«Ο πιστός»: Ποια συστήματα αξίων είναι υποκειμενικά και ποια αδιαμφισβήτητα; Πότε απειλείται η ελευθερία της έκφρασης και πού τελειώνουν τα θεμέλια της «πολιτισμένης» κοινωνίας; Ποιοι είναι άξιοι (και «εκλεκτοί») ούτως ώστε να μας διδάξουν την εναρμόνιση με τα συναισθήματα των άλλων; Ο –ξεκάθαρα σχιζοφρενής –Βενιαμίν χρησιμοποιεί τον χριστιανισμό (για την ακρίβεια, αποσπάσματα της Καινής αλλά και της Παλαιάς Διαθήκης) για να εξαλείψει καθετί που ενοχλεί τα πιστεύω του, αλλά θα ήταν κοντόφθαλμο εκ μέρους μας να λάβουμε το φιλμ του Ρώσου Κιρίλ Σερεμπρένικοφ ως καταγγελία της οργανωμένης θρησκείας. Ο ήρωάς του άλλωστε συγκρούεται ευθέως και με τον ιερέα του σχολείου, το οποίο και τρομοκρατεί θέτοντας «ριζοσπαστικά» ερωτήματα όπως: «Υπάρχει θέση στο σχολείο για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση;». Ή ακόμα καλύτερα «Είναι σωστό η θεωρία της εξέλιξης να διδάσκεται στο πλαίσιο των μαθημάτων Φυσικής Ιστορίας;».
Το αξιοπερίεργο –και το πιο τρομακτικό –της υπόθεσης δεν είναι η περίπτωση του Βενιαμίν, αλλά το πώς αυτές οι απόψεις γίνονται όπλα στα χέρια ανθρώπων εξίσου συντηρητικών, όπως η διευθύντρια του σχολείου. Ετσι, τα αιτήματα του νεαρού γίνονται παραδόξως δεκτά (τα κορίτσια σταματούν να φορούν μπικίνι στα μαθήματα κολύμβησης για παράδειγμα). Και αυτό τον φέρνει αντιμέτωπο με την καθηγήτρια Βιολογίας, που όμως είναι εξίσου ανίσχυρη, μια και το μάθημά της δεν βρίσκει σύμφωνους τους περισσότερους συναδέλφους της. Οι τελευταίοι, ορμώμενοι από τις καταγγελίες του νεαρού, θα χτίσουν τελικά ένα «μαύρο» σχολείο, με άλλα λόγια ένα «μαύρο» μέλλον. Και όλα αυτά στο όνομα της θρησκείας –που, όπως είπαμε, αποτελεί μια απλή πρόφαση: Ο νεαρός Βενιαμίν θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν πρεσβευτής των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Βλέπετε, κάθε ύπουλη διανοητικοποίηση μπορεί, διά της καμουφλαρισμένης μισανθρωπίας, να οδηγήσει σε ένα οργουελικό (δηλαδή απάνθρωπο και απολυταρχικό) μέλλον. Και το μόνο που μπορεί να ανακόψει αυτή την πορεία, να επιφέρει δηλαδή το «ξύπνημα» των υπολοίπων, είναι ο θάνατος. Μια σπουδή στην ιδεοληψία, λοιπόν, που υπηρετείται από μια εφευρετική σκηνοθετική γραφή, σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ψυχολογικό θρίλερ.
Βαθμοί: 7
Ρουμάνικο γουέστερν
«Οταν ξέσπασε η βία»: Ο Μπόγκνταν Μιρίκα ξεκινά από τον μινιμαλισμό που γνωρίσαμε και αγαπήσαμε μέσα από τον κινηματογράφο της Ρουμανίας, πάνω σ’ αυτήν τη διαδρομή όμως συναντά τον Σαμ Πέκινπα και τον Τζον Μπούρμαν. Αλλωστε ο έξυπνος έλληνας διανομέας δεν επέλεξε τυχαία τον τίτλο: έτσι είχε μεταφραστεί στη χώρα μας και το αστίλβωτο «Deliverance» του 1972. Εδώ, ο ήρωάς μας στα σύνορα Ρουμανίας – Ουκρανίας, εκεί δηλαδή όπου βρίσκεται η γη που κληρονόμησε από τον παππού του. Αποφασισμένος να πουλήσει αυτή την αχανή, πλην άγονη έκταση, δέχεται μια προειδοποίηση από τον χωροφύλακα της περιοχής. Το βραδυφλεγές σασπένς οδηγεί, όπως αντιλαμβάνεστε, σε ένα θεαματικό κρεσέντο – και αυτό το σύγχρονο γουέστερν δεν σ’ αφήνει να χαλαρώσεις στιγμή.
Βαθμοί: 7
Αυτό που περιμένετε
«Rogue One: A Star Wars Story»: Σε μια εποχή συγκρούσεων, μια ομάδα από απρόσμενους ήρωες ενώνει τις δυνάμεις της σε μια αποστολή να κλέψει τα σχέδια του Death Star, του απόλυτου εργαλείου καταστροφής της αυτοκρατορίας. Με άλλα λόγια, τούτο εδώ το παράπλευρο σίκουελ της φημισμένης σειράς καταπιάνεται με τους αφανείς εκείνους ήρωες που έδωσαν τη ζωή τους στο όνομα της διαγαλαξιακής ελευθερίας, αναπαράγοντας με φροντίδα όλα τα αναμενόμενα κλισέ. Το δεύτερο μέρος κυλάει κάπως αργά, αλλά η αναμέτρηση του φινάλε είναι υπέρ το δέον εντυπωσιακή (συμπεριλαμβάνεται μάλιστα και μια εκπληκτικά χορογραφημένη μάχη του Νταρθ Βέιντερ με ένα τσούρμο επαναστατών), ενώ οι ψηφιακές εμφανίσεις του Πίτερ Κάσινγκ και της Κάρι Φίσερ (όπως τους θυμόσαστε από το πρώτο φιλμ) θα συγκινήσουν επαρκώς τους φίλους της σειράς.
Βαθμοί: 6
Τρυφερό και μελό
«Το κοινόβιο»: Στη Δανία των 70s, μια οικογένεια αποφασίζει να στήσει ένα κοινόβιο – και οι θεατές καλούνται να ζήσουν παρέα με τους ήρωες το (απατηλό;) όνειρο της κοινής συμβίωσης, έως ότου μια ερωτική σχέση υποβάλει ολόκληρο το κοινόβιο σε δοκιμασία. Οπως συνηθίζεται στο σινεμά του Τόμας Βίντερμπεργκ («Οικογενειακή γιορτή»), οι μελοδραματικές κορόνες διαταράσσουν την κομψά στημένη αφήγηση, αλλά δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τις πανανθρώπινες σημάνσεις, που υπηρετούνται από ένα σπουδαίο επιτελείο ηθοποιών (Ούλριχ Τόμσεν, Φάρες Φάρες, Τρίνε Ντίρχολμ, Τζούλι Ανιέτ Βανγκ). Τα όνειρα λοιπόν μπορεί να συντρίβονται, αλλά το θάρρος αυτής της προσπάθειας αξίζει να καταγραφεί κινηματογραφικώς.
Βαθμοί: 6
Καλές προθέσεις
«Τέλειοι ξένοι»: Μια παρέα φίλων, τρία ζευγάρια και ένας μόνος του, σ’ ένα τραπέζι. Κουβέντα στην κουβέντα, σκάει το «παιχνίδι»: Αφού, ρε παιδιά, είμαστε όλοι τόσο ειλικρινείς με το έτερόν μας ήμισυ, ας πάρει ο καθένας το κινητό του άλλου και ας δούμε ποιοι πραγματικά είμαστε. Ο Θοδωρής Αθερίδης στήνει το ριμέικ του «Perfetti sconosciuti», που ο Πάολο Τζενοβέζε σκηνοθέτησε μόλις φέτος, και πατά καρέ καρέ στο πρωτότυπο. Οι φιλμικοί χρόνοι και το ντεκουπάζ προέρχονται κατευθείαν από εκεί – το μόνο που είχε μείνει ουσιαστικά ήταν η «ελληνοποίηση» των διαλόγων και οι ερμηνείες του φωτογενούς καστ (Μαρία Ναυπλιώτου, Μάκης Παπαδημητρίου, Σμαράγδα Καρύδη, Αλκης Κούρκουλος και ο ίδιος ο σκηνοθέτης). Η δουλειά εκεί όμως μένει στα μισά του δρόμου. Και είναι κρίμα, διότι αν αυτά είχαν μεταφερθεί επιτυχώς, τότε θα λειτουργούσε και το γλυκόπικρο εφέ του φινάλε. Τώρα μένουν μονάχα οι προθέσεις.
Βαθμοί: 4
Ετεροχρονισμένο σίκουελ
«Ο Αϊ-Βασίλης είναι πολύ λέρα»: Μια ξεκαρδιστική απόπειρα αυτοκτονίας δίνει τον τόνο αυτής της, δυστυχώς, όχι και τόσο πετυχημένης συνέχειας, στην οποία ο Μπίλι Μπομπ Θόρτον πλαισιώνεται από την Κάθι Μπέιτς στον ρόλο της μητέρας του. Το χιούμορ δεν είναι πια ανατρεπτικό και τα γκανγκ δεν λειτουργούν πάντα, αλλά στις συντηρητικές εποχές της πολιτικής ορθότητας ένα τέτοιο φιλμ αποτελεί μια δήλωση με την οποία δεν μπορούμε να διαφωνήσουμε. Κρίμα λοιπόν που δεν γελάμε αρκετά.
Βαθμοί: 4