Το είχε επισημάνει κάποτε η «Μοντ» για τον Ντόναλντ Τραμπ: η χειρότερη υπηρεσία που είχε προσφέρει στην πολιτική ζωή των ΗΠΑ ήταν ότι η ρητορική του, από τα ψεύδη και τους παραλογισμούς του έως τις έξαλλες επιθέσεις και τα ρατσιστικά του σχόλια, είχε γίνει μέρος της πολιτικής κανονικότητας. Ακόμη και η μεγαλύτερη παραδοξολογία ή η πιο αντιαισθητική θέση ήταν πλέον νορμάλ. Οχι πως πριν ο πολιτικός κόσμος ήταν αγγελικά πλασμένος. Αλλά σε τόσο υψηλές θερμοκρασίες κόλασης δεν είχε ζήσει ποτέ.
Αυτή η εισβολή του αδιανόητου στην κανονικότητα είναι κάτι που πρέπει να πιστωθεί στους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Αλλοτε, και όχι και σε καμιά ιδανική εποχή που ούτως ή άλλως δεν θα υπάρξει ποτέ, η δήλωση του Πρωθυπουργού ότι δεν θα εγκαταλείψει τον λαό στους yesmen της λιτότητας θα ήταν ο ορισμός του πολιτικού αυτοτρολαρίσματος. Το ίδιο και η θέση ενός εθναμύντορα υπουργού του ότι δεν τρέχει και τίποτε να χάσει η χώρα και μερικά νησιά. Σε αυτήν την ήδη τεράστια αλυσίδα δηλώσεων του είδους προστίθεται σχεδόν καθημερινά ένας νέος κρίκος. Με τη βεβαιότητα ότι θα ενσωματωθούν στην κανονικότητα όπως ενσωματώθηκαν και οι προηγούμενοι.
Είναι μια τέχνη που οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ καλλιέργησαν όχι με καμιά μεθοδικότητα αλλά με τον ναρκισσιστικό αυθορμητισμό και την απρόσβλητη ανοσία απέναντι στο συναίσθημα της ντροπής που διακρίνουν τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο άνθρωπος ο οποίος υποσχέθηκε ότι θα κάνει ξανά την Αμερική μεγάλη είπε χθες στους Κινέζους που κατέσχεσαν ένα μη επανδρωμένο αμερικανικό υποβρύχιο να το κρατήσουν. Για να καταγγείλει όπου να ‘ναι τους yesmen του Πεκίνου.