Είναι μια υπόθεση που κρατάει από το 1977, εποχή κατά την οποία ο Πολάνσκι ήταν ήδη ο αναγνωρισμένος σκηνοθέτης του «Μωρού της Ρόζμαρι» (1968), της «Τσαινατάουν» (1974) και του «Ενοίκου» (1976). Εκείνη τη χρονιά αντιμετώπισε για πρώτη φορά την κατηγορία ότι βίασε τη 13χρονη Σαμάνθα Γκέιμερ, κατά τη διάρκεια φωτογράφισης στο Λος Αντζελες έπειτα από κατανάλωση ναρκωτικών και αλκοόλ.

Παρέμεινε 42 ημέρες στη φυλακή στο πλαίσιο συμφωνίας με τις Αρχές η οποία προέβλεπε την τρίμηνη κράτησή του, αλλά τον επόμενο χρόνο διέφυγε στη Γαλλία, θεωρώντας ότι ο δικαστής που θα δίκαζε την υπόθεσή του ενδεχομένως να ανέτρεπε τη συμφωνία και να τον έστελνε στη φυλακή για χρόνια. Η υπόθεση πήρε νέα τροπή το 2014, όταν οι ΗΠΑ ζήτησαν την έκδοσή του μετά την προκλητική εμφάνισή του στη Βαρσοβία.

Το περιφερειακό δικαστήριο της Πολωνίας είχε απορρίψει το αίτημα τον Νοέμβριο του 2015, αλλά τον περασμένο Μάιο η πολωνική κυβέρνηση άσκησε έφεση σε προγενέστερη απόφαση να μην εκδοθεί ο σκηνοθέτης στις ΗΠΑ. Υπεύθυνος ήταν ο υπουργός Δικαιοσύνης και γενικός εισαγγελέας Ζμπίγκνιεφ Ζιόμπρο της συντηρητικής κυβέρνησης του PiS. Ο Ζιόμπρο μάλιστα οι αρμοδιότητες του οποίου έχουν διευρυνθεί, είχε δηλώσει τότε ότι ο Πολάνκσι γλιτώνει την έκδοση επειδή είναι διάσημος. Επιπλέον στη Δημόσια Ραδιοφωνία της χώρας του δήλωσε ότι θα αμφισβητήσει ενώπιον του ανωτάτου δικαστηρίου «απόφαση δικαστηρίου της Κρακοβίας να μην εκδώσει τον Πολάνσκι στις ΗΠΑ, ενώ κατηγορείται για ωμό έγκλημα εις βάρος ενός παιδιού, τον βιασμό ενός παιδιού».

Χθες, λοιπόν, προέκυψε η τελεσίδικη απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου που απορρίπτει εκ νέου το αίτημα έκδοσης του Πολάνσκι στις ΗΠΑ. Το ένταλμα σύλληψης της Interpol ισχύει σε 188 χώρες, αλλά ο σκηνοθέτης αποφεύγει μέχρι σήμερα την έκδοση κινούμενος μόνο μεταξύ Γαλλίας και Πολωνίας. Ζει στο Παρίσι, αλλά διαθέτει και διαμέρισμα Νότια της Κρακοβίας, στη Νότια Πολωνία.