Η πρόσφατη ιστορία έχει δείξει ότι όταν τα θεμέλια του αφορολογήτου αρχίζουν να τρίζουν, οι γραμμές άμυνας σταδιακά υποχωρούν και το κάστρο αργά ή γρήγορα πέφτει. Τον περασμένο Μάρτιο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε διαβεβαιώσει ότι όσο ο ίδιος παραμένει υπουργός Οικονομικών νέα μείωση του αφορολογήτου δεν θα περάσει. Ο υπουργός δεν άλλαξε, το αφορολόγητο μειώθηκε από τα 9.500 ευρώ έως και τα 8.636 ευρώ για όσους δεν έχουν παιδιά. Το 2017 θα έρθει η λυπητερή της εκκαθάρισης.
Σήμερα η νέα μείωση του αφορολογήτου έχει μπει για τα καλά στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι τέτοιο μέτρο δεν περνά, βάζοντας στο κάδρο του «κακού» το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Χθες, για πρώτη φορά και ο Κλάους Ρέγκλινγκ φάνηκε να προσχωρεί στη γραμμή ΔΝΤ για το αφορολόγητο.
«Γνωρίζουμε ότι οι φορολογικοί συντελεστές είναι σχετικά υψηλοί και η φορολογική βάση σχετικά στενή. Εμείς δεν υποστηρίζουμε ότι χρειάζονται περισσότερα έσοδα, αλλά νομίζω ότι η δομή του συστήματος εσόδων δεν είναι αποτελεσματική και σίγουρα δεν είναι φιλική προς την ανάπτυξη» ανέφερε ο Κλάους Ρέγκλινγκ (σε συνέντευξή του στο Capital.gr). Πρακτικά, λοιπόν, ο επικεφαλής του ESM συμμερίζεται την ανάγκη χαμηλότερων φορολογικών συντελεστών (προς όφελος της ανάπτυξης), θέση την οποία διατύπωσε πρόσφατα και ο κοινοτικός επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, υποστηρίζοντας την ανάγκη να διευρυνθεί η φορολογική βάση.
Σήμερα, ο ανώτατος συντελεστής φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων διαμορφώνεται στο 45%, ενώ ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος επιβάλλεται κλιμακωτά και ειδική εισφορά με συντελεστές οι οποίοι φτάνουν το 10%.
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ. Το ΔΝΤ ήδη από την πρώτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος είχε ζητήσει μείωση αφορολογήτου στα 5.000 ευρώ. Αντιδρούσε μάλιστα έντονα στις προτάσεις της κυβέρνησης για ανώτατο φορολογικό συντελεστή στο 50%.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι 3.030.000 μισθωτοί και συνταξιούχοι δεν είχαν την παραμικρή φορολογική επιβάρυνση για τα περυσινά εισοδήματά τους.
Αν υποθέσουμε ότι η γραμμή ΔΝΤ για το αφορολόγητο περνούσε τελικά κρατώντας αμετάβλητους τους ισχύοντες φορολογικούς συντελεστές, αυτό θα σήμαινε επιβαρύνσεις από 220 έως και 800 ευρώ για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες, οι οποίοι σήμερα καλύπτονται από το αφορολόγητο. Για εισόδημα 6.000 ευρώ, αφορολόγητο σήμερα, η επιβολή του πρώτου ισχύοντος συντελεστή 22% θα έφερνε φόρο 220 ευρώ, στα 8.000 ευρώ εισόδημα η επιβάρυνση φτάνει τα 660 ευρώ και από εκεί και πάνω παγιώνεται στα 800 ευρώ, πάντα με το σενάριο των αμετάβλητων συντελεστών.
Πολιτικά δεν χρειάζεται ανάλυση ότι, ιδίως για μια αριστερή κυβέρνηση ύστερα από επτά χρόνια Μνημονίου, ένα τέτοιο σενάριο είναι εφιαλτικό. Πολλαπλάσια διότι εκτός από τους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους πλήττονται και οι αγρότες, οι οποίοι μέχρι το 2015 φορολογούνταν με συντελεστή 13%, αλλά από το 2016 εντάχθηκαν στην κλίμακα των μισθωτών και των συνταξιούχων, με αφορολόγητο αλλά με συντελεστές οι οποίοι εκκινούν από το 22%.
Η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει με τους δανειστές κατάργηση της έκπτωσης 1,5% η οποία επιβάλλεται κατά τον προσδιορισμό της μηνιαίας παρακράτησης φόρου σε μισθούς και συντάξεις (άρα έρχονται μικρές επιβαρύνσεις) για τα εισοδήματα του 2017, όπως άλλωστε και κατάργηση της έκπτωσης φόρου για τις ιατρικές δαπάνες, μια από τις τελευταίες φοροαπαλλαγές που είχε «επιζήσει».
Η πρόβλεψη να καταργηθεί η ειδική φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων των ναυτικών, η οποία επίσης είχε περιληφθεί στο σχέδιο συμφωνίας με τους δανειστές κατά την τελευταία επίσκεψη του κουαρτέτου στην Αθήνα, αποσύρθηκε μετά τις κινητοποιήσεις.
Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος διαβεβαίωσε ότι δεν αλλάζει ο τρόπος φορολόγησης των εισοδημάτων των ναυτικών. Αν στο τέλος της επιδιωκόμενης συμφωνίας εξακολουθεί να ισχύει η διαβεβαίωση, τα εισοδήματα των αξιωματικών του εμπορικού ναυτικού θα συνεχίσουν να φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή 15% και για το κατώτερο πλήρωμα με 10%.