Για πολλά χρόνια η αλήθεια στραγγαλιζόταν στον μάτσο κόσμο του βρετανικού ποδοσφαίρου. Οι νόρμες που καθορίζουν τον ανδρισμό και τη σεξουαλικότητα στον κόσμο του λαϊκού αθλήματος αποτελούσαν τις παλάμες που κρατούσαν ερμητικά κλειστά τα στόματα.

Οσα αντιστάθηκαν, υπήρχαν πρόθυμοι στους μεγάλους συλλόγους που αντικατέστησαν τις παλάμες με χαρτονομίσματα.

Ο βιασμός της γυναίκας, η αποπλάνηση της ανήλικης, τα ομαδικά όργια με μαύρες από τους πλούσιους νεαρούς που ξέρουν να βάζουν καλά φάλτσα στην μπάλα είναι αποδεκτά στην κουλτούρα του ποδοσφαίρου.

Ο δημοσιογράφος της «Γκάρντιαν» Σάιμον Χατενστόουν παρατηρεί πως από τη στιγμή που το σεξ θεωρείται νόμισμα στο ποδόσφαιρο, η κακοποίηση κρύβεται στην επόμενη γωνία.

Πάνω σ’ αυτό το δούναι και λαβείν οικοδομήθηκε το μεγαλύτερο σκάνδαλο του βρετανικού ποδοσφαίρου με αυτουργούς δεκάδες παιδόφιλους. Οσο πιο φιλόδοξος και ταλαντούχος ο παίκτης τόσο πιο ευάλωτος απέναντι στον προπονητή του που θα τον βοηθήσει να προωθηθεί στα ψηλά πατώματα του ποδοσφαίρου.

Ο χαρακτηρισμός poof –ομοφυλόφιλος –που εξακολουθεί να αποτελεί όνειδος για κάθε ποδοσφαιριστή στο Νησί επέτρεπε στους παιδόφιλους να κοιμούνται ήσυχοι τα βράδια.

Το πιο εξοργιστικό στο σκάνδαλο ήταν η παθητική στάση της ηγεσίας της ομοσπονδίας απέναντι στις καταγγελίες.

Σε τρεις εβδομάδες οι τηλεφωνικές καταγγελίες από παίκτες για σεξουαλική τους κακοποίηση σε νεαρή ηλικία έχουν φτάσει τις 1.767. Μια τέλεια καταιγίδα σε πλήρη εξέλιξη.