Ολα έγιναν όπως έπρεπε. Ο Γιάνης έγινε ο Βαρουφάκης που πάντα ονειρευόταν. Ο σελέμπριτι διανοούμενος της Αριστεράς, που κάνει διεθνή καριέρα εξαργυρώνοντας το σύντομο πέρασμά του από την πολιτική. Που επιστρέφει, όπως προχθές στην τρίωρη παρουσίαση του βιβλίου του, για να αφηγηθεί και να ξανα-αφηγηθεί εκείνους τους έξι μήνες.
Εκείνοι οι έξι μήνες είναι το ανεξάντλητο κοίτασμά του. Τους ψειρίζει πάντα με το ύφος του ιστορικού πρωταγωνιστή που έχει στοκ από απόκρυφους διαλόγους και παρασκήνια, πότε με τους συντρόφους του, που τον πρόδωσαν, και πότε με τη Λαγκάρντ ή τον Σόιμπλε, που έφτασε τάχα να εξομολογείται στον Βαρουφάκη «πότε αποφάσισε να ρίξει τον Σαμαρά».
Θα ήταν κωμικό. Κάποιος που μιλάει σαν παλαίμαχος statesman, ενώ η σχέση του με την Ιστορία είναι κυρίως φαντασιακή –ίσα που πρόλαβε να αρπάξει μια κιλότα από την απλωμένη μπουγάδα της Ιστορίας και έκτοτε την περιφέρει σαν ερωτικό τρόπαιο. Θα ήταν κωμικό, αν δεν ανακαλούσε τις πιο σκοτεινές στιγμές της ελληνικής περιπέτειας.
Επανεμφανιζόμενη η μορφή του Βαρουφάκη μοιάζει να θέτει από μόνη της το ερώτημα: Πού είμαστε τώρα; Ποιο μέρος του δραματολογίου της κρίσης αναβιώνει; Ζούμε μήπως ένα νέο 2014, με τη μοίρα της κυβέρνησης προεξοφλημένη και τους δανειστές να περιμένουν να διαπραγματευτούν με τον επόμενο; Ή μήπως ετοιμαζόμαστε να υποτροπιάσουμε στο καλοκαίρι του 2015, με τους ίδιους ανθρώπους να απελευθερώνουν πάλι τη δυναμική του βαρουφακικού χάους;
Η Αριστερά που εκπροσωπεί ο Βαρουφάκης –η Αριστερά που κυβερνά –πιστεύει μόνο στα επαναστατικά Big Bang. Δεν πιστεύει στη βήμα προς βήμα πρόοδο της βαρετής αστικής δημοκρατίας. Το εξήγησε πρόσφατα ο συγγενής του Βαρουφάκη, Σλάβοϊ Ζίζεκ, εκδηλώνοντας προεκλογικά την προτίμησή του για τον Τραμπ: η Αριστερά, είχε γράψει, χάνει όταν δεν την κινητοποιεί η δύναμη μιας «επαπειλούμενης καταστροφής».
Εντάξει, θα πει κανείς ότι ο έλληνας Δόκτωρ Χάος είναι μόνος. Κανείς δεν ζητάει πια από τον Τσίπρα να τα τινάξει τώρα όλα στον αέρα. Κανείς εκτός από τον Βαρουφάκη. Ακόμη κι εκείνοι που δοκίμασαν στο δημοψήφισμα μια στιγμή επαναστατικού μεγαλείου δεν μπορεί παρά να καταλαβαίνουν ότι είναι πολύ αργά για αίματα. Υστερα από τόσα μνημονιακά πλυσίματα, ποιος θα βρεθεί να συγκινηθεί ξανά από τα λάβαρα; Τα πλήθη είναι αλλού. Είναι απέναντι.
Πάντως, αν κάτι υπενθυμίζει ο Βαρουφάκης, αν κάτι υπογραμμίζει η άνεση με την οποία ο υπουργός, που συνέδεσε το όνομά του με το πιο δαπανηρό εξάμηνο της μεταπολιτευτικής ιστορίας, μπορεί να δίνει παραστάσεις σαν ασυμβίβαστος ήρωας, είναι ότι η ελληνική μοίρα εκκρεμοδικεί. Παραμένει ανοιχτή και στη φάρσα και στην τραγωδία.