Διαπραγμάτευση με νέες πιέσεις για πρόσθετα μέτρα και άγνωστο ορίζοντα ολοκλήρωσης φέρνει η προχθεσινή απόφαση του Eurogroup, όπως προκύπτει από τις επισημάνσεις εκ των υστέρων των πρωταγωνιστών των εξελίξεων, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στο ΔΝΤ. Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είπε καθαρά μετά το Eurogroup ότι θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος. Παράλληλα, αξιωματούχος του ΔΝΤ διαμήνυε ότι από τη στιγμή που αποφασίστηκε να παραμείνει ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ (αντί για πιο γενναιόδωρη ελάφρυνση του χρέους), πρέπει να βρεθούν και τα μέτρα που θα τον υποστηρίξουν. Δεν έκρυψε μάλιστα ότι «δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθούν οι μεταρρυθμίσεις στο Ασφαλιστικό και στη φορολογία εισοδήματος», στο πλαίσιο αυτού του στόχου.
Οσο για το ύψος των μέτρων που πρέπει να αποφασιστούν, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης είπε χθες στην Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι η Ευρώπη δεν ζητά πρόσθετα μέτρα για το 2018, αλλά το ΔΝΤ προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ το 2018 και γι’ αυτό ζητά μέτρα 2% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, επανήλθε η απειλή των μέτρων 4,2 δισ. ευρώ, για την οποία μιλούσε την περασμένη εβδομάδα κυβερνητικός αξιωματούχος. Με αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση ίσως βρεθεί αντιμέτωπη με απαιτήσεις που ξεπερνούν τις αντοχές της. Μόλις την περασμένη Παρασκευή κυβερνητικός αξιωματούχος δήλωνε ότι καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να λάβει μέτρα 4,2 δισ. ευρώ. Προχθές το βράδυ, εξάλλου, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος εξέφρασε την ελπίδα να μην τεθούν στην Ελλάδα απαιτήσεις που δεν θα λαμβάνουν υπόψη την κοινωνική και πολιτική κατάσταση στη χώρα.
Ολα θα γίνουν πιο καθαρά όταν επιστρέψει η αποστολή των δανειστών στην Αθήνα. Κάτι που αναμένεται να συμβεί τις επόμενες ημέρες. Το βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση θα περάσει τις παραμονές των Χριστουγέννων παρέα με τις απαιτήσεις του Ταμείου, αφού το τελευταίο ξεκαθάρισε προχθές στο Eurogroup ότι για να επιστρέψει στο ελληνικό πρόγραμμα, πρέπει να βάλει την υπογραφή του στη δεύτερη αξιολόγηση.
Στο προχθεσινό Eurogroup πολλές προσδοκίες διαψεύσθηκαν και νικητής αναδείχθηκε ο Σόιμπλε, που επέμεινε στις θέσεις του μέχρι το τέλος καθώς βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σκληρή εκλογική αναμέτρηση το 2017. Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών έκανε μάλιστα ότι δεν κατάλαβε όταν ο Τσακαλώτος τού είπε τη γνωστή του παρομοίωση ότι αισθάνεται σαν να βρίσκεται ανάμεσα σε δύο ελέφαντες. «Μάλλον βλέπει το ΔΝΤ σαν ελέφαντα, δεν ξέρω ποιος θα μπορούσε να είναι ο δεύτερος» είπε.
Τι ήθελαν και τι πήραν
Ελλάδα: Ο αρχικός στόχος της κυβέρνησης ήταν να κλείσει η αξιολόγηση στο χθεσινό Eurogroup και να ανοίξει ο δρόμος για την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Στη συνέχεια συμβιβάστηκε με μια «πολιτική απόφαση», που ούτε αυτή όμως ελήφθη προχθές.
Επίσης, η κυβέρνηση ήθελε να μειωθεί ο στόχος των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018 κάτω από το 3,5% του ΑΕΠ για να χαλαρώσει η λιτότητα. Τελικά, ο στόχος 3,5% του ΑΕΠ διατηρήθηκε για τον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, όπως ανέφερε και η απόφαση του Eurogroup του περασμένου Μαΐου, και έμεινε ανοιχτό να προσδιοριστεί η διάρκειά του το 2018. Πάντως, συζητούν για περίοδο 3-10 ετών, επομένως έως το 2021 τουλάχιστον. Επίσης, η προχθεσινή απόφαση όχι μόνο δεν κλείνει πολιτικά τη διαπραγμάτευση, αλλά παραπέμπει στη συνέχισή της με το ΔΝΤ σε ενισχυμένο ρόλο. Κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε απαιτήσεις για πρόσθετα μέτρα και να εκτροχιάσει πλήρως την αξιολόγηση.
Τέλος, η κυβέρνηση αποδέχθηκε τη δημιουργία ενός νέου κόφτη που θα ισχύει μετά το 2018, για να εξασφαλίζει την τήρηση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Ο κόφτης πιθανότατα θα είναι προδιαγραφών ΔΝΤ, δηλαδή θα καταγράφει συγκεκριμένα μέτρα που θα λαμβάνονται. Ενδεχόμενη καθυστέρηση της αξιολόγησης θα οδηγήσει σε καθυστέρηση και της ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Οι κανονισμοί της απαγορεύουν το αντίθετο.
Αυτό που πήρε η κυβέρνηση από το προχθεσινό Eurogroup ήταν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Είναι ένα σημαντικό πακέτο, όπως λένε οι τεχνοκράτες, που εξασφαλίζει μείωση του χρέους κατά 22% του ΑΕΠ έως το 2060. Ωστόσο, παρά τη σημασία του, δεν είναι επαρκές για να καταστήσει το χρέος βιώσιμο, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του ΔΝΤ.
Ακόμη, η κυβέρνηση εξασφάλισε μια αναφορά υπέρ της τήρησης των ευρωπαϊκών πρακτικών στις διαπραγματεύσεις για τα εργασιακά.
Διεθνές Νομισματικό Ταμείο: Ο αξιωματούχος του Ταμείου που έκανε δηλώσεις μετά το πέρας του Eurogroup προχθές δεν έκρυβε την ενόχλησή του για τα αποτελέσματα. Το ΔΝΤ ήθελε, πέρα από τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, και ένα περίγραμμα τουλάχιστον των μεσοπρόθεσμων μέτρων. Αυτό θα ήταν κάτι από το οποίο θα μπορούσε να πιαστεί για να συντάξει μια θετική ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους και να εισηγηθούν οι τεχνοκράτες τους την επιστροφή του στο ελληνικό πρόγραμμα. Τελικά, δεν πήρε τίποτα για το μεσοπρόθεσμο πακέτο ελάφρυνσης του χρέους, αφού ο Γερούν Ντεϊσελμπλούμ επανέλαβε ότι το θέμα αυτό θα συζητηθεί μετά το τέλος του προγράμματος, στα μέσα του 2018. Ετσι, η μόνη ελπίδα του να στοιχειοθετήσει μια θετική ανάλυση βιωσιμότητας χρέους είναι να συμφωνηθούν αυστηρά μέτρα, που θα εξασφαλίζουν τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018. Δεν είναι η πρώτη του επιλογή, αλλά είναι η δεύτερη καλύτερη, καθώς η επιστροφή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα επιβάλλεται προφανώς από πολιτικές σκοπιμότητες στο εσωτερικό του. Ετσι, το ΔΝΤ ζητά μέτρα που θα καλύπτουν τη διαφορά ανάμεσα στις δικές του εκτιμήσεις για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2018 και μετά (1,5% του ΑΕΠ) και αυτές της Ευρώπης (3,5% του ΑΕΠ). Δηλαδή μέτρα που μπορεί να φτάσουν και τα 5 δισ. ευρώ, αν υπολογιστούν και οι αρνητικές επιπτώσεις από τη δημοσιονομική προσαρμογή (0,5% του ΑΕΠ).
Για να ικανοποιηθεί στο σημείο αυτό το Ταμείο παραλίγο να περιληφθεί αναφορά στο ανακοινωθέν του Eurogroup ότι θα εξεταστούν οι προτάσεις του για το αφορολόγητο και τη μείωση των συντάξεων, αλλά τελικά αυτό τουλάχιστον απετράπη.
Ο αξιωματούχος του ΔΝΤ προειδοποίησε προχθές ότι «είμαστε πολύ μακριά από μια συμφωνία» και ενώ εξέφρασε δυσαρέσκεια γιατί βρίσκεται κατηγορούμενο το Ταμείο από την κυβέρνηση, ενώ αυτή είναι που θα έπρεπε να διεκδικεί χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Αντίστροφα, η κυβέρνηση επικρίνει το Ταμείο ότι αντί να πιέζει την Ευρώπη για μείωση του χρέους, ζητά πρόσθετα μέτρα από την Ελλάδα.
Ευρώπη – Γερμανία: Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μπορεί να αισθάνεται ικανοποιημένος ότι δεν υποχώρησε στις θέσεις του, αφού δεν έδωσε ούτε τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων ούτε την ελάφρυνση του χρέους. Ο Σόιμπλε θέλει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα όχι μόνο για λόγους βιωσιμότητας του χρέους, αλλά και γιατί πιστεύει στην ανάγκη η Ελλάδα να είναι υπό διαρκή αυστηρό δημοσιονομικό έλεγχο. Το έχει πει άλλωστε κατ’ επανάληψιν ότι αυτό που χρειάζεται είναι μεταρρυθμίσεις και όχι ελάφρυνση χρέους.
Η επιτυχία της Γερμανίας είναι πάντως ότι παρά την ανυποχώρητη στάση της, εξασφάλισε ακόμη μια συγκατάθεση του Ταμείου να εξετάσει θετικά την επιστροφή του στο ελληνικό πρόγραμμα. Χωρίς τη συμμετοχή του Ταμείου, τα κοινοβούλια της Γερμανίας και της Ολλανδίας δεν θα δώσουν τη συγκατάθεσή τους για τη συνέχιση της χρηματοδότησης της Ελλάδας.
Το Eurogroup συνολικά, μετά το σοκ του αποτελέσματος του ιταλικού δημοψηφίσματος, προτίμησε να αποφύγει τους κινδύνους και παρέπεμψε τις αποφάσεις για την αξιολόγηση λίγο αργότερα, τον Ιανουάριο, όπως εκτίμησε ο Ντεϊσελμπλούμ. Ωστόσο, οι προϋποθέσεις δεν είναι βέβαιο ότι έχουν εξασφαλιστεί για εφ’ όλης της ύλης συμφωνία μέχρι τότε.