Η απώλεια έστω και μίας ώρας από τον βραδινό ύπνο διπλασιάζει τις πιθανότητες τροχαίου ατυχήματος την επόμενη μέρα, σύμφωνα με μία νέα έκθεση.
Όσοι, όμως, κάθονται στο τιμόνι έχοντας κοιμηθεί μόλις τέσσερις ή πέντε ώρες, διατρέχουν τετραπλάσιο κίνδυνο, δηλαδή κινδυνεύουν όσοι και εκείνοι που οδηγούν μεθυσμένοι, λένε οι ερευνητές του αμερικανικού οργανισμού AAA Foundation for Traffic Safety.
Και αν κάποιος κοιμηθεί λιγότερες από τέσσερις ώρες το βράδυ, έχει 11,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να προκαλέσει τροχαίο σε σύγκριση με τους οδηγούς που κοιμούνται επαρκώς τη νύχτα, δηλαδή 7 έως 8 ώρες.
«Η έρευνα αυτή είναι η πρώτη που προσδιορίζει με ακρίβεια τη συσχέτιση ανάμεσα στην έλλειψη ύπνου και τις πιθανότητες εμπλοκής σε τροχαίο ατύχημα», δήλωσε ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας κ. Μπράιαν Τεφτ, προσθέτοντας ότι οι κίνδυνοι από την οδήγηση υπό την επήρεια κόπωσης και υπνηλίας «είναι υποτιμημένοι».
Το πρόβλημα έχει αναγνωρίσει η Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας στους Αυτοκινητοδρόμους (NHTSA) των ΗΠΑ,η οποία σύντομα αναμένεται να εκδώσει κατευθυντήριες οδηγίες για την καταπολέμησή του, είπε ο διευθυντής Επικοινωνίας της ΑΑΑ κ. Μπράιαν Τόμας.
«Δεν συνηθίζουν όλοι να οδηγούν έπειτα από την κατανάλωση αλκοόλ ή μιλώντας στο κινητό τους, αλλά όλοι έχουν οδηγήσει κάποια στιγμή κουρασμένοι και για τους περισσότερους αυτό έχει συμβεί κατ’ επανάληψιν», είπε.
Σύμφωνα με την έκθεση, ο ανεπαρκής ύπνος επιβραδύνει τους χρόνους αντίδρασης, μειώνει την ακρίβεια των αντιδράσεων και οδηγεί σε παρατεταμένη διαταραχή της προσοχής. Με όλες αυτές τις επιδράσεις, μοιραίο είναι να διαταράσσεται η ικανότητα οδήγησης, τόνισε ο κ. Τεφτ.
Ωστόσο πριν από τη νέα έκθεση, η ακριβής έκταση του κινδύνου δεν ήταν γνωστή.
Για να την εξακριβώσουν, ο κ. Τεφτ και οι συνεργάτες του εξέτασαν στοιχεία από σχεδόν 4.600 σοβαρά τροχαία ατυχήματα που είχαν αναφερθεί στην αστυνομία, είχε απαιτηθεί η συνδρομή ιατρικού προσωπικού και τουλάχιστον το ένα από τα εμπλεκόμενα οχήματα είχε απομακρυνθεί με γερανό.
Οι ερευνητές της τροχαίας είχαν αξιολογήσει τη σκηνή και είχε καταγράψει λεπτομερώς χαρακτηριστικά των οδηγών, μεταξύ των οποίων την ποσότητα του ύπνου κατά τις τελευταίες 24 ώρες πριν από το ατύχημα και τυχόν αλλαγές σε σύγκριση με τις συνήθειες ύπνου των προηγούμενων ημερών.
Με βάση αυτά τα στοιχεία, οι ερευνητές της ΑΑΑ υπολόγισαν τον κίνδυνο τροχαίου για όσους είχαν κοιμηθεί λιγότερο από το κατώτατο συνιστώμενο όριο των 7 ωρών κάθε βράδυ. Επιπλέον, συνέκριναν τον ύπνο μεταξύ των οδηγών που ευθύνονταν για τα τροχαία και όσων δεν ευθύνονταν.
Όπως διαπίστωσαν, όσο λιγότερο κοιμόταν ένας οδηγός τόσο περισσότερο κινδύνευε να προκαλέσει τροχαίο. Επιπλέον, οι οδηγοί που ευθύνονταν για τα τροχαία ήταν πιθανότερο να αναφέρουν ότι είχαν κοιμηθεί λιγότερο απ’ όσο συνήθιζαν κατά το προηγούμενο βράδυ, καθώς και ότι την τελευταία εβδομάδα είχαν αλλάξει το πρόγραμμα του ύπνου τους.
Οι ηλικιακά νεώτεροι και οι μεγαλύτερης ηλικίας οδηγοί ήταν εκείνοι που εμπλέκονταν συχνότερα σε τροχαία λόγω υπνηλίας. Αντιθέτως, οι οδηγοί που δεν ευθύνονταν για τα τροχαία ήταν κυρίως μεσήλικες.