«Πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό 3,5% του ΑΕΠ θα επιφέρει πρόσθετα μέτρα λιτότητας για τον ελληνικό λαό, κάτι που δεν επιθυμούμε» δήλωσε την Πέμπτη ο εκπρόσωπος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Τζέρι Ράις, στο πλαίσιο της τακτικής ενημέρωσης.
Ο ίδιος ανέφερε ότι οι συζητήσεις μεταξύ των δανειστών και τις ελληνικής κυβέρνησης για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης συνεχίζονται καθημερινώς μέσω τηλεδιασκέψεων. Στο πλαίσιο αυτό, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να αναπροσαρμοστεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα, λέγοντας «ότι συνεχίζονται οι συζητήσεις προκειμένου να αποφασιστούν όλα αυτά που απαιτούνται, προκειμένου το ΔΝΤ να συμμετάσχει στο πρόγραμμα».
Νωρίτερα, ο Τζ. Ράις επανέλαβε ότι το τρέχον πρόγραμμα που έχει συμφωνήσει η Ελλάδα με τον ESM και τα μέτρα που περιλαμβάνονται σε αυτό, οδηγούν σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ.
«Τον στόχο αυτό στηρίζει και το ΔΝΤ» ανέφερε χαρακτηριστικά, συμπληρώνοντας ότι στην περίπτωση που η ελληνική κυβέρνηση και η ΕΕ καταλήξουν σε ένα υψηλότερο και πιο φιλόδοξο στόχο, τότε το ΔΝΤ θα απαιτήσει πρόσθετα μέτρα και αξιόπιστες μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη των πλέον φιλόδοξων στόχων.
Το γεγονός ότι ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα δεν έχει ακόμη κλείσει τουλάχιστον για το ΔΝΤ, προκύπτει και από την Έκθεση Βιωσιμότητας του Δημοσίου Χρέους, την οποία θα συντάξει το ΔΝΤ. Ο Τζέρι Ράις απέφυγε να προσδιορίσει τον ακριβή χρόνο που αυτή θα δοθεί στη δημοσιότητα, καθώς όπως ανέφερε η Έκθεση θα συνταχθεί με τις παραδοχές για την ανάπτυξη και τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα επιδώσει στο ΔΝΤ η ελληνική κυβέρνηση.
Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι υπάρχει διαφωνία στους κόλπους του Ταμείου μεταξύ της γενικής διευθύντριας Κριστίν Λαγκάρντ και του επικεφαλής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Πολ Τόμσεν για το ελληνικό ζήτημα. Όπως υπογράμμισε, το ΔΝΤ σε όλες τις διαπραγματεύσεις εμφανίζεται «με μία φωνή», επαναλαμβάνοντας ότι το Ταμείο θεωρεί ως μόνο ρεαλιστικό στόχο το 1,5% του ΑΕΠ για το πρωτογενές πλεόνασμα.