Δεν αντιμετωπίζεται αυτό που ζούμε. Δεν υπάρχει συνετός τρόπος να διαχειριστείς τόση παράνοια, τόση ανοησία, τόση επιπολαιότητα γύρω σου. Ζούμε στην κόψη του ξυραφιού κι έρχεται κι ο κάθε χαρωπός να σου τραβήξει κι άλλη ξυραφιά.
Πρώτος και καλύτερος, ο Ζουράρις. Να σου λέει «και να χάσουμε μερικά νησιά δεν είναι κάτι σπουδαίο. Τη γλώσσα να μη χάσουμε». Να χάσουμε τη Μυτιλήνη να μας μείνει η Λέσβος, κατάλαβες; Και μετά το ανασκευάζει αυτός ο άνθρωπος αυτός. Και καλά ήταν «σχήμα καθ’ υπερβολήν» –λες κι ο Αριστοτέλης θεωρούσε την «ανοησία» συνώνυμη έννοια του καθ’ υπερβολήν σχήματος. Να χάσουμε και μερικά νησιά δεν είναι σπουδαίο. Να χάσουμε και μερικούς βουλευτές επίσης. Που καθόμαστε κι ασχολούμαστε με τον καθένα πικραμένο.
Ο Κατσίκης δεν θέλει γκέι μπέιμπι σίτερ μην του κολλήσουν το μωρό «αδελφίλα». Γιατί είναι επιστημονικό δεδομένο πως απ’ τη φρουτόκρεμα κολλάει αυτή η Νόσος του Διαβόλου. Μόνο που δεν πρότεινε να τους ράψουμε ροζ αστέρι στο πέτο και να τους στείλουμε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κι οι άλλοι οι φωστήρες από κάτω τι κάνανε; Κάθονταν και τον καμαρώνανε. Και δεν τον μάζεψε κανένας τον μάγκα, τον καραμπουζουκλή. Τον άντρακλα. Που δεν θα τη φοβηθεί την κατσαρίδα, όοοχι. Αντίθετα θα τη σκοτώσει με αργό, βασανιστικό θάνατο. Να μάθει αυτή.
Η Αντιγόνη Λυμπεράκη του Ποταμιού απέναντι πείτε του πως το θέλω, δήλωσε γλυκά πως «οι συνταξιούχοι είναι οι ωφελημένοι της κρίσης». Οι συνταξιούχοι τώρα αυτό. Αυτοί οι ωφελημένοι άνθρωποι. Που άνευ λόγου, άνευ αιτίας, τρελαίνονται, αφήνουν τα λούσα και τα μεγαλεία και βγαίνουν στους δρόμους να διαδηλώσουν για το παντεσπάνι τους. Η κυρία Λυμπεράκη –για να μεταφέρουμε επακριβώς τα λεχθέντα –λέει πως, σε σύγκριση με το μηδενικό εισόδημα ενός άνεργου, όποιος λαμβάνει 12 συντάξεις των 600 (αντί για 14 των 800) είναι ωφελημένος. Κι εδώ, κυρίες και κύριοι αγαπητά μου παιδιά, ο φιλελευθερισμός το τερματίζει κανονικά. Απ’ το να ‘σαι άνεργος, καλύτερα συνταξιούχος. Απ’ το να ‘σαι τυφλός, καλύτερα μονόφθαλμος. Τον οποίο μονόφθαλμο τον λες και κωλόφαρδο στην περίπτωση αυτή. Και το λες γλυκά. Οπως η Αντιγόνη Λυμπεράκη.
Μέσα στο χάος, πήγαν και μοιράσανε δεντράκια στους άστεγους. Να το γιορτάσουν, βρε αδελφέ. Είναι ο άνθρωπος με την τρύπια κουβερτούλα στους πέντε δρόμους μες στην παγωνιά και τι χρειάζεται για να νιώσει έτσι το πνεύμα των Χριστουγέννων; Το πλαστικό δέντρο με την μπαλίτσα και το αστεράκι. «Ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος», αλλά αυτό καταντάει γελοίο. Πεινάς, διψάς, κρυώνεις, είσαι στον δρόμο, δεν έχεις να φας, δεν έχεις να ζεσταθείς, δεν έχεις σπίτι, δεν έχεις μέλλον, δεν έχεις ζωή, αλλά έχεις δέντρο, αγάπη μου. Εχεις πλαστικό έλατο ω έλατο μ’ αρέσεις πώς μ’ αρέσεις. Εδώ πια μπλέξαμε τα μπρόκολα με τις μπαλαντέζες και τη φιλανθρωπία με την αλληλεγγύη.
Λογικά, κάποιος σώφρων θα πει πως η πρόνοια για τους άστεγους δεν είναι δουλειά του πολίτη, αλλά τους κράτους. Ομως όταν το κράτος σε έχει καταντήσει άστεγο, μάλλον ο πολίτης πρέπει να σηκώσει τα μανίκια.
Η άλλη λύση είναι να αποφασίσουμε πως δεν παλεύεται. Να κλειστούμε στο σπίτι μας –όσο ακόμα έχουμε σπίτι –να σηκώσουμε τα χέρια ψηλά, τα μάτια επίσης και να χαζεύουμε το ταβάνι. Να μετράμε τα σκασίματα της μπογιάς και τις ρωγμές του τοίχου δίπλα στη λάμπα.
Κι ειλικρινά τώρα. Δεν ξέρω τι κάνουν μερικοί από σας. Μερικοί από μας όμως, ήδη ζαχαρώνουν τα ταβάνια τους. Χωρίς να σαλεύουν.
Βιώνοντας –μέσα από την απόγνωση –τον δικό τους πανικό της ακινησίας.