Οι δοκησίσοφοι με τη δυνατή φωνή μάς είχαν καταδικάσει πριν από μερικούς μήνες να απασχολούμε τους νευρώνες του εγκεφάλου μας με τις βαρύγδουπες αναλύσεις τους για το πόσο λανθασμένη ήταν η απόφαση της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας να απολύσει τον Κλάουντιο Ρανιέρι από τη θέση του ομοσπονδιακού προπονητή. Αφορμή, βεβαίως, για την αναφορά στην πατίνα του χρόνου είχε αποτελέσει η ανεπανάληπτη επιτυχία της Λέστερ, του Ρανιέρι βεβαίως, να κατακτήσει τον τίτλο στην Πρέμιερ Λιγκ.
Ανεπανάληπτη μεταφορικώς και, όπως προβλέπεται, κυριολεκτικώς.
Αυτές οι φωνές έχουν σιωπήσει, ίσως γιατί βράχνιασαν, ίσως γιατί δεν έχουν πια τι να πουν.
Η Λέστερ, του Ρανιέρι βεβαίως, είναι τοποθετημένη επί ξυρού ακμής, σε μια ποδοσφαιρική συσκότιση η οποία είχε προβλεφθεί ακόμα και από τον ίδιο τον Ιταλό.
Κάτι λιγότερο από μία νίκη χωρίζει την ομάδα-θαύμα της περσινής σεζόν από την άβυσσο της Τσάμπιονσιπ.
Τις πταίει; Ισως το ότι οι παίκτες της επένδυσαν στην επιτυχία προσδοκώντας εύκολο κέρδος. Αλλά πάλι, θα σκεφτεί κάποιος, πώς γίνεται στο Τσάμπιονς Λιγκ η ίδια ομάδα να είναι πρωτοπόρος στον όμιλό της, αήττητη και με παθητικό μόλις ένα γκολ;
Το ποδόσφαιρο είναι άθλημα που δεν έχει μέτρο. Το χθεσινό απολίθωμα της αποτυχίας μπορεί να γίνει ο σημερινός ήρωας πριν επιστρέψει στην πρότερη κατάστασή του. Το άθλημα είναι τόσο αινιγματικό όσο ένα μαύρο κουτί.