«Το ότι ζω το οφείλω σε δύο γενειοφόρους. Τον Θεό και τον Φιντέλ».
Είναι γνωστό πως οι βερμπαλιστικές κενώσεις του Ντιέγκο Μαραντόνα είναι συχνές και παρατεταμένες. Δεν θα μπορούσε λοιπόν ποτέ να κρύψει τον θαυμασμό του για τον φίλο του επαναστάτη Φιντέλ Κάστρο χρησιμοποιώντας χαρακτηρισμούς που έκαναν τους εκπροσώπους της Εκκλησίας να ανατριχιάζουν.
«Δεν είμαι κομμουνιστής. Είμαι φιδελίστα μέχρι τον θάνατό μου» είχε δηλώσει ενώπιον του ηγέτη της Κούβας, στις 29 Οκτωβρίου 2001, παραμονή των 41ων γενεθλίων του στην Αβάνα.
Ο Μαραντόνα αισθανόταν υποχρεωμένος απέναντι στον Κομαντάντε γιατί ήταν ο μόνος που του έτεινε χείρα βοηθείας όταν το κεφάλι του μόλις ξεπρόβαλλε από τον απόπατο των ναρκωτικών.
Εισήχθη στην κλινική Λα Περδέρα της κουβανικής πρωτεύουσας τον Ιανουάριο του 2000, ακολουθώντας για τα επόμενα τέσσερα χρόνια πρόγραμμα απεξάρτησης από τα ναρκωτικά υπό το άγρυπνο βλέμμα τού Φιντέλ Κάστρο.
Ως δείγμα ευγνωμοσύνης ο Ντιεγκίτο «χτύπησε» τατουάζ στην αριστερή του γάμπα το πρόσωπο του Κομαντάντε, ολοκληρώνοντας την επαναστατική του δράση, την οποία είχε ξεκινήσει με το τατουάζ του Τσε Γκεβάρα στο δεξί του μπράτσο.
Στην είδηση του θανάτου του Κάστρο, ο Μαραντόνα άρχισε να κλαίει ανεξέλεγκτα, όπως τουλάχιστον δήλωσε ο ίδιος από το Ζάγκρεμπ όπου βρισκόταν για να υποστηρίξει την εθνική ομάδα τένις της Αργεντινής στον τελικό του Κυπέλλου Ντέιβις.
«Μετά τον θάνατο του πατέρα μου αυτή είναι η μεγαλύτερη θλίψη που έχω βιώσει. Μου άνοιξε τις πόρτες της Κούβας όταν οι κλινικές στην Αργεντινή μου τις έκλειναν κατάμουτρα διότι δεν ήθελαν να κατηγορηθούν για τον θάνατο του Μαραντόνα. Μου έλεγε πως μπορούσα να τα καταφέρω. Και τα κατάφερα. Και είμαι εδώ. Και μιλάω γι’ αυτόν».
Η πρώτη συνάντηση των δύο ανδρών έγινε στις 28 Ιουλίου 1987, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα. Να πώς περιγράφει ο Αργεντινός στην αυτοβιογραφία του «Εγώ, ο Ντιέγκο» εκείνη τη συνάντηση: «Μας υποδέχτηκε στο γραφείο του, ακριβώς απέναντι από την Πλάσα ντε λα Ρεβολουσιόν. Εγώ ήμουν τόσο νευρικός που δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη. Υπήρχε φοβερή κατανόηση μεταξύ μας, αν και κάποιες λέξεις σήμαιναν διαφορετικά πράγματα για τον καθένα μας. Οταν εκείνος έλεγε μπάλα, αναφερόταν στο μπέιζμπολ. Οταν εγώ έλεγα το ίδιο, μιλούσα για ποδόσφαιρο. Μου είπε ότι συνήθιζε να παίζει δεξί εξτρέμ! Τότε του είπα αστειευόμενος: “Τι; Δεξιό εξτρτέμ, εσύ; Μάλλον αριστερό εξτρέμ θα σου ταίριαζε καλύτερα”.
Οταν φεύγαμε πια, κοίταξα το κασκέτο του, σήκωσα ερωτηματικά τα φρύδια κι εκείνος το έπιασε αμέσως, σχεδόν δεν άκουσε τι του έλεγα.
“Αρχηγέ, συγγνώμη, θα μου το δώσετε;”.
Το έβγαλε και πήγα να το βάλω, αλλά με σταμάτησε.
“Περίμενε να σ’ το υπογράψω πρώτα, αλλιώς μπορεί να είναι οποιουδήποτε”».
Σε δύο περιπτώσεις, με δέκα χρόνια διαφορά, ο Φιντέλ Κάστρο έδειξε δημόσια τη φιλία του προς τον Μαραντόνα. Στην πρώτη, το 2005, έδωσε συνέντευξη στον Ντιεγκίτο για την εκπομπή του «La Noche del Diez», όπου χαρακτήριζε την εκλογή του Τζορτζ Μπους στην προεδρία των ΗΠΑ «νοθευμένη».
Στη δεύτερη, το 2015, έστειλε επιστολή στον Μαραντόνα, καθιστώντας τον ουσιαστικά εκπρόσωπό του, για να διαψεύσει τις φήμες περί θανάτου του. Στην απάντησή του ο Ντιεγκίτο έγραψε μεταξύ άλλων: «Φιντέλ, αν έμαθα κάτι από σένα όλα αυτά τα χρόνια της ειλικρινούς και όμορφης φιλίας μας είναι πως η πίστη είναι ανεκτίμητη και ένας φίλος αξίζει περισσότερο από ολόκληρο το χρυσάφι του κόσμου».