Αν η κυβέρνηση αδυνατεί να κυβερνήσει, αυτό είναι πρόβλημα δικό της, όχι των άλλων. Αντιστοίχως, οι εκλογές δεν αποτελούν πρόβλημα αλλά μέρος της λύσης.
ΠΟΙΟΣ φοβάται τις εκλογές; Σίγουρα όχι οι ξένοι. Στη χρονιά του Tραμπ και του Brexit, ο βρεγμένος τη βροχή δεν την πολυφοβάται. Παράδειγμα η Ιταλία. Οι αγορές είχαν προεξοφλήσει την ήττα του Ρέντσι. Και μάλιστα περισσότερο φαίνεται να προκαλεί ανησυχία μια πιθανή επιστροφή του Ματέο παρά μια κυβέρνηση Παπαδήμου α λα ιταλικά για να λύσει τα προβλήματα των τραπεζών χωρίς φόβο και πάθος –δηλαδή με κούρεμα καταθέσεων –ώστε να έρθουν μετά οι εκλογές σε καθαρό τοπίο. Με απλά λόγια: στην ευρωζώνη η υπερδοσολογία πολιτικής –η περίπτωση Ρέντσι –δεν είναι η λύση. Ενίοτε μπορεί να είναι το πρόβλημα.
Ας έρθουμε λοιπόν στα δικά μας. Η άλλη όψη της πολιτικής των επιδομάτων, στην οποία επιδίδεται επ’ εσχάτοις η κυβέρνηση, είναι η έμμεση απειλή των εκλογών. Απειλή για ποιον όμως; Οι κυβερνώντες δεν κερδίζουν. Ακόμη περισσότερο: δεν είναι καν βέβαιο ότι οι έξω ανησυχούν ιδιαίτερα για μια πιθανή αναστάτωση λόγω ακυβερνησίας. Οπως επισημάνθηκε εξαρχής, η Ευρώπη χειρίζεται αυτή τη στιγμή ουκ ολίγες εστίες αναστάτωσης και αβεβαιότητας με το σύννεφο Τραμπ στον ορίζοντα. Αρα ποιος ενδιαφέρεται αν ο Πρωθυπουργός και οι συν αυτώ αφήνουν να εννοηθεί ότι υπάρχουν και οι κάλπες;
Στην πραγματικότητα, ενδέχεται να πλησιάζει μια στιγμή που η Ευρώπη δεν θα βγαίνει στο τηλέφωνο. Ή μάλλον που αυτοί που θα είναι διαθέσιμοι να σηκώσουν το ακουστικό δεν θα είναι το είδος των προσώπων που θα εξυπηρετήσουν τον εξ Αθηνών καλούντα. Ακόμη χειρότερα: δεν υπάρχει, φαίνεται, δωρεάν υποστήριξη. Και αυτό δεν αφορά μόνο την οικονομική βοήθεια. Αφορά και τα εξωτερικά θέματα. Λίγες ημέρες μετά την επίσκεψη Σταϊνμάγερ και τη στήριξη εκ Βρυξελλών έναντι της ανάφλεξης του τουρκικού εδαφικού επεκτατισμού, ήρθε η ανάσταση του Δουβλίνου. Οπως αποδεικνύεται, τα σύνορα της Ελλάδας είναι ευρωπαϊκά διότι αποτελεί οικόπεδο μεταστάθμευσης προσφύγων.