Είμαστε αποικία; Οχι βεβαίως, δεν είμαστε. Μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης είμαστε, αλλά συμπεριφερόμαστε ανώριμα σαν να είμαστε αποικία. Γιατί αν μπορούσαμε να λειτουργήσουμε ως ώριμο μέλος της ΕΕ, θα είχαμε εμείς καταρτίσει ένα ιδιόκτητο σχέδιο για να βγούμε από την κρίση που οι ίδιοι δημιουργήσαμε. Αποτύχαμε παταγωδώς στο έργο αυτό. Εμφανιστήκαμε ανίκανοι να προσδιορίσουμε τη δέσμη των διαρθρωτικών αλλαγών, των μεταρρυθμίσεων, των μετασχηματισμών, των ανατροπών που χρειάζεται η χώρα για να καταστεί κανονική ευρωπαϊκή χώρα χωρίς τις χτυπητές ιδιαιτερότητες, δυσλειτουργίες και αποκλίσεις από το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Ως εκ τούτου, χρειάστηκε η παρέμβαση της τρόικας να ορίσει τις μεταρρυθμίσεις. Οι μεταρρυθμίσεις δηλαδή ήλθαν «απέξω». Αυτό μπορεί να ορισθεί ως σχέση αποικίας – κέντρου. Μάλιστα, αφού συνυπογράψαμε τη δέσμη μεταρρυθμίσεων με διαδοχικά Μνημόνια, στη συνέχεια χρησιμοποιήσαμε όλα τα τερτίπια για να μην τις υλοποιήσουμε, έστω κι αν σε ορισμένες περιπτώσεις τις νομοθετήσαμε. Στην ελληνική όμως περίπτωση, αντίθετα με σχεδόν όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, η νομοθέτηση δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην και εφαρμογή. Και αυτό οδηγεί σε πρόσθετες πιέσεις και μέτρα, κάτι που συμβαίνει κατά κανόνα σε παρωχημένες αποικιοκρατικές και όχι σε κανονικές θεσμικές σχέσεις.
Και όλα αυτά γιατί, μεταξύ άλλων, έχουμε και συντηρούμε ένα διοικητικό σύστημα εμφανώς ανίκανο να διαχειριστεί κρίσεις, να επιλύσει προβλήματα, να προωθήσει αλλαγές, να εφαρμόσει αποφάσεις. Και χρειάζεται την παρουσία στελεχών, τεχνοκρατών από άλλες ευρωπαϊκές χώρες προκειμένου να καλύψει αυτά τα ελλείμματα.
Δεν υπάρχει τίποτα το αρνητικό με τη συμμετοχή διοικητικών στελεχών από άλλες χώρες-μέλη της Ενωσης στην ημετέρα διοίκηση αν αυτό αποτελεί μέρος μιας διαδικασίας ώσμωσης, ανταλλαγής εμπειριών, προώθησης «βέλτιστων πρακτικών», δημιουργίας μιας νέας πανευρωπαϊκής διοικητικής αντίληψης. Η συμμετοχή όμως προσλαμβάνει μορφή οιονεί αποικιοκρατικής σχέσης όταν γίνεται για να καλύψει κενά που μια ώριμη, ευρωπαϊκή δημοκρατία δεν δικαιολογείται να έχει. Πολύ περισσότερο, όταν στα κενά αυτά περιλαμβάνεται και το «έλλειμμα εμπιστοσύνης» που με συμπεριφορές μας έχουμε καλλιεργήσει και που συμπυκνώνει την αντίληψη ότι χωρίς την «έξωθεν παρουσία» οι εγχώριοι decision-makers δεν θα εφαρμόσουν τίποτα ή ό,τι εφαρμόσουν θα είναι μάλλον λειψό. Ακούγεται και ως έλλειμμα εμπιστοσύνης προς ανώριμους ιθαγενείς.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διατρανώνει ότι «δεν είμαστε αποικία» αλλά προφανώς ισότιμο μέλος ενός συστήματος, δεν τον απασχολεί όμως το γεγονός ότι το ισότιμο μέλος δεν σέβεται αυτά που έχει συνυπογράψει με το σύστημα, ότι π.χ. ενημερώνει εταίρους και θεσμούς πριν προβεί μονομερώς σε εξαγγελίες μέτρων.
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών