«Οι εικόνες, όπως και οι λέξεις, είναι σαν όπλα που μαστιγώνουν τον αέρα και οργανώνονται σε πεδία συγκρούσεων. Το να αναγνωρίσουμε αυτό το γεγονός, να το επικρίνουμε και να προσπαθήσουμε να το κατανοήσουμε όσο το δυνατόν ακριβέστερα ίσως είναι η κυριότερη πολιτική ευθύνη, τους κινδύνους της οποίας πρέπει να αξιολογήσουν υπομονετικά οι ιστορικοί, φιλόσοφοι και καλλιτέχνες» θα γράψει ο γάλλος θεωρητικός τέχνης Ζορζ Ντιντί Ιμπερμάν στο «Peuples exposés, peuples figurants: l’œil de l’histoire, 4» το 2012, αναφερόμενος στην αισθητική των εικόνων, στο σινεμά αλλά και στη φωτογραφία – ντοκουμέντο.

Αν θεωρήσουμε ντοκουμέντο επικαιρότητας τις φωτογραφίες από την πρόσφατη παρουσίαση της ειδικής συλλογής «Paris Cosmopolite» του οίκου Chanel Métiers d’ Art που παρουσιάστηκε στο παρισινό ξενοδοχείο Ριτζ, μένει να αναρωτηθούμε τι είναι αυτό που επιδιώκουν να δείξουν με άψογη εκτέλεση και υπεροπτικό τρόπο οι πρωταγωνιστές αυτής της συλλογής. Σε πρώτη ανάγνωση είναι η εκδήλωση αφοσίωσης του οίκου πολυτελείας στους τεχνίτες υψηλών δεξιοτήτων. Στα «ικανά χέρια» που υφαίνουν δαντέλες, κεντάνε λεπτεπίλεπτα μοτίβα πάνω σε μετάξι, ψαλιδίζουν και χρωματίζουν εξωτικά φτερά, διακοσμούν κουμπιά, σκαλίζουν το μέταλλο και δίνουν γλυπτικά σχήματα σε ζώνες και σε άλλα αξεσουάρ.

Σε δεύτερο επίπεδο, η επιστροφή Chanel στο πρόσφατα ανακαινισμένο Ριτζ, το οποίο χρησιμοποιούσε η Κοκό Σανέλ ως τόπο διαμονής της, αφού το ξενοδοχείο γειτνιάζει με τους χώρους του οίκου της, επιβεβαιώνει διακριτικά την εποχή οικονομικού ορθολογισμού και ελέγχου των εξόδων παραγωγής. Οι μεγαλόπνοες ιδέες κυριαρχίας της γαλλικής μόδας στο πρόσφατο παρελθόν ταξίδεψαν τους καλεσμένους της Chanel μέσα από αυτό το πρόγραμμα των ειδικών συλλογών στην Κούβα, στη Νέα Υόρκη, στο Ντάλας, στη Σεούλ, ενισχύοντας τη γραμμή απόστασης που χωρίζει την πραγματικότητα των πολλών από εκείνη των ολίγων. Στη φετινή παρουσίαση «Paris Cosmopolite» η έμφαση μεταξύ του «εμείς» και οι «άλλοι» παρουσιάστηκε με την πρόσκληση στο Cafe Society του Ριτζ. Εκεί όπου το βραδινό ένδυμα καλούσε τις γυναίκες να ντυθούν κομψά για να γευματίσουν και στη συνέχεια να χορέψουν. Κάποτε… προπολεμικά… Αλλά και τώρα. Σύμφωνα με τον Καρλ Λάγκερφελντ, «ενεργοποιητή» των σύγχρονων κοινωνικών αποστάσεων μέσω των ενδυματολογικών κανόνων που εφαρμόζει ως καλλιτεχνικός διευθυντής της Chanel, η νέα αίσθηση του μοντέρνου λέει ότι είναι ένα ταγέρ με στενή ίσια φούστα ή ένα κοστούμι με παντελόνι κάπρι κεντημένο με παγέτες.

Στον κατεξοχήν τόπο κοσμικών συναναστροφών η μέρα συναντά τη νύχτα με πλήρη αδιαφορία για το αν είναι σωστό ένα κοστούμι σε τουίντ βελούδο να εμφανίζεται δίπλα σε ένα φόρεμα με μαύρη κάπα στολισμένη με φτερά μαραμπού, τούλι και ροδοπέταλα από μεταξωτό σιφόν.

ΣΤΗ ΓΕΝΕΥΗ. Στο μεταξύ, σε μια άλλη συχνότητα του σύγχρονου βίου, μερικά χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Παρισιού, ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός ιδρύθηκε στη Γενεύη από δύο συνιδιοκτήτες ομίλων πολυτελείας με σκοπό να υποστηρίξουν την πολιτιστική αξία της ευρωπαϊκής χειροτεχνίας. Το Ιδρυμα Μικελάντζελο χρησιμοποιεί τη γλώσσα των σύγχρονων φορέων κοινωνικού έργου. Για να υποστηρίξει, όπως αναγράφει στην ιστοσελίδα του michelangelofoundation.org, «τους κατεξοχήν δεξιοτέχνες με τη δημιουργία δικτύων από τεχνίτες και τη στήριξη των τοπικών θεσμών τους, διευκολύνοντας τη μαθητεία. Και στη συνέχεια να καλλιεργήσει στο κοινό σε παγκόσμια κλίμακα την αναγνώριση του πλούτου των εφαρμοσμένων τεχνών που διαθέτει η ευρωπαϊκή ήπειρος».

Ο Τζόναθαν Ρούπερτ, δισεκατομμυριούχος και πρόεδρος του ομίλου πολυτελείας Ρισμόν, εξηγεί το σκεπτικό του Ιδρύματος Μικελάντζελο. «Σήμερα η κοινωνία μας τιμά όλους τους “λάθος” ανθρώπους. Εκείνοι που κάνουν κάτι καλό ζούνε στις τελευταίες σελίδες των εφημερίδων. Υπάρχουν οι ποδοσφαιριστές οι οποίοι βγάζουν εκατομμύρια. Οι σχεδιαστές μόδας οι οποίοι απλά στέκονται στο τέλος της πασαρέλας ύστερα από μια επίδειξη. Ή κάποιες γυναίκες (σ.σ. εννοεί τις fashion bloggers και τις απροσδιόριστου είδους διασημότητες), οι οποίες κάθονται στην πρώτη σειρά και πληρώνονται για να φοράνε γελοία ρούχα. Ολα αυτά μας κάνουν να ανατριχιάζουμε για το μέγεθος της προσοχής που προκαλούν. Λυπάμαι, είναι τόσο μπανάλ. Μα πού βρίσκονται οι αξίες μας;».