο πρωτότυπο. Εμείς λοιπόν στο σχολείο αυτές τις υπέροχες ιστορίες, τον “Αίαντα”, την “Ηλέκτρα”, την “Αντιγόνη”, την “Ιλιάδα” και την “Οδύσσεια”, τις μισήσαμε. Και γι αυτό φταίνε οι καθηγητές μας. Γιατί, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει καλύτερο “φιλμ νουάρ” από τον “Αγαμέμνονα” του Αισχύλου. Σκέψου το: τραγωδία είναι η στιγμή κατά την οποία το συμβόλαιο που έχει υπογράψει ένας ήρωας με τον εσωτερικό και τον εξωτερικό του κόσμο γίνεται χαρτοπόλεμος. Γι’ αυτό και το νουάρ είναι το μοναδικό είδος στο οποίο η αρχαία τραγωδία είναι παρούσα. “Ζούγκλα της ασφάλτου”, “Out of the past”, “Η λεωφόρος της Δύσης”, πολύ μεγάλες ταινίες. Ο Γιαπωνέζος λοιπόν μου αποκάλυψε πως σε αυτά τα έργα κρύβεται μια πάρα πολύ σοβαρή υπόθεση, που στο σχολείο φαινόταν πάντα βαρετή. Προσωπικά, πιστεύω πως αν οι μαθητές διδάσκονταν αυτά τα έργα με τρόπο διαφορετικό, θα ζούσαμε σε άλλη χώρα».

Δηλαδή, πώς άλλαξαν οι τραγωδίες την αρχαία Αθήνα, αναρωτιέμαι, ελπίζοντας να προκαλέσω μια αντίδραση. Ο Νίκος χαμογελά: «Θυμάσαι το “Reconstruction of the Fables” (σ.σ.: «Η ανακατασκευή των θρύλων») των REM; Τι έκαναν οι Αθηναίοι; Πήραν τους παλιούς μύθους και τους επαναδόμησαν. Στον “Οιδίποδα” του Ευριπίδη, ας πούμε, ο Οιδίποδας δεν αυτοτυφλώνεται όπως στον Σοφοκλή: τον τυφλώνουν οι στρατιώτες του Κρέοντα (σ.σ.: από την τραγωδία σώζονται μόνο 40 στίχοι, εκ των οποίων ο ένας είναι αυτός που παραθέτει ο Γραμματικός). Πήραν λοιπόν οι Αθηναίοι τους παλιούς μύθους και έφτιαξαν μύθους της αναδόμησης. Και η Αθήνα έγινε αυτοκράτειρα του κόσμου –όπως ακριβώς το Χόλιγουντ έκανε την Αμερική υπερδύναμη του κόσμου. Με την αφήγηση. Και στη “Μήδεια” ο Ευριπίδης αλλάζει το πρωτότυπο: ο φόνος των παιδιών δεν υπάρχει στον μύθο. Αρα, όση απόσταση έχω εγώ από τη “Μήδεια” άλλη τόση έχει και ο Ευριπίδης. Και τα ερωτήματα που θέτει δεν είναι απλώς διαχρονικά αλλά καθημερινά». Ειρωνικό, αν σκεφτεί κανείς τις σκληρές κριτικές που δέχτηκε η «Μήδεια» στην εποχή της, σπεύδω να παρατηρήσω. «Ο Ευριπίδης, και ιδιαίτερα η “Μήδεια”, ήταν μάλλον ένας αποδιοπομπαίος τράγος εκείνη την εποχή» απαντά. «Το έργο γράφτηκε το 431 π.Χ., τη χρονιά που άρχισε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος. Παρ’ όλα αυτά, έχουν σωθεί δεκαεπτά τραγωδίες του. Ο Χουρμουζιάδης μου έλεγε πως αν υπήρχε ένας απόγονος του Ευριπίδη θα είχαμε φτάσει στον Ιψεν πολύ νωρίτερα».

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΙΝΕΜΑ. Σκέφτομαι πως με παρόμοιο τρόπο, πολλές από τις ελληνικές ταινίες που πέρασαν απαρατήρητες στην εποχή τους επιστρέφουν ξανά και ξανά στο προσκήνιο, αρνούμενες πεισματικά να χαθούν. «Από το 1980 και μετά έχω δει όλο το ελληνικό σινεμά, όλες τις μικρού και μεγάλου μήκους ταινίες του. Υπάρχει ένα σύνολο μέσα του, ταινίες με αξία, οι οποίες μας επηρέασαν, και το βλέπω ακόμα περισσότερο στους νέους σκηνοθέτες. Παναγιωτόπουλος, Νικολαΐδης, Μαρκετάκη, Αγγελόπουλος, Βούλγαρης, Κατσουρίδης, Μαραγκός, Τζαβέλλας. Πολύ πράγμα. Θυμάμαι όταν είχα δει για πρώτη φορά το “Σπιρτόκουτο” βγήκα από την αίθουσα σε ανάταση, είχα δει μια ωραία ελληνική ταινία. Υπάρχει λοιπόν ένας πλούτος εκεί, στον οποίο και επιστρέφουμε. Κάτι συμβαίνει».

Το ζήτημα βέβαια με το ελληνικό σινεμά είναι η επαφή του με το ελληνικό κοινό, αυτό το στοίχημα της αξιοπιστίας που ακόμα μοιάζει να μην έχει κερδηθεί. Η αξία μιας ταινίας όμως εγγράφεται στο αποτύπωμα που αφήνει. Τα εισιτήρια που έκανε, ας πούμε, η «Ευδοκία» στην εποχή της, είναι ασήμαντα. Θα μιλάμε όμως πάντα γι’ αυτήν. Οπως και για τον «Βασιλιά» ή τους «Απόντες», δυο ταινίες που παραμένουν σημεία αναφοράς για το σύγχρονο ελληνικό σινεμά. «Δεν κάνω ταινίες για τη πάρτη μου ούτε για τους φίλους μου» απαντά ο Νίκος. «Κάνω ταινίες για το κοινό. Αλλά για ποιο κοινό; Το κοινό εκείνο που πάει να δει μια ταινία επιθυμώντας να βγει από την αίθουσα πλουσιότερο σε βιώματα και εμπειρίες, το κοινό που σκύβει προς το μέρος της ταινίας, που πηγαίνει προς την ταινία, αντί να περιμένει την ταινία να κατέβει προς το μέρος του, το κοινό που δεν τρώει ποπκόρν. Αν θες να το πούμε διαφορετικά, έχω κι εγώ ένα target group».

Ο ΑΛ ΠΑΤΣΙΝΟ. Ολη αυτή η κουβέντα, για μια περιπέτεια που ξεκίνησε το 2008. Δύο οι αφετηρίες: μια προσωπική δύσκολη στιγμή του σκηνοθέτη, και ο Αλ Πατσίνο: στο «Αναζητώντας τον Ριχάρδο» του 1996, σε σκηνοθεσία του ιδίου, ο σπουδαίος αμερικανός ηθοποιός διερευνά τη σημασία του Σαίξπηρ στο «σήμερα», ενώ ο ίδιος προετοιμάζεται να ανεβάσει μια παράσταση του Ριχάρδου Γ’. Στη «Μήδεια», το φιλμ αναγράφεται στους τίτλους τέλους, ως πηγή έμπνευσης: «Την ταινία αυτή την έδειχνα στους μαθητές μου, για να τους δείξω πώς προετοιμάζει ο ηθοποιός έναν ρόλο. Μόνο που το πρόβλημα του Πατσίνο ήταν καλλιτεχνικό: πώς να αντιμετωπίσει τον Σαίξπηρ. Εγώ όμως ξεκίνησα την ταινία για να λύσω ένα προσωπικό μου ζήτημα. Οπως ένας μουσικός γράφει ένα τραγούδι για τον έρωτα, έτσι και ο σκηνοθέτης πάει να κάνει μια ταινία γιατί πρέπει να πιαστεί από κάπου. Πιάστηκα λοιπόν από το σινεμά, από τους φίλους μου, από μια εμμονή. Αυτά μας κρατούν όρθιους».

INFO

Η ταινία του Νίκου Γραμματικού «Μήδεια – Κρείσσων των εμών βουλευμάτων» προβάλλεται στον κινηματογράφο Τριανόν (Κοδριγκτώνος 21, τηλ. 210-8215.469). Συμμετέχουν/ εμφανίζονται: Βαγγέλης Μουρίκης, Μηνάς Χατζησάββας, Ερση Μαλικένζου, Αρης Ρέτσος, Τάσος Νούσιας κ.ά.