Αμφιβάλλω αν σε άλλη χώρα σπαταλήθηκε τόσο διαδικτυακό μελάνι, τόση φαιά ουσία και τόσα αποθέματα ψυχικών δυνάμεων για την αποτίμηση του «φαινομένου Κάστρο». Μήπως αυτοκτονήσουν και κάποιοι. Οχι από μαράζι για το επέκεινα του κομαντάντε αλλά γιατί δεν μπόρεσαν να πείσουν ότι στην Κούβα κορίτσια και αγόρια το κάνουν για τρία ευρώ ή, από την άλλη, ότι το δηλητήριο του μπλε σκορπιού θεραπεύει πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν. Ζήσαμε ατμόσφαιρα δημοψηφίσματος, φίλοι τσακώθηκαν, γνωστοί αλληλομπλοκαρίστηκαν στα σόσιαλ μίντια και ανασύρθηκαν τα ίδια λεκτικά κλισέ συμπλεγματικής ανοησίας για την επινοημένη «Σία από το Παγκράτι» που τολμά να κρίνει τον Κάστρο –είτε θετικά είτε αρνητικά. Ακόμη και οι συναινετικοί είχαν στη διατύπωσή τους κάτι από «ακραίο κέντρο». Με δυο λόγια, όλοι στα κάγκελα έτοιμοι να τσακωθούν ακόμη και με τον εαυτό τους.
Ολα αυτά βέβαια δεν είναι παρά προβολές, στην είδηση των ημερών, απωθημένων, εμμονών και ελλειμμάτων. Οι μεγαλοκοπέλες που στα νιάτα τους μπέρδευαν τον Τσε με τον Λάκη Κομνηνό, αλλά συντηρούν τον άνυδρο ερωτισμό τους με τη φαντασίωση του αντάρτη που «θα τις βατέψει», οι γραφικοί που επαναλαμβάνουν τα ίδια ανέμπνευστα αστεία για τα Ρόλεξ και τους εκατομμυριούχους επιγόνους, οι κοκωβιοί οι οποίοι με το που ξεψύχησε ο Κάστρο φόρεσαν το σκουφάκι της επανάστασης (κάποιοι κυριολεκτικά) και μοιράζουν χολή και υστερικά τσιτάτα, πρώην κοσμικές που τίμησαν το γεγονός με δημοσιοποίηση δεκάδων φωτογραφιών τους στη Μαλεκόν, όλοι αυτοί πώς θα περνούσαν το Σαββατοκύριακο; Πριν καθαρογραφεί στην Ιστορία ο θάνατος του κομαντάντε, για τη γειτονιά μας λειτούργησε ως εθνική εκτόνωση.