«Κάτσε να τα πούμε, αν και για να σου πω την αλήθεια πολλές φορές μετανιώνω γι’ αυτά που εκστομίζω» λέει ο Χρήστος Μποκόρος σε ένα διάλειμμα από το στήσιμο της αναδρομικής του έκθεσης με 150 έργα (από το πορτρέτο τής αδελφής του της δεκαετίας του ’80, έως τα πρόσφατα ανοκλήρωτα πορτρέτα των παιδιών του) που θα εγκαινιαστεί στο Μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς κι ενώ στο μεταξύ επιχειρεί να συντονίσει μέσω τηλεφώνου τους συνεργάτες του, οι οποίοι επιμελούνται τις τελευταίες λεπτομέρειες ενόψει της έκθεσής του στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Μόσχας, που εγκαινιάζεται την ερχόμενη Δευτέρα.

Μετανιώνετε και για αυτά που ζωγραφίζετε;

Ακόμη κι αν μετανιώνω, τα έργα μένουν αψευδείς μάρτυρες και αμερόληπτοι τού τι είμαστε και τι κάναμε.

Δεν τα καταστρέφετε;

Τι να καταστρέψω; Το παρελθόν μου; Το παρελθόν μου είμαι. Αν μπορώ να βελτιώσω κάτι ας το κάνω σε καινούργια έργα. Πέρασε η χθεσινή μέρα.

Βλέποντας συγκεντρωµένα έργα που αντιστοιχούν σε 30 χρόνια πορείας ποιες αλλαγές διαπιστώνετε;

Δεν άλλαξα. Υπάρχω και αυτογνωρίζομαι. Βελτιώνομαι. Και θεματικά όταν βλέπω διαφορές συγκρατώ το νήμα. Και η έκθεση αυτόν τον σκοπό έχει: να δείξει και σε μένα και στους θεατές ότι υπάρχει ένα νήμα.

Σε τι συνίσταται αυτό το νήµα;

Είναι μια άσκηση αυτογνωσίας. Μια άσκηση ανόρθωσης.

Τα έχετε καταφέρει;

Οχι. Ακόμα το ψάχνω. Μέσω αυτής της έκθεσης δείχνω τους σταθμούς μέχρι εδώ και πάμε παρακάτω. Μοιάζει με πλατύσκαλο, να καθήσω λίγο να δω πόσα σκαλιά ανέβηκα. Και να δω πού πάει η σκάλα. Ανεβαίνει; Κατεβαίνει; Δεν ξέρω πού είμαι.

Ο τίτλος της έκθεσής σας είναι «Οψεις αδήλων». Εχουν όψη τα άδηλα;

Αυτό λέει ο Αναξαγόρας. Το βάθος κρύβεται στην επιφάνεια. Μην το ζητάς αλλού. Ολα αυτά είναι μεγάλη διαδρομή στην ιστορία της σκέψης μας. Ενα νόημα άλλο ζητάμε στα πράγματα που μας συνεγείρει. Αυτή η ουτοπία του άλλου που ζητάμε στους ανθρώπους και τα πράγματα είναι πιο κοντά μας από τον πραγματικό κόσμο, διότι δεν είναι δίπλα μας, είναι μέσα μας.

Παρουσιάζετε έργα, αρκετά εκ των οποίων δεν έχετε εκθέσει στην 30χρονη πορεία σας. Γιατί;

Είναι έργα που δεν χώρεσαν στις ενότητες προηγούμενων εκθέσεων. Δεν εκθέτω συχνά, παρά μόνο όταν αισθάνομαι ότι έχω να πω κάτι. Δεν πιστεύω ότι εκφράζομαι μέσω της ζωγραφικής, αλλά ότι εκτίθεμαι. Από την ώρα που η ζωγραφική εκτίθεται δηλώνει το πραγματικό της ζητούμενο που δεν είναι τόσο η μοναξιά του δημιουργού της, όσο η συνάφεια με το κοινό στο οποίο την απευθύνει όταν εκτίθεται. Δεν τα κρατάω στο σπίτι μου τα έργα, τα εκθέτω. Αρα στο κοινό απευθύνονται. Και το συνεχές ζητούμενο είναι τι τους απευθύνω; Τι θέλω; Τι νομίζω ότι θέλουν;

Τι θέλετε λοιπόν; Και τι πιστεύετε ότι θέλει ο θεατής;

Ο βασικός δρόμος μου είναι: Τι βρίσκεται απέναντί μου; Πώς θα το ζωγραφίσω; Τι είναι ορατό; Τι είναι πραγματικό; Τι είναι προφανές και πώς παρίσταται; Τι βλέπουμε στο σκοτάδι; Τίποτα; Η ζωγραφική είναι ένα παραπέτασμα φωτεινό στο χάος. Πίσω από αυτήν τι υπαινίσσεται; Τι ζητάει από τους ανθρώπους να δούνε; Τι βλέπουν οι άνθρωποι; Είναι παράσταση του κόσμου αυτού η ζωγραφική; Γιατί προσκυνάμε την τέχνη; Γιατί της χτίζουμε μουσεία; Γιατί της αποτίνουμε σεβασμό; Λένε πολλοί για τα έργα μου:«Κοίτα πώς είναι! Σου έρχεται να το αγγίξεις, σαν φωτογραφία». Οταν βλέπεις μια φωτογραφία θες να την αγγίξεις; Οχι. Γιατί θες να τα αγγίξεις; Διότι μας συνεπαίρνει η ύλη όταν έχει πάνω της πνεύμα. Πώς θα εγκαθιδρύσουμε πνεύμα στην ύλη; Πώς θα μεταφέρουμε το νεύμα του πνεύματος που βλέπουμε στον κόσμο γύρω μας πάνω σε μια εικόνα του κόσμου; Γιατί θέλουμε μια εικόνα του κόσμου και δεν μας αρκεί ο κόσμος; Από την ώρα που βλέπεις το αβγό ζωγραφισμένο θες να το σπάσεις και να το φας; Είναι κάτι άλλο. Δεν ξέρω να σου πω τι, αλλά είμαι σίγουρος ότι είναι κάτι άλλο, διότι αυτό που ζητάει ο άνθρωπος είναι η αθανασία. Τι είναι η ζωγραφική, η τέχνη; Ενα μνημείο. Τι σχέση έχει με το μνήμα; Είναι η μνήμη. Οι κόρες της Μνημοσύνης είναι οι μούσες, οι θεραπαινίδες της τέχνης. Το μνημείο είναι η αναστροφή του μνήματος. Τι κάνει ο άνθρωπος μνημειώνοντας την πραγματικότητα; Προκαλεί την αθανασία.

Κάνετε δηλαδή αθάνατο το καθηµερινό;

Δεν φτάνω σε τέτοια ύψη, αλλά η αγωνία είναι αυτή: η παράσταση του κόσμου. Ο κόσμος φεύγει. Εμείς τι αφήνουμε από τη ζωή μας; Ενα χαμόγελο, μια καλημέρα, ένα καλό. Τι είναι το καλό; Κάτι πολύ απλό. Το πρώτο έργο που έκανα έχοντας αυτή τη συνείδηση ήταν να ζωγραφίσω πάνω σε ένα μεταχειρισμένο ξύλο ένα ποτήρι νερό μισοπιωμένο μέσα στη σκόνη. Δεν ζωγράφισα το ποτήρι, αλλά τη φράση που έλεγαν οι γεροντότεροι «να είχα έναν άνθρωπο να μου δώσει ένα ποτήρι νερό» για να αποφύγουν τη μοναξιά, τον θάνατο, την επιθυμία που κουβαλάμε.

Γιατί ζωγραφίζετε στο φθαρµένο ξύλο;

Είναι ζωντανό. Ζωγραφίζω σε ξύλα που έχουν τη χρήση άλλων ανθρώπων. Ζωγραφίζω πάνω στο κοινό. Είναι ξύλα που άγνωστοι τα έχουν πατήσει, τα έχουν γδάρει, τα έχουν χρησιμοποιήσει… Ολα τα σημάδια είναι εκεί. Κι όλο αυτό απαντά σε ένα βασικό μου ερώτημα: Τι νόημα έχει ζωγραφική σε μια εποχή που μας ζητάει να αντικαθιστούμε οτιδήποτε με το νεότερο, με το επόμενο νέο; Η ζωγραφική από μόνη της χρειάζεται χρόνο για να γίνει. Δεν προσδοκά την αλλαγή της με την επόμενη, αλλά από μόνη της προσδοκά την αιωνιότητα. Γιατί να διαθέσω ένα μήνα για να φτιάξω ένα έργο; Για να το αντικαταστήσω με το επόμενο; Πότε παλιώνει το καινούργιο; Εχουν παλιώσει ο Πραξιτέλης, ο Ρέμπραντ, ο Θεοφάνης; Μας έχει επιβληθεί να θέλουμε να είμαστε όλοι νέοι και καινοτόμοι. Το χειρότερο δε είναι ότι θέλουμε να διατηρηθούμε νέοι. Πρέπει να δούμε τον εαυτό μας σε βάθος χρόνου και όχι στην εφήμερη διάρκεια που μας προτρέπει η αγορά. Ποιος είμαι εγώ σήμερα; Δεν είχα γονείς, γειτονόπουλα, παππού, γιαγιά, τόπο, παιδικές αναμνήσεις; Πού είναι αυτά; Στο καινούργιο προϊόν; Και τι θα μου προσφέρει αφού το χθεσινό δεν μου προσέφερε αυτό που ζητούσα και χρειάζεται να το αντικαταστήσω; Πότε παλιώνει το νέο και κυρίως πότε παλιώνει το παλιό;

Μήπως όταν διαπιστώνουµε ότι δεν καλύπτει την ελπίδα µας ότι θα µας φέρει αυτό που προσδοκούσαµε;

Τότε καταλήγουμε στο ότι θέλουμε να μείνουμε πάντα νέοι. Η βασική συμφιλίωση του ανθρώπου είναι ο θάνατος. Το φως λάμπει μόνο στο σκοτάδι. Η ζωή μόνο μπροστά στον θάνατο είναι λαμπρή. Διαφορετικά είναι ένα σύρσιμο. Τι ζητάμε στη ζωή μας, παράταση ή ανάταση;

Οι περισσότεροι µάλλον την παράταση…

Κι εκείνο το ουκ εν τω πολλώ το ευ; Ποιους προγόνους τιμούμε όταν δεν τιμούμε τις βασικές αρχές τους; Καλά χρόνια θέλουμε ή πολλά; Τι θα αποδώσουμε στα παιδιά μας; Ενα γέροντα πολύχρονο και να τον περιποιούνται ή ένα υψηλότερο παράδειγμα;

Αν και στο πιο πρόσφατο σύνολο δουλειάς σας πρωταγωνιστούσαν «Τα στοιχειώδη» –ένα ποτήρι κρασί, μια φέτα ψωμί –είναι στοιχεία που υπήρχαν και σε πρώιμα έργα σας, πολύ πριν εμφανιστεί η κρίση. Χτυπούσατε ένα καμπανάκι για τα μελλούμενα από τότε;

Είναι γεγονός ότι τα πρώτα μου έργα και τα τελευταία είναι ίδια. Το έβλεπα τι ερχόταν ενώ ήμουν φοιτητής στο δεύτερο-τρίτο έτος της Νομικής. Είχα πάει νεοφώτιστος επαναστάτης να αλλάξω τον κόσμο, αλλά διαπίστωνα ότι δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Δεν γίνονται έτσι τα πράγματα. Τον εαυτό μας πρέπει να αλλάξουμε. Να βρούμε τι θέλουμε. Θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο κρατώντας τους εαυτούς μας ίδιους. Θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο για χάρη μας. Το μόνο που μένει είναι τα στοιχειώδη. Εβλεπα ότι η εποχή υπερβάλλει. Προωθούσαν την εποχή της ευφορίας ως μια γραμμική πορεία διαρκούς αειφόρου ανάπτυξης. Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο; Τι είναι η Γη; Απόθεμα προς εκμετάλλευση; Θα υποστούμε τις συνέπειες.

Τώρα που πλέον δεν ζούµε σε καθεστώς ευµάρειας νιώθετε ότι δικαιωθήκατε;

Οχι. Δεν είμαι προφήτης. Η παρακμή του πολιτισμού, η περιφρόνηση των υψηλών ζητουμένων είναι από μόνη της παρακμή. Δεν με αφορά η οικονομική κρίση. Το θέμα είναι η έλλειψη κρίσης εντός μας. Η αδυναμία να διακρίνουμε και να προκρίνουμε το ουσιώδες. Αυτό οδήγησε στην κατάσταση που ομολογείται ως κρίση. Αλλά ουσιαστικά είναι ένας αναδασμός της εξουσίας, του κεφαλαίου, που γίνεται σε βάρος όλο και μεγαλύτερων ομάδων σε όλο τον κόσμο. Η κρίση δεν είναι ελληνική.

Τα έργα σας είναι και µια πολιτική δήλωση;

Πάντα ήταν. Πολιτικό ον είμαι. Στη Μεταπολίτευση μεγάλωσα.

info

H αναδρομική έκθεση ζωγραφικής του Χρήστου Μποκόρου «Οψεις αδήλων» στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς 138 και Ανδρονίκου) από 22 Δεκεμβρίου έως 26 Φεβρουαρίου