Στο χειρόγραφο σημείωμα που διέρρευσε στον Τύπο αναφέρεται ότι «οι Γάλλοι θα είναι πιθανότατα οι πιο δύσκολοι (σ.σ.: στις διαπραγματεύσεις)». Ο επικεφαλής διαπραγματευτής της Κομισιόν για το Brexit, ο Γάλλος Μισέλ Μπαρνιέ, βάλθηκε να επιβεβαιώσει τη «μομφή». Την περασμένη Τρίτη δήλωσε ότι η Βρετανία δεν θα έχει δύο χρόνια, αλλά 18 μήνες για να διαπραγματευθεί την αποχώρησή της (δηλαδή έως τον Οκτώβριο 2018 εφόσον το άρθρο 50 ενεργοποιηθεί τον Μάρτιο). Κι αυτό διότι οι τελευταίοι μήνες της διετούς περιόδου θα αναλωθούν στην επικύρωση της συμφωνίας από τα κράτη-μέλη της ΕΕ, το Ευρωκοινοβούλιο και τη Βρετανία.

«Η διαδικασία που θα ακολουθήσουμε περιγράφεται στο άρθρο 50. Το ακριβές χρονοδιάγραμμα και ο τρόπος με τον οποίο θα οργανωθούν οι διαπραγματεύσεις θα αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης» είπε στα «ΝΕΑ» πηγή της Ντάουνινγκ Στριτ, επιχειρώντας να στείλει το μήνυμα πως ό,τι παρουσιάζεται ως δεδομένο από τις Βρυξέλλες δεν θα γίνεται απαραίτητα δεκτό από το Λονδίνο.

Οι δύο πλευρές προσανατολίζονται στη σύναψη μιας μεταβατικής συμφωνίας που θα γεφυρώνει το κενό μεταξύ της ημέρας που θα γίνει το Brexit και της ημέρας που θα επιτευχθεί μια οριστική συμφωνία (καθώς τα δύο χρόνια δεν επαρκούν γι’ αυτό). Στόχος του Λονδίνου είναι η μεταβατική συμφωνία να περιλαμβάνει πρόσβαση στην ενιαία αγορά προκειμένου να μην πληγεί ο χρηματοπιστωτικός τομέας του Σίτι. Ωστόσο, ο Μπαρνιέ προειδοποίησε ότι η όποια συμφωνία θα είναι «κατώτερη» από τη σχέση που έχει σήμερα η Βρετανία με την ΕΕ και επεσήμανε ότι «οι τέσσερις ελευθερίες της ενιαίας αγοράς (μεταξύ αυτών η ελεύθερη μετακίνηση πολιτών) είναι αδιαίρετες», υπονοώντας ότι η Βρετανία θα αποκλειστεί από την ενιαία αγορά εάν πάψει να επιτρέπει στους ευρωπαίους πολίτες να ζουν και να εργάζονται απρόσκοπτα στη χώρα.

Την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ κατηγόρησε εμμέσως τους Βρετανούς ότι με την ψήφο τους υπέρ του Brexit προκάλεσαν «ανησυχία και αβεβαιότητα» σε εκατομμύρια πολίτες.

Το Λονδίνο αρνείται να παράσχει εγγυήσεις για το καθεστώς των πολιτών κρατών-μελών της ΕΕ που ζουν στη Βρετανία (υπολογίζονται σε 3,3 εκατ.), λέγοντας ότι αυτό θα γίνει μόνον όταν υπάρξει αντίστοιχη δέσμευση από τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ για τους Βρετανούς που ζουν σε αυτές (περίπου 1,2 εκατ.). Κατά καιρούς κυβερνητικοί αξιωματούχοι έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι όσοι Ευρωπαίοι εργάζονται ήδη στη Βρετανία θα διατηρήσουν τα δικαιώματά τους ως έχουν. Ωστόσο, η «Γκάρντιαν» έγραψε ότι η Μέι εξετάζει ένα μοντέλο σύμφωνα με το οποίο οι ευρωπαίοι πολίτες θα μπορούν να ταξιδεύουν ελεύθερα στη Βρετανία για διακοπές, σπουδές ή για να παντρευτούν, αλλά αν θέλουν να εργαστούν θα ισχύει ένα αυστηρό καθεστώς χορήγησης βίζας.

Σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το «Ομπζέρβερ», οι ευρωπαίοι ηγέτες εμφανίζονται διατεθειμένοι να «τιμωρήσουν» τη Βρετανία με ένα οδυνηρό διαζύγιο προκειμένου να αποτρέψουν δημοψηφίσματα εξόδου από άλλες χώρες. «Η ΕΕ, όχι η Βρετανία, έχει το πάνω χέρι για το αν θα γίνει μαλακό ή σκληρό Brexit. Η Βρετανία, με δεδομένο ότι πρέπει να συμφωνήσουν 27 χώρες, βρίσκεται σε πολύ αδύναμη θέση» έγραψε στην «Γκάρντιαν» ο γνωστός ιστορικός Τίμοθι Γκάρτον Ας. Κι αυτό είναι κάτι που γνωρίζει καλά η Τερίζα Μέι. «Δεν θέλουν να δουν άλλους να επιχειρούν να αποδράσουν ψηφίζοντας έξοδο όπως έκανε η Βρετανία» είπε στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς».

Με δεδομένο ότι το κόστος του Brexit μέσα στην επόμενη πενταετία υπολογίζεται από την κυβέρνηση στις 59 δισ. στερλίνες, υπάρχει περίπτωση να το ξανασκεφτεί η Βρετανία και να κάνει νέο δημοψήφισμα – πριν ή έπειτα από εκλογές; Σήμερα το ενδεχόμενο αυτό φαντάζει απίθανο. Ωστόσο, όπως μας δίδαξε η πολύ πρόσφατη πολιτική Ιστορία, ποτέ μη λες ποτέ!