Υπάρχει μια χώρα στην Ευρώπη που κατάφερε να συμφιλιώσει τη μετριοπαθή και τη ριζοσπαστική Αριστερά. Κι όχι μόνο να τις συμφιλιώσει, αλλά και να τις φέρει στην κυβέρνηση. Ο Πρωθυπουργός είναι σοσιαλιστής και ύστερα από έναν χρόνο στην εξουσία η δημοτικότητά του φτάνει το 81%. Η κυβέρνησή του έχει αυξήσει τις συντάξεις, έχει σταματήσει τις ιδιωτικοποιήσεις, έχει αυξήσει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και έχει μειώσει τους φόρους. Η ανεργία είναι στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας πενταετίας και οι εξαγωγές αυξάνονται. Δεν είναι περίεργο λοιπόν που η Ακροδεξιά απουσιάζει. Η χώρα αυτή δεν έχει γνωρίσει βέβαια και καμιά μαζική εισροή προσφύγων.

Υπάρχει μια χώρα στην Ευρώπη που βελτιώνει συνεχώς το επίπεδο της παιδείας της από το 2000, όταν άρχισαν να δημοσιεύονται οι εκθέσεις του PISA. Για την ακρίβεια, είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που μπορεί να υπερηφανεύεται για κάτι τέτοιο. «Θέλετε να σας εξηγήσω αυτό το θαύμα;» λέει η διευθύντρια ενός λυκείου σε ένα προάστιο της πρωτεύουσας. «Δίνουμε έμφαση στη γλώσσα και τα μαθηματικά. Στηρίζουμε πολύ τον μαθητή, ήδη από τα έξι του χρόνια. Δεν τον εγκαταλείπουμε αν αποτύχει σε ένα σημαντικό διαγώνισμα. Δεν είμαστε μόνο καθηγητές, αλλά και φίλοι, πατεράδες, ψυχολόγοι…». Η θεαματική αυτή βελτίωση, επιπλέον, δεν γίνεται εις βάρος των φτωχών ή των μεταναστών. Οι φτωχοί μαθητές παρουσιάζουν τις καλύτερες επιδόσεις. Και η διαφορά ανάμεσα στους ντόπιους μαθητές και τους μετανάστες μειώθηκε μέσα σε εννιά χρόνια από 59 μονάδες σε 17, όταν ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 43 μονάδες.

Η χώρα και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις είναι η ίδια. Και δεν είναι καμιά υπερδύναμη, αλλά η μικρή και ταπεινή Πορτογαλία. Συνηθίζουμε να τη συγκρίνουμε με τη χώρα μας επειδή εκείνοι βγήκαν από το Μνημόνιο ενώ εμείς ετοιμαζόμαστε να υπογράψουμε τέταρτο. Ομως είναι φανερό πως το χάσμα είναι πολύ μεγαλύτερο. Και έχει ενδιαφέρον να αναζητηθούν οι αιτίες. Οι ιστορικοί λόγοι είναι σημαντικοί, αλλά δεν φτάνουν: η Πορτογαλία έζησε μια δικτατορία πολύ πιο σκληρή από την ελληνική, που κράτησε σαράντα χρόνια και διαμόρφωσε χωρίς αμφιβολία τον χαρακτήρα και την ψυχολογία του λαού. Πέρασαν όμως άλλα σαράντα χρόνια από την αποκατάσταση της δημοκρατίας, οι σημερινοί νέοι μόνο από τους γονείς τους κι από τα βιβλία ξέρουν για τη μαύρη εκείνη περίοδο. Γιατί εκεί έχουν τάση να κτίζουν κι εδώ να γκρεμίζουν; Γιατί εκεί συζητούν κι εδώ τσακώνονται; Γιατί εκεί η παιδεία συνεχώς βελτιώνεται, ενώ εδώ συνεχώς υποβαθμίζεται;

Υπάρχουν πολλές απαντήσεις. Μια από αυτές όμως πρέπει να σχετίζεται με την κουλτούρα και την ωριμότητα της Αριστεράς. Στην Πορτογαλία, το Κομμουνιστικό Κόμμα και το Αριστερό Μπλοκ δεν δίστασαν στο όνομα της σταθερότητας να στηρίξουν μια κυβέρνηση μειοψηφίας των Σοσιαλιστών, παρόλο που ήξεραν ότι αυτό πολιτικά θα τους στοιχίσει. Και όταν το έκαναν, δεν επιδίωξαν να εκδικηθούν ούτε θέλησαν να διαλύσουν ό,τι είχαν κάνει οι προηγούμενοι. Η καθηγήτρια που έκανε τις παραπάνω δηλώσεις λέει ανοιχτά ότι ανήκει στην Κεντροδεξιά, βεβαιώνει όμως ότι στο σχολείο έκανε και εξακολουθεί να κάνει αυτό που θεωρεί καλύτερο για τον μαθητή.

Α, επίσης στη Λισαβόνα δεν υπάρχουν γκέτο όπου κάθε τόσο κάποιοι τα σπάνε.