Ενώ προσεγγίζει για το Κυπριακό η «ώρα μηδέν» –όπως τη χαρακτηρίζουν ξένοι διπλωμάτες που εμπλέκονται στις διαδικασίες –στην ελληνική πλευρά εμφανίζονται άδηλες, πλην σοβαρές ρηγματώσεις. Κι αυτές αφορούν γενικότερα μεν τις αντιλήψεις όσον αφορά το επιδιωκόμενο τελικό πλαίσιο λύσης, ειδικότερα δε την αντιμετώπιση συγκεκριμένων κομβικών ζητημάτων. Και πρωταρχικά εκείνο των Εγγυήσεων και της Ασφάλειας. Κι αυτές οι διαφορές –που εκδηλώνονται στο παρασκήνιο μεταξύ Λευκωσίας και Αθήνας –επιτείνονται όσο κλιμακώνονται και οι πιέσεις από διαμεσολαβούντες, προκειμένου να προδιασφαλισθεί έστω και κατ’ αρχήν συμφωνία πάνω σε συμβιβαστικό πλαίσιο. Με όρους «μέσης τομής». Την ουσία της οποίας αποκάλυψαν χθες «ΤΑ ΝΕΑ», όπως την έχουν συνδιαμορφώσει Ουάσιγκτον και Λονδίνο.

– Η Αθήνα προαπορρίπτει (ως εκτός συζητήσεως) οποιαδήποτε μορφή νέων Εγγυητικών Συνθηκών. Εφόσον μάλιστα η Ελλάδα όπως και η Βρετανία εκδηλώνουν ανοικτά την πρόθεση να παραιτηθούν οποιωνδήποτε τέτοιων δεσμευτικών υποχρεώσεων (και επεμβατικών δικαιωμάτων) όπως είχαν διαμορφωθεί το 1960 με την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

– Αντιθέτως η Λευκωσία, παρότι επί της αρχής συμφωνεί με αυτή την (ελλαδική) τοποθέτηση, προκειμένου να αποτραπεί ναυάγιο πριν καν από την πολυμερή (ή πενταμερή κατά την Αγκυρα) Διάσκεψη, φαίνεται ότι δεν αποκλείει κάποιας μορφής «εγγυοδοσία». Η οποία να αφαιρεί τις αιτιάσεις της τουρκικής πλευράς, από τη μια, και να αναιρεί τις έστω και πλασματικές ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων, από την άλλη.

Η Ουάσιγκτον. Και παρότι ο κύπριος πρόεδρος κρατά κλειστά τα χαρτιά του, υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι ήδη έχει ανταποκριθεί «μάλλον θετικά» στις αμερικανικές υποδείξεις για το θέμα. Υπό κάποιες όμως –όπως γίνεται αντιληπτό –προϋποθέσεις. Εξού και η Ουάσιγκτον στρέφεται τώρα προς την Αθήνα, ρίχνοντας προς αυτή την κατεύθυνση το βάρος των παρεμβάσεών της. Ενώ την ίδια στιγμή από πλευράς της Τουρκίας τηρείται προς το παρόν «εύγλωττη σιγή», εν αναμονή διαβεβαιώσεως της Ουάσιγκτον ότι το ζήτημα μπορεί να διευθετηθεί «με αμοιβαιότητα». Κάτι που θα διασφαλίσει τον οδικό χάρτη που όχι μόνο θα οδηγήσει στη Γενεύη, αλλά και θα ξεκλειδώσει τη θύρα του «ιστορικού συμβιβασμού», όπως χαρακτηρίζεται η ομοσπονδιακή (και επί ίσοις όροις) τελική διευθέτηση του προβλήματος.

Και είναι ακριβώς για να απαλείψουν άτυπες τριβές και για να εξομαλύνουν διαφορές που εμφανίζονται σε ζητήματα και ουσίας και τακτικής, που συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες οι ηγεσίες των δύο (υπό τις περιστάσεις) κρατικών κέντρων του Ελληνισμού. Τσίπρας δηλαδή και Αναστασιάδης αφενός. Και οι υπουργοί Εξωτερικών αφετέρου. Ωστε και να αποτραπούν χάσματα, και να δομηθεί (και συντονισθεί κατά το δυνατόν) «ενιαία στρατηγική διαχείριση» των κρίσιμων εξελίξεων που ανακύπτουν στο Κυπριακό. Που από πλευράς της Αθήνας, ιεραρχείται (μετά το 1974) πρώτο στις εθνικές προτεραιότητες. Κι αυτό, καθώς το τελευταίο διάστημα έχουν σημειωθεί έως και ανεπιθύμητες ενδείξεις διχοστασιών.

Εστω και αν (για λόγους αυτονόητους) δεν εκδηλώνονται. Και πολύ σωστά. Να λεχθεί ακόμη ότι στις Βρυξέλλες, όπου βρίσκονται οι ηγεσίες Ελλάδας και Κύπρου, σημειώνονται καθ’ όλα έντονες παρεμβάσεις από κοινοτικούς παράγοντες προκειμένου να διασφαλισθούν συναινετικές προσεγγίσεις. Αφενός, γιατί δεν θέλουν κατάσταση οξύνσεων με την Αγκυρα, τις ασύμμετρες συμπεριφορές της οποίας θα οπλίσει τυχόν ναυάγιο. Και αφετέρου, γιατί με συμβιβαστική διευθέτηση, εξομαλύνονται κρίσιμα ζητήματα σχετικά με την Κύπρο. Της οποίας μεγάλο μέρος της επικράτειας, ενώ θεσμικά συνιστά κοινοτικό έδαφος, βρίσκεται υπό κατοχή! Και μάλιστα χώρας που δεν είναι ενσωματωμένη στην ΕΕ.

Τα υποθαλάσσια κοιτάσματα. Στο μεταξύ, καθώς επιταχύνονται αυτές οι διαδικασίες, στο παρασκήνιο κινητοποιούνται και άλλοι μοχλοί. Και πρωταρχικά εκείνος των μεγάλων υποθαλάσσιων κοιτασμάτων. Με τον αμερικανικό παράγοντα να επεξεργάζεται αυτή τη στιγμή ευρύτερους σχεδιασμούς. Και δεν είναι ασφαλώς άσχετη με αυτούς η παρουσία στη Λευκωσία του αμερικανού υφυπουργού Ενέργειας Εϊμος Χόκσταϊν. Του οποίου οι επαφές με την κυπριακή κυβέρνηση (και ατύπως με την τουρκοκυπριακή πλευρά) θεωρούνται αποφασιστικές. Οχι μόνο για την εξόρυξη και νομή των αποθεμάτων φυσικού αερίου αλλά και για τη διαδρομή τους. Η οποία διέπεται από πολιτικές αποφάσεις. Και η οποία –σε περίπτωση λύσης του Κυπριακού –με βεβαιότητα θα ακολουθήσει τον «τουρκικό διάδρομο» προς τις ευρωπαϊκές αγορές.

Αυτών των αμερικανικών προσεγγίσεων έγινε ακριβώς κοινωνός η Λευκωσία. Η οποία και αντιλαμβάνεται ότι τελικά και αυτή η παράμετρος θα αποβεί εκ των πραγμάτων ουσιαστική δυναμική στη διαμόρφωση των μεσολαβητικών παρεμβάσεων. Με αυτοδήλως ανάλογες πιέσεις.