Μέχρι ένα σημείο τούς καταδιώκει το «σύνδρομο Ντέιβιντ Μπέκαμ». Γράφονται, δηλαδή, περισσότερα για την εξωτερική τους εμφάνιση παρά για τη μέθοδο της τέχνης τους: για τα τατουάζ του Τζέιμς Ντιν και του Χιθ Λέτζερ που έχει ο 26χρονος Πολούνιν στα χέρια του ή για το άστρο της Σιλβί Γκιλέμ που θέλει να ακολουθήσει η 30χρονη Ρωσίδα Οσίποβα. Οι δυο τους, ζευγάρι στη ζωή και στον χορό, εμφανίζονται στην Αθήνα για να παρουσιάσουν χορογραφίες των Σίντι Λάρμπι Τσερκάουι («Qutb»), Ράσελ Μάλιφαντ («Silent Echo») και Αρτουρ Πίτα («Run Mary Run»). Ο καθένας κουβαλάει την προσωπική του διαδρομή, μακριά από τις εύκολες ετικέτες «ο Τζέιμς Ντιν του χορού» και η «νέα Φοντέιν». Ο Ουκρανός Σεργκέι Πολούνιν, για παράδειγμα, έγινε μόλις στα 13 του μέλος του British Royal Ballet School και στα 19 του πρώτος χορευτής του λονδρέζικου Royal Ballet, ο νεότερος στην ιστορία της εταιρείας. Σήμερα, στα 26 του, είναι μόνιμος «επισκέπτης καλλιτέχνης» στο Bayerisches Staatsballet του Ζελένσκι στη Ρωσία και δίνει συχνά παραστάσεις στο Royal Ballet δίπλα στην πρώτη χορεύτρια –έκπληξη! –Ναταλία Οσίποβα, η οποία υπήρξε μία από τις κορυφαίες Ζιζέλ και Οντέτ –της «Λίμνης των κύκνων» –τα τελευταία χρόνια. Οι δυο τους δέχθηκαν να απαντήσουν σε ερωτήσεις του «Νσυν» για την προσωπική και την κοινή τους πορεία στον σύγχρονο χορό.
Τι κρύβεται πίσω από τη λέξη «χορευτής»; Είναι μόνο η επιτυχία ή είναι ένας κόσμος γεμάτος άγχος και τραύματα;
Οταν αγαπάς το επάγγελμά σου, τίποτα δεν είναι δύσκολο. Ναι, η προσπάθεια είναι μεγάλη, ναι, αφιερώνεσαι σε αυτό, ναι, τραυματίζεσαι, δεν έχεις χρόνο για τίποτα, ναι, γίνεται κανόνας ζωής, αλλά χωρίς αυτό δεν θα υπήρχαμε όπως υπάρχουμε σήμερα. Και για εμάς αξίζει τον κόπο. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τις απαιτήσεις της δουλειάς μας. Το μόνο κακό είναι οι τραυματισμοί και η ανασφάλεια της σύντομης επαναφοράς. Ολα τα άλλα τα αντέχεις.
Σε γενικές γραμμές, είναι οι χορευτές ελεύθεροι να εκφραστούν στη Ρωσία του Πούτιν;
Στη Ρωσία υπάρχει ελευθερία καλλιτεχνικής έκφρασης. Οσον αφορά τον χορό τώρα, η Ρωσία είχε επιμείνει στο κλασικό μπαλέτο για πολλά χρόνια, όχι όμως λόγω κάποιας περίεργης επιβολής αλλά εξαιτίας της βαριάς παράδοσης. Ωστόσο τα τελευταία 15 χρόνια τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τόσο οι χορευτές όσο και το κοινό έχουν ανάγκη και από καινούργια πράγματα. Ξαφνικά έχουμε αποκτήσει απίστευτα πολλά φεστιβάλ σύγχρονου χορού. Θεωρούμε όμως απόλυτα φυσιολογικό ότι έχουμε όλοι ανάγκη από το διαφορετικό, το άλλο, το νέο, το ανατρεπτικό. Αυτό συμβαίνει πλέον στη χώρα μας, όπου γεννιούνται σήμερα νέες ιδέες, ρεύματα και τάσεις.
Θα θέλατε να χορεύετε μόνο μαζί για το επόμενο διάστημα;
Θα το θέλαμε συναισθηματικά, αλλά δυστυχώς δεν γίνεται. Εχουμε και οι δύο τόσο πολλές υποχρεώσεις και σε διαφορετικές χώρες. Είναι αδύνατον λοιπόν.
«Το “καλό σώμα” δεν σημαίνει τίποτα»
Πριν από μερικά χρόνια φύγατε από το Covent Garden μάλλον απροσδόκητα. Γιατί;
Απορώ που τόσο πολλοί άνθρωποι ασχολούνται ακόμη με αυτό. Πέρασα μια πολύ ευτυχισμένη περίοδο στο μπαλέτο εκεί, αλλά όλα τα ωραία πράγματα κάποτε τελειώνουν. Τα ανθρώπινα πλάσματα βαριούνται εύκολα και αναζητούν το διαφορετικό. Πίστευα και πιστεύω πως είχε κλείσει ένας κύκλος. Η ρουτίνα και η επανάληψη με εξόντωναν. Ηθελα κάτι καινούργιο. Κι έτσι έφυγα.
Είναι αλήθεια ότι μόνο ορισμένοι χορευτές έχουν σώματα ικανά για την τέλεια έκφραση; Ή μπορούν να την κατακτήσουν όλοι οι χορευτές;
Α, εδώ τα πράγματα είναι δύσκολα. Θα πρέπει να πω ότι οι πιθανότητες είναι 50 – 50. Σαφώς πρέπει να διαθέτεις ένα σχετικά «καλό σώμα», αυτό όμως από μόνο του δεν σημαίνει τίποτα. Γιατί και το καλό σώμα πρέπει να το ασκείς συνεχώς. Και ύστερα, η πλαστικότητα και η έκφραση στην οποία αναφέρεστε είναι θέμα εξάσκησης. Κανείς δεν γεννιέται με μια τεχνική. Η απάντηση βρίσκεται σε κάτι που θα έλεγα πως ισχύει σε κάθε επάγγελμα αλλά και σε κάθε τομέα της ζωής: χωρίς σκληρή δουλειά τίποτε δεν είναι εφικτό.
Τι γνωρίζετε για την Αθήνα, όπου θα παρουσιάσετε τις χορογραφίες κορυφαίων καλλιτεχνών;
Η γιαγιά μου έζησε και εργάστηκε στην Αθήνα της προηγούμενης δεκαετίας για δέκα χρόνια. Κάθε καλοκαίρι ήμουν εδώ μαζί της και περνούσα αξέχαστα. Μου αρέσει η Αθήνα, αλλά δεν είδα και άλλες πόλεις, όπως πολύ θα το ήθελα. Η γιαγιά μου, βλέπετε, δεν θα με άφηνε ποτέ να ταξιδέψω μακριά της. Ημουν μικρός και μου απαγορευόταν να ταξιδέψω μόνος μου. Αυτό όμως που έζησα όλα αυτά τα καλοκαίρια στην Αθήνα το κρατάω πάντα μέσα μου ως μια ωραία, αγαπημένη ανάμνηση.
«Το μπαλέτο είναι η καλύτερη βάση»
Ξεκινήσατε το μπαλέτο στη Μόσχα τη δεκαετία του 1990. Τι θυμάστε από εκείνη την εποχή;
Θυμάμαι σαν και τώρα την εποχή, την οποία δεν θα χαρακτήριζα καθόλου βαρετή! Οταν σπούδαζα στην Ακαδημία των Μπολσόι πέρασα μια πολύ δύσκολη περίοδο. Οι γονείς μου είχαν οικονομικά προβλήματα και τα χρήματα για τις σπουδές μου ήταν ένα καθημερινό βάρος για εκείνους. Μετά το 2000 τα πράγματα στη Ρωσία σταδιακά βελτιώθηκαν. Από το 2004 και μετά όταν τελείωσα τις σπουδές μου, όλα άλλαξαν προς το καλύτερο.
Πώς μπορεί κανείς να μάθει να χορεύει «ξεχνώντας» τον ρωσικό τρόπο ύστερα από τόσα χρόνια;
Είναι απλό. Κάποιος που ξέρει να χορεύει «με τον ρωσικό τρόπο» δεν χρειάζεται παραπάνω από δύο με τρεις μήνες για να χορέψει με οποιαδήποτε άλλη μέθοδο. Μπορείς να χορέψεις κάθε στυλ χορού αν έχεις εκπαιδευτεί στη Ρωσία. Αρκεί να προσπαθήσεις λίγο. Κάθε είδος χορού χρειάζεται χρόνο για να το κατακτήσεις, αλλά το μπαλέτο είναι ίσως η καλύτερη βάση.
Αν η Μαργκότ Φοντέιν είναι ένα πρότυπο για τους σύγχρονους χορευτές, τι θα θέλατε να «κλέψετε» από το στυλ της;
Είναι πολύ μεγάλη χορεύτρια. Σαφώς με χαρακτηριστικό αγγλικό στυλ. Οταν άρχισα να δουλεύω στο Covent Garden Royal Ballet, πέρασα ατελείωτες ώρες βλέποντας τη Μαργκότ Φοντέιν να χορεύει. Ονειρικές παραστάσεις. Είναι για τους Βρετανούς ό,τι η Μάγια Πλισέτσκαγια για το ρωσικό μπαλέτο. Είναι αδύνατο να μην τη θαυμάζεις. Τώρα, τι θεωρώ πιο σημαντικό στο στυλ της; Μα αυτό το ίδιο το μοναδικό και τόσο αρχοντικό στυλ!