Ανάλογα με την πηγή πληροφόρησης, αυτή τη στιγμή το Χαλέπι έχει καταληφθεί από τις δυνάμεις του Ασαντ ή έχει ανακαταληφθεί ή έχει απελευθερωθεί. Ωστόσο, αν αφήσει κάποιος στην άκρη την πολιτική τοποθέτηση, ένα είναι το σημαντικό από όσα συμβαίνουν αυτές τις ημέρες στο Χαλέπι: οι κραυγές των κατοίκων που έχουν καταστραφεί από τον αιματηρό εμφύλιο που εκτυλίσσεται στη Συρία τα τελευταία πέντε χρόνια. Εχουν υποφέρει πολλά όλο αυτό τον καιρό, έχουν χάσει δικούς τους, ζουν σε άθλιες συνθήκες και το μαρτύριό τους δεν έχει τέλος. Αντίθετα, τις τελευταίες ημέρες με τα κυβερνητικά στρατεύματα να διώχνουν τους αντικαθεστωτικούς αντάρτες και από τις τελευταίες συνοικίες, οι βομβαρδισμοί έχουν ενταθεί και υπάρχουν όλο και περισσότερες αναφορές για μαζικές εκτελέσεις ακόμα και αμάχων. Είναι, όπως τη χαρακτήρισε ο διεθνής Τύπος, η «τελευταία κραυγή» των κατοίκων στο Χαλέπι.

Επειτα από τις λυσσαλέες μάχες της περασμένης εβδομάδας, χθες δημιουργήθηκαν ελπίδες ότι πολλοί άμαχοι θα μπορέσουν να διαφύγουν από την πόλη. Βάσει συμφωνίας για την κατάπαυση του πυρός που επετεύχθη μεταξύ των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών και του ρωσικού στρατού –και εδώ γεννάται ένα μεγάλο ερώτημα για τον ρόλο της Τουρκίας στη σημερινή κατάσταση στη Συρία –οι τελευταίοι αντικαθεστωτικοί αντάρτες θα εγκατέλειπαν τις θέσεις τους στις ανατολικές συνοικίες της πόλης, ενώ οι πολίτες θα μπορούσαν είτε να διαφύγουν μαζί τους είτε να μετακινηθούν στις περιοχές που ελέγχουν τα κυβερνητικά στρατεύματα. Υστερα από αυτό, ο έλεγχος ολόκληρου του Χαλεπίου θα είχε περάσει στις δυνάμεις που παραμένουν πιστές στον πρόεδρο Μπασάρ αλ Ασαντ. Σύμφωνα με κάποιες αναφορές, περίπου 15.000 άτομα, εκ των οποίων οι 4.000 αντάρτες, επιθυμούν να εγκαταλείψουν την πόλη.

Χθες το πρωί 20 λεωφορεία που έφθασαν στα περίχωρα της πόλης, περίμεναν επί ώρες άδεια για να απομακρύνουν αντάρτες και τις οικογένειές τους. Μάταια. Από το πρωί, παρά την αναγγελθείσα κατάπαυση του πυρός, άρχισαν νέοι βομβαρδισμοί από αέρος και από εδάφους. Σύμφωνα με πληροφορίες, προήλθαν όχι από τον συριακό στρατό αλλά από τους μαχητές της Χεζμπολάχ, της φιλοϊρανικής λιβανέζικης σιιτικής οργάνωσης που είχε απωθήσει και τον περασμένο Οκτώβριο την τελευταία προσπάθεια των ανταρτών να σπάσουν την πολιορκία στο Χαλέπι. Ουσιαστικά δηλαδή, η άποψη που επικρατεί είναι ότι το Ιράν, σημαντικός σύμμαχος της κυβέρνησης της Δαμασκού, υπονόμευσε τη συμφωνία ενοχλημένο από το ότι επετεύχθη από Ρωσία και Τουρκία χωρίς να το συμβουλευθούν.

Σύμφωνα με μάρτυρες, φιλοκυβερνητικά στρατεύματα εμπόδισαν ένα κομβόι περίπου 70 τραυματιών, κυρίως ανταρτών και συγγενών τους, να αναχωρήσει επιμένοντας ότι δεν θα επιτρέψουν σε κανέναν να αποχωρήσει αν οι ανταρτικές ομάδες δεν σταματήσουν την πολιορκία της Φουάα και της Κφαρίγια, δύο σιιτικών θυλάκων στην επαρχία Ιντλίμπ.

Το ρωσικό υπουργείο Αμυνας κατηγόρησε τους αντάρτες για το αδιέξοδο, ανακοινώνοντας χθες ότι «επανέλαβαν τις εχθροπραξίες» τα ξημερώματα. Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι πλέον οι αντάρτες ελέγχουν μια περιοχή μόνο δυόμισι τετραγωνικών χιλιομέτρων. Ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ προέβλεψε ότι η αντίστασή τους θα καμφθεί μέσα στις επόμενες δυο – τρεις ημέρες.

Η όλη κατάσταση μπορεί, σύμφωνα με αναλυτές, να αποτελεί τακτική καθυστέρησης από πλευράς του σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ, που και άλλες φορές στο παρελθόν έχει φέρει σε αντιπαράθεση τους υποστηρικτές της. Η διαφωνία μπορεί να προσφέρει κάλυψη ώστε η Δαμασκός να επιτύχει τον στόχο της, δηλαδή να «καθαρίσει» το Χαλέπι με τη βία. Οπως άλλωστε είπε πρόσφατα σύρος στρατιωτικός στο Ρόιτερ, «στο Χαλέπι οι αντάρτες ή θα παραδοθούν ή θα πεθάνουν».

Το Χαλέπι ήταν η μεγαλύτερη πόλη της Συρίας πριν από τον πόλεμο, με δύο εκατομμύρια κατοίκους. Από το 2012 τη δυτική πλευρά της πόλης ελέγχουν τα κυβερνητικά στρατεύματα, ενώ οι αντάρτες κατείχαν τις ανατολικές περιοχές. Τις τελευταίες εβδομάδες οι στρατιώτες του Ασαντ με την υποστήριξη ρωσικών αεροπορικών επιθέσεων κατέλαβαν σχεδόν όλη την πόλη.