Την πιθανότητα να αποδεχθεί η κυβέρνηση πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για τα έτη μετά τη λήξη του τρίτου προγράμματος, προκειμένου να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση και να μη σύρεται η αβεβαιότητα, συζητούν πλέον στο Μέγαρο Μαξίμου.
Δεν πρόκειται επί της ουσίας για αλλαγή στρατηγικής της κυβέρνησης που, ως γνωστόν, προσβλέπει σε μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 2,5% –κάτι που πρότεινε άλλωστε και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος -, αλλά για έναν ελιγμό ώστε στην περίπτωση που διατηρηθεί το 3,5% για τα έτη 2019 και 2020 να μπορέσει αυτό να τροποποιηθεί διά των μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων. Αυτό μπορεί ασφαλώς να γίνει μόνο εφόσον εξειδικευθούν τα μέτρα για την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους. «Τίποτα δεν εμποδίζει τη στιγμή που θα ληφθούν τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, να απομειωθούν και οι στόχοι των μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων σε ό,τι αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα. Πρόκειται για ανοιχτή διαπραγμάτευση που θα κλείσει όταν ληφθούν οι συγκεκριμένες αποφάσεις για το χρέος» είπε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος. Λίγη ώρα πριν, ωστόσο, ο Γερούν Ντεϊσελμπλούμ δήλωνε ότι μπορεί να γίνει συζήτηση για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων για την περίοδο μετά το 2018.
«ΕΦΙΚΤΟΣ ΣΤΟΧΟΣ». Μια τέτοια εξέλιξη παραμένει βέβαια στο επίπεδο της πιθανότητας. Διότι κύριος στόχος του Μαξίμου είναι ακόμη και στο Eurogroup της ερχόμενης Δευτέρας να επιβεβαιωθεί η επίτευξη πολιτικής συμφωνίας, κάτι που είναι «εφικτός και ρεαλιστικός στόχος». Σε άλλη περίπτωση η κυβέρνηση έχει ήδη συζητήσει με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς πως θα πρέπει να δρομολογηθούν τα πράγματα με τέτοιο τρόπο ώστε η πολιτική συμφωνία να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο ώς τα τέλη της χρονιάς. Από εκεί και πέρα, εφόσον επιτευχθεί η πολιτική σύγκλιση, θα μπορέσει να κλείσει και το νομικό σκέλος της δεύτερης αξιολόγησης με ψήφιση νέου πακέτου προαπαιτουμένων και την τελική έγκριση ενός νέου Eurogroup.
H κυβέρνηση εξακολουθεί, τουλάχιστον δημοσίως, να συντηρεί την αισιοδοξία της για τη δυνατότητα να κλείσει η συμφωνία στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου και μάλιστα πιστεύει ότι ώς το τέλος της εβδομάδας η εξέλιξη της διαπραγμάτευσης μπορεί να οδηγήσει στο περίφημο staff level agreement. Γίνεται σαφές ότι το πρωθυπουργικό επιτελείο παρακολουθεί με ενδιαφέρον και τις εξελίξεις γύρω από το δημοψήφισμα στην Ιταλία, εκτιμώντας πως προς το συμφέρον της Ελλάδας είναι να μην υπάρχουν καθυστερήσεις, όποιο κι αν είναι τελικά το αποτέλεσμα στη γειτονική χώρα, πολλώ δε μάλλον εάν είναι αρνητικό για τον Ματέο Ρέντσι.
ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΕΣ. Θεωρητικώς στη διαπραγμάτευση οι διαφορές παραμένουν στα εργασιακά και τα δημοσιονομικά, όμως φαίνεται πως στο θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων έχουν μειωθεί οι αποστάσεις. Σε γενικές γραμμές, το Μαξίμου κι επίσης το οικονομικό επιτελείο αφήνουν να εννοηθεί ότι η συμφωνία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς έχει κλείσει, όμως τα προβλήματα προέρχονται –και δεν είναι λίγα –από τις αξιώσεις του ΔΝΤ. Ως εκ τούτου, για μία ακόμη φορά κλήθηκε χθες από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο το Ταμείο να ξεκαθαρίσει τον ρόλο του και τις προθέσεις του ως προς τη συμμετοχή του ή μη στο ελληνικό πρόγραμμα. Το 90% των ζητημάτων που αφορούν τη δεύτερη αξιολόγηση έχει κλειδώσει, ανέφερε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος. Το ΔΝΤ πρέπει να κατανοήσει ότι η ελληνική οικονομία δεν αντέχει νέα μέτρα για μετά το 2018, επομένως πρέπει να πιέσει προς την κατεύθυνση των ευρωπαίων εταίρων και όχι την ελληνική κυβέρνηση, συμπλήρωσε.
Πάντως η κυβέρνηση επιμένει πως η πιθανότητα των εκλογών δεν εντάσσεται στη στρατηγική του Μεγάρου Μαξίμου. Δεν υπάρχει τέτοια συζήτηση, επιμένουν ανώτερα κυβερνητικά στελέχη που έχουν γνώση της διαπραγμάτευσης και των προθέσεων του Αλέξη Τσίπρα. Επαναλαμβάνουν μάλιστα ότι η στρατηγική των εκλογών ανήκει στη Νέα Δημοκρατία και δεν αποτελεί σχέδιο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Μιλώντας στο συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Νίκος Παππάς τόνισε πως «αν όλες οι πλευρές τηρήσουν το γράμμα και το πνεύμα της συμφωνίας του Ιουλίου του 2015, θα μπούμε οριστικά σε ένα νέο κεφάλαιο για την ελληνική οικονομία και κοινωνία».