Αννα Μαρία Τσακάλη

Ενα γεγονός με τον Κρεμονίνι! Είναι τόσο πολλά που θα μπορούσα να θυμηθώ, ουσιαστικά και καίρια, που με διαμόρφωσαν ως ζωγράφο στην πορεία μου κοντά του. Διαλέγω το πρώτο. Την ώρα της επιλογής μου στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι. Καταλυτικό για τη ζωή μου.

Ο Κρεμονίνι ήταν στην επιτροπή των καθηγητών στην τρίτη και τελική εξέταση. Είχαν προηγηθεί οι εξετάσεις στο σχέδιο και στο χρώμα και υπήρχε η κρίση του ντοσιέ των έργων με μια συνέντευξη παρουσία όλων των καθηγητών.

Είχα μεγάλο άγχος. Είχα απαντήσει σε όλες τους τις ερωτήσεις, όταν ένας καθηγητής, ο Ολιβιέ Ντεμπρέ, είδε πως στο διαβατήριό μου αναφερόταν ως επάγγελμα «εργοθεραπεύτρια». «Γιατί λοιπόν εργοθεραπεία;» μου τέθηκε η ερώτηση.

Πάγωσα, φοβήθηκα πως αυτό που είχα σπουδάσει πριν, αν και παρακολουθούσα για χρόνια εργαστήρια ζωγραφικής, θα βάραινε αρνητικά. Παρουσιαζόταν η ζωγραφική ως δεύτερη επιλογή. Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη. Τότε ο Κρεμονίνι από την άλλη άκρη του τραπεζιού σηκώθηκε και είπε: «Μα για να κερδίσει τη ζωή».

Αυτή η πρώτη φράση που μου απηύθυνε, ειπωμένη για κάτι άλλο, αποκομμένη, υπήρξε περίεργα η αφετηρία. Κοντά του κέρδισα τη ζωή, κέρδισα τη ζωγραφική.

Αλέξης Βερούκας

Την ημέρα που ερχόταν στο εργαστήριο (πρώτος το πρωί απ’ όλους τους διδάσκοντες και έφευγε τελευταίος), η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη σε υψηλή τάση. Από τις εξατομικευμένες ψυχαναλυτικές του συνεδρίες μπροστά στο καβαλέτο του καθενός από εμάς δεν έλειπαν ποτέ οι απώλειες παιδιών που με βουρκωμένα μάτια έκλειναν με θόρυβο την πόρτα του ατελιέ και κάποια (λίγα ευτυχώς) έφτασαν να εγκαταλείψουν τη σχολή! Εσκαβε πολύ βαθιά μέσα μας, στα μύχια όριά μας, για να στερεώσει την αφοσίωσή μας στη ζωγραφική. Πιο θαρραλέος ήταν ο Γιώργος (ο Ρόρρης, μόνιμος συγκάτοικος τότε με τον Στέφανο Δασκαλάκη), που έστηνε το έργο του μπροστά στον Κρεμονίνι και αψηφούσε το βάρος κάποιων εκφράσεων που όλους μάς λιποψυχούσαν! Εγώ αντίθετα, για ένα διάστημα, είχα βρει καταφύγιο στο παταράκι που είχε το εργαστήριο και δούλευα εκεί για να είμαι σίγουρος ότι δεν μπορεί να ανεβεί την ανεμόσκαλα να με πλησιάσει! Ο λόγος του ήταν γοητευτικός, με οριζόντιες προεκτάσεις στη φιλοσοφία, τη λογοτεχνία, την ψυχανάλυση. Πάντα σε τέλειο πληθυντικό (μόνο έναν χρόνο πριν πεθάνει μου απευθύνθηκε στον ενικό), γοήτευε και με την όψη. Τα λεπτά λομβαρδά τουχαρακτηριστικά και τα γκριζογάλαζα μάτια του σε καθήλωναν· μόνο το μέτριο ανάστημά του τον έκανε πιο οικείο. Μια φορά η Μαρίνα (Λαμπράκη-Πλάκα), που ερχόταν συχνά να τον ακούσει μαζί μας σαν συνάδελφό της, όποτε βρισκόταν στο Παρίσι, χωρίς να το αντιληφθεί, τον είχε φουντώσει: επέμενε από φιλοφρόνηση να τον κάνει να αποδεχθεί πόσο ουσιαστικός «δάσκαλος» ήταν για μας, έναν όρο που εκείνος απεχθανόταν γιατί η μέθοδός του προαπαιτούσε τη συναδελφικότητα. Με «βουζ ετ εν βρε μετρ!» (ένας αληθινός δάσκαλος!) επέμενε η Μαρίνα και εκείνος έμοιαζε πλέον να θυμώνει πολύ. Πετάγεται από το βάθος η Εβίτα (η Φρατζολά): «Αλόρ, εν μετρ σενκάντ σενκ!» (Αντε, ένα μέτρο και πενήντα πέντε πόντους!). Τότε ξέσπασε κι εκείνος στα γέλια!

Στέφανος Δασκαλάκης

Στο εργαστήριο του Κρεμονίνι πήγα σχετικά αργά. Ηξερα πάνω-κάτω τι ήθελα να κάνω στη ζωγραφική. Μου έλεγε: «Είναι πολύ εύκολο να πάρεις κάποιον από το μηδέν και να τον πας στο εννιά, αλλά είναι πολύ δύσκολο να πάρεις κάποιον από το εννιά και να τον πας στο δέκα». Δεν μου είναι εύκολο να πω τι ακριβώς μου έμαθε. Δεν ήταν ο δάσκαλος –δεν ήθελε άλλωστε να τον αποκαλούμε δάσκαλο –που σου μάθαινε τη μαστοριά. Σε μάθαινε όμως πώς να στέκεσαι απέναντι στο έργο σου και πώς μέσα από αυτό να μιλάς με τον εαυτό σου. Νομίζω ότι από αυτό το εννιά μέχρι το δέκα βγήκα μεταμορφωμένος. Μπορεί να μην άλλαξα στις βασικές μου επιλογές, κάτι όμως είχε μεταβληθεί ριζικά. Αν υπήρχε σιγουριά γι’ αυτό που έβλεπα πολύ μακριά, το παρόν έπαιρνε συχνά τα χαρακτηριστικά της κρίσης. Η βοήθειά του έγκειτο στο ότι έκανε αυτή την κρίση πιο βαθιά, δείχνοντάς μου συγχρόνως πώς να τη βιώσω θετικά. Εσβηνα διαρκώς τα έργα μου, τα έσκιζα και τα πέταγα. Μου έδειξε τι μπορεί να μου μάθει κανείς από τα αποτυχημένα έργα. «Πρέπει να τα κρατάτε» μου έλεγε. «Αυτά είναι τα τεκμήρια, τα συμπτώματα της παθολογίας σας». Με βοήθησε να καταλάβω, να μπορέσω να διαβάσω τα σημάδια αυτά που βρίσκονταν μέσα τους. Η θεραπεία βέβαια δεν ήρθε αμέσως. Υπάρχουν πάντα εκρήξεις, απογοητεύσεις και καταστροφές. Μαθαίνω όμως όλο και πιο πολύ αυτά τα πάνω-κάτω να τα κρατάω μέσα στο έργο σαν μνήμη. Με έκανε να καταλάβω ότι το έργο «πυκνώνει» μέσα από αυτές τις αποτυχίες.

Θυμάμαι πόσο απορριπτικά, με πόση οργή μιλούσε σε όσους του έδειχναν έργα «δεξιοτεχνικά». Με έμαθε ότι η αξία της ζωγραφικής δεν έχει να κάνει με την ευκολία του χεριού, αλλά αντίθετα πρέπει να κυριαρχείται από μια ανικανοποίητη επιθυμία για την ακρίβεια της αίσθησης που οδηγεί διαρκώς τη δεξιοτεχνία σε αδιέξοδο.

Γιώργος Ρόρρης

Ενας καημός μού έχει μείνει από τα χρόνια της μαθητείας στο ατελιέ του Κρεμονίνι στο Παρίσι: ότι δεν ήξερα καλά γαλλικά ώστε να καταλαβαίνω τον ρέοντα λόγο και τις ακριβείς και αναπάντεχες παρατηρήσεις που έκανε πάνω στα έργα μας. Ετρεχα συνέχεια πίσω από έλληνες φίλους και συνάδελφους, τους σκούνταγα και ρώταγα: Τι λέει τώρα; Τι ήθελε να πει; Αισθανόμουν σαν ανάπηρος που δεν μπορεί να εκφραστεί και λυπόμουν τα έργα μου που κείτονταν εκεί μπροστά στο έλεος της κριτικής του, ανυπεράσπιστα, χωρίς να μπορώ να εξηγήσω τι ήθελα να κάνω και πώς σκοπεύω να συνεχίσω. Αλλά και τι ντροπή να έχω συνεχώς ανάγκη από έναν μεταφραστή! Θυμάμαι μια περίπτωση όπου η άγνοιά μου άγγιξε τα όρια του ευτράπελου. Ζωγραφίζαμε γυμνό και ο Κρεμονίνι περνούσε από όλους κι έκανε παρατηρήσεις. Ηρθε και στο δικό μου έργο, το είδε προσεκτικά, κάτι μου είπε, δεν κατάλαβα και συνέχισε λέγοντάς μου «αυτό που κάνετε δεν είναι legiteme (νόμιμο)». Eννοούσε ότι δεν ήταν σωστό σύμφωνα με τους νόμους της ζωγραφικής. Εγώ άκουσα τη λέξη ως ελληνική, ως «le zitime» (το ζήτημα), λέξη που δεν υπάρχει. Και γυρίζοντας όλο σιγουριά τού λέω: «Ξέρετε, κύριε, το μόνο ζήτημα για μένα είναι ότι δεν ξέρω να ζωγραφίζω». Με κοίταξε χωρίς να καταλαβαίνει τίποτα και αναζήτησε απεγνωσμένα τρόπο να συνεννοηθούμε μέσω μετάφρασης. Οταν το συνειδητοποίησα, ντροπιάστηκα τόσο που το θυμάμαι ακόμη».

info

Η ομαδική έκθεση «Οι έλληνες μαθητές του Λεονάρντο Κρεμονίνι» στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Αθηνών, Πατησίων 47. Εως 11 Φεβρουαρίου