Τον Μάιο του 1989, ο Χοακίν Βιγιαλόμπος, παλιό στέλεχος του αντάρτικου κινήματος Φαραμπούντο Μαρτί στο Ελ Σαλβαδόρ, συνάντησε στην Αβάνα τον Φιντέλ Κάστρο. Καθώς μιλούσαν στο γραφείο του Λίντερ Μάχιμο, τους διέκοπταν συνεχώς επείγοντα τηλεφωνήματα. Κάποια στιγμή ο Φιντέλ αισθάνθηκε την ανάγκη να εξηγήσει τους λόγους των διακοπών και, αναφερόμενος στις διαδηλώσεις στην Πλατεία Τιενανμέν, είπε: «Είναι ο πρεσβευτής μας στην Κίνα, η κατάσταση βαίνει εκτός ελέγχου. Το κόμμα και η κυβέρνηση είναι ήδη διχασμένα, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα. Νομίζω ότι πρέπει να προχωρήσουν σε καταστολή επειδή ο διχασμός μπορεί να φθάσει μέχρι τον στρατό. Πρόκειται για στρατό με πυρηνικά όπλα, εάν διχασθεί και υπάρχουν συγκρούσεις ο κίνδυνος δεν θα απειλεί μόνο τον Κίνα αλλά ολόκληρο τον κόσμο».

Είκοσι επτά χρόνια πριν, γράφει ο Βιγιαλόμπος στην «El Pais», κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η Κίνα θα γίνει το μεγαλύτερο εργοστάσιο στον πλανήτη καθώς ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ ηγείτο της μετάβασης στην οικονομία της αγοράς. «Οταν ξέσπασαν οι διαδηλώσεις του 1989, το εύκολο ήταν να συνδέουμε τη δημοκρατία με την πρόοδο. Μετά όμως ήρθε η Αραβική Ανοιξη που υποστηρίχθηκε με άγιες βόμβες και ένοπλους δυτικούς μισθοφόρους που ήθελαν να φέρουν την ελευθερία σε χώρες που δεν καταλάβαιναν.

Το αποτέλεσμα ήταν πόλεμοι, καταστροφή και εκατομμύρια πρόσφυγες. Τώρα αρχίζουμε να κατανοούμε ότι η δημοκρατία χρειάζεται συνθήκες και όρους και δεν μπορεί να είναι μια γενική διατύπωση. Θυμάμαι αυτά που είχε πει ο Φιντέλ και αναρωτιέμαι τι θα γίνει συμβεί σε όλη την Ασία εάν μια “κινεζική άνοιξη” είχε τελειώσει μέσα σε συγκρούσεις. Πόσες δεκάδες ή εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι θα είχαν πεθάνει; Πόσο θα είχε περιορισθεί η δυναμική της Κίνας για πρόοδο εάν είχαν συμβεί καταστροφές;».

Ο θάνατος του Φιντέλ Κάστρο θέτει τώρα στην Κούβα αυτό το δίλημμα – μεταξύ μιας ήπιας μετάβασης χωρίς ρεβανσισμό ή μια κατάρρευση που θα προκαλούσε βία, θα εμπόδιζε την οικονομική ανοικοδόμηση και θα οδηγούσε στην προσφυγιά εκατομμύρια Κουβανούς, παρατηρεί ο Βιγιαλόμπος, ο οποίος είναι σύμβουλος της κυβέρνησης της Κολομβίας για την ειρηνευτική συμφωνία με τους αντάρτες FARC. «Ο αγώνας μεταξύ πραγματιστικής λογικής και συναισθηματικής εκδίκησης εκδηλώνεται σε όλο τον κόσμο, αυτή την εποχή. Πρόσφατα συγκρούσθηκαν στις αμερικανικές εκλογές. Η συζήτηση για το εάν ο Φιντέλ θα δικαιωθεί από την Ιστορία είναι άσχετη. Εξίσου παράλογη είναι η συζήτηση μεταξύ εκείνων που θεωρούν ότι η σύγκρουση του καλού και του κακού αποτελεί την κινητήρια δύναμη της Ιστορίας. Ο Φιντέλ ήταν ένας ηγέτης που ανταποκρίθηκε σε μια ιστορική στιγμή της ηπείρου μας, ένας ηγέτης η πολιτική ζωή του οποίου τεχνητά επέκτεινε τη λανθασμένη αμερικανική πολιτική.

Η αμερικανική πολιτική είχε δύο αντιφατικά συστατικά που εμπόδισαν τους ίδιους τους Κουβανούς να αλλάξουν την πραγματικότητα που τους είχε επιβάλει η κυβέρνηση. Από τη μία, διατήρησε σταθερά μια επιθετική πολιτική απομόνωσης, στρατιωτικών απειλών, οικονομικού εμπάργκο, σαμποτάζ, ακόμα και τρομοκρατίας εις βάρος της Κούβας. Από την άλλη, διατήρησε μια πολιτική με μεταναστευτικά οφέλη για τους Κουβανούς που διέφευγαν στις ΗΠΑ. Η επιθετικότητα υποστήριξε την εθνικιστική και αντιιμπεριαλιστική πολιτική της Αβάνας και συνέβαλε στη διατήρηση της ενότητας της ελίτ που κυβερνούσε. Με την Ουάσιγκτον να στηρίζει τη μετανάστευση από την Κούβα, οι διαφωνούντες στο εσωτερικό του νησιού δεν είχαν την ικανότητα να δημιουργήσουν ισχυρή αντιπολίτευση. Αυτό, και όχι η ευφυΐα του Φιντέλ, εξηγεί γιατί παρέμεινε τόσο πολύ στην εξουσία, παρότι το μοντέλο που είχε φτιάξει απέτυχε εδώ και πολλά χρόνια».

Και ο Βιγιαλόμπος καταλήγει: «Η Κούβα δεν έχει την ιστορία ή την κουλτούρα της Κίνας προκειμένου να διαμορφώσει μια οικονομία της αγοράς χωρίς την ανάγκη άμεσων δημοκρατικών αλλαγών. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι οικονομικές αλλαγές θα επιβάλουν πολιτικές αλλαγές σε σύντομο χρόνο – σίγουρα σε συντομότερο από τις δεκαετίες λαθών στην αμερικανική πολιτική. Με τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ υπάρχει κίνδυνος να αναζωπυρωθεί η συναισθηματική εκδικητικότητα της Φλόριδας και να μην αναπτυχθεί η πραγματιστική λογική του Ομπάμα. Αναμφίβολα, έπειτα από 50 χρόνια αντίστασης στην αγορά και τις δημοκρατικές ελευθερίες, οι μικροεπιχειρηματίες και η αλλαγή των γενεών στην κυβερνώσα ελίτ αποτελούν δύο παράγοντες οι οποίοι θα προκαλέσουν μια νέα επανάσταση στην Κούβα».