Είναι κάτι στεγνοί τύποι που ξέρουν μόνο από αριθμούς; Ή έχουν και οι τεχνοκράτες ψυχή; Η σχεδόν ανεξέλεγκτη οργή του Λαμπέρτο Ντίνι στη «Ρεπούμπλικα» υποδεικνύει μάλλον το δεύτερο. Επικεφαλής μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών την περίοδο ’95-’96, ο παλιός οικονομολόγος ένιωσε την αδικία να τον πνίγει όταν ο Ρέντσι επιχείρησε να δυσφημήσει τις κυβερνήσεις του είδους ως το απόλυτο κακό. Και κάπως έτσι ξεπέρασε τα όρια του τεχνοκρατικού πολιτισμού: «Ο Ρέντσι», είπε, «λέει ένα κάρο ψέματα. Θα κάνει καλύτερα να μη μιλάει».
Θα πρέπει να το έχει νιώσει στο πετσί του και ο Λουκάς Παπαδήμος: οι τεχνοκράτες καλούνται να καλύψουν το κενό της ανικανότητας των πολιτικών για να γίνουν ο ιδανικός σάκος του μποξ. Οσο εκείνος έκανε τη δουλειά του –ή ο Αμάτο, ο Ντίνι, ο Τσάμπι και τόσοι άλλοι στην Ιταλία –τα κόμματα που «βάζουν τον άνθρωπο πάνω από τους αριθμούς» έκαναν εις βάρος τους κανονικό πολιτικό μπούλινγκ. Από αυτήν την άποψη, το ξέσπασμα του Λαμπέρτο Ντίνι ήταν κάτι σαν μανιφέστο αγανάκτησης, ένα «φτάνει πια» εκείνης της ιδιαίτερης και καταπιεσμένης φυλής που αναλαμβάνει διαχρονικά να κάνει πολιτική χωρίς να της επιτρέπεται να μιλάει πολιτικά.
Η διαφαινόμενη επικράτηση του «όχι» στο ιταλικό δημοψήφισμα κάνει το σενάριο μιας νέας κυβέρνησης τεχνοκρατών να μοιάζει πολύ πιθανό. Η λογική εκεί είναι ότι πρέπει να αποφευχθεί το κόστος των πρόωρων εκλογών σε όρους πολιτικής αστάθειας. Εδώ λεφτά υπάρχουν για να γίνονται εκλογές κάθε χρόνο. Και μέχρι να εξαντληθούν και οι τελευταίες εφεδρείες της πολιτικής τάξης, που στο μεταξύ δεν θα έχει σταματήσει να ξορκίζει το φάντασμα των τεχνοκρατών.