Εχετε υπολογίσει πόσο έχει…ταξιδέψει το χριστουγεννιάτικο μενού που έχετε επιλέξει να μαγειρέψετε, πριν καν φτάσει στο πιάτο σας; Ξέρατε ότι κάποια από τα υλικά που θα χρησιμοποιήσετε έχουν διανύσει ακόμη και 12.500 χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουν στο γιορτινό σας τραπέζι; Κι όμως, κάποια από τα χριστουγεννιάτικα εδέσματα μπορεί να κάνουν και τον…γύρο του κόσμου μέχρι τελικά να καταναλωθούν.
Οι προετοιμασίες για τις γιορτές είναι στο αποκορύφωμά τους. Οι λίστες με το τι θα περιέχει το γιορτινό τραπέζι είναι σχεδόν έτοιμες. Μία βόλτα, όμως, στα σούπερ μάρκετ και τα καταστήματα τροφίμων είναι αρκετή για να διαπιστώσει κανείς πως κάποια από τα προϊόντα που θα χρησιμοποιήσει η μαγείρισσα ή ο μάγειρας του σπιτιού όχι μόνο δεν είναι ελληνικά αλλά προέρχονται από χώρες πολύ μακρυά από την Ελλάδα.
8.200 χιλιόμετρα το ταξίδι της γαλοπούλας
Ετσι, στα ψυγεία των καταστημάτων μπορεί κανείς να βρει κατεψυγμένες γαλοπούλες από τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και τη Γαλλία. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως στην πρώτη περίπτωση η…αμερικάνικη γαλοπούλα ταξίδεψε κάτι παραπάνω από 8.200 χιλιόμετρα μέχρι να φτάσει στο ελληνικό τραπέζι. Οι εναλλακτικές χριστουγεννιάτικες προτάσεις του μοσχαριού, της πάπιας ή του αγριογούρουνο δεν είναι λιγότερο…ταξιδιάρικες, αφού θα χρειαστεί να καλύψουν τις χιλιομετρικές αποστάσεις από τη Γαλλία, τη Δανία και την Ουγγαρία.
Και ο κατάλογος δε σταματά εκεί, αφού ακόμη και πιο…απλά υλικά που χρησιμοποιούνται κατά κόρον αυτή την περίοδο αναγράφουν στις ετικέτες τους άλλη – πλην της Ελλάδας – χώρα προέλευσης: Βρασμένα κάστανα Γαλλίας, αποξηραμένα βερίκοκα και σταφίδες Τουρκίας, σάλτσα από μύρτιλλα Αγγλίας, πατάτες Αιγύπτου, καρυδόψιχα Κίνας, κουκουνάρι Ταϊλάνδης και σουσάμι Ινδίας.
Είναι ενδεικτικό πως ένα χριστουγεννιάτικο γεύμα, βάσει μελετών, μπορεί να έχει κάνει περισσότερες από 10 φορές το γύρο του κόσμου πριν φτάσει στα πιάτα. Κι αυτό γιατί πολλά από τα υλικά της αγοράς έχουν διανύσει χιλιάδες χιλιόμετρα. Μάλιστα, εκτιμάται πως ένα πλήρες χριστουγεννιάτικο γεύμα με τρόφιμα και προϊόντα εισαγωγής θα μπορούσε να έχει…ταξιδέψει ακόμη και 400.000 χιλιόμετρα!
«Είναι γεγονός ότι τις τελευταίες δεκαετίες έχει “χτιστεί” ένας λανθασμένος τρόπος για το πώς θα “πρέπει” να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα και τι θα πρέπει να περιλαμβάνει το εορταστικό τραπέζι. Είναι κυρίως θέμα μάρκετινγκ των εταιρειών. Ετσι, μας “προτείνεται” ένα πιο εξωτικό, πιο ιδιαίτερο και έξω πολλές φορές από τα ελληνικά δεδομένα, μενού. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως ακόμη και η γαλοπούλα που έχει καθιερωθεί και στη χώρα μας ως ένα κατεξοχήν γιορτινό πιάτο, μας έχει έρθει από την Αμερική», επισημαίνει ο υπεύθυνος προγραμμάτων ευαισθητοποίησης της WWF Ελλάς, Αχιλλέας Πληθάρας.
Σύμφωνα με μελέτες, το τυπικό γεύμα ενός Αμερικανού έχει υλικά που προέρχονται από τουλάχιστον πέντε ξένες χώρες, αριθμός που σαφώς θα αυξάνεται κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου.
Και μπορεί σήμερα να φαίνεται – συγκριτικά με άλλες εποχές – δεδομένη η εισαγωγή από άλλες χώρες των θεωρούμενων πιο…εξωτικών προϊόντων, όπως η ζάχαρη, ο καφές, η σοκολάτα και το τσάι, πλέον, όμως, ταξιδεύουν χιλιάδες χιλιόμετρα μέχρι να βρεθούν στα ράφια των καταστημάτων και τρόφιμα που η Ελλάδα παράγει. Λεμόνια από την Αργεντινή, ρόδια από τη Χιλή, σταφίδες από την Τουρκία.
Ενεργοβόρος ο γύρος του κόσμου
Τελικά, ποιο είναι το πρόβλημα να έχουμε στο τραπέζι μας τρόφιμα και προϊόντα που έχουν ταξιδέψει από διάφορες γωνιές του κόσμου; Δεν είναι μόνο ηθικό – από τη στιγμή που η χώρα μας μπορεί να τα παράγει – αλλά και περιβαλλοντικό, λένε οι ειδικοί.
Κι αυτό γιατί το οικολογικό αποτύπωμα των εισαγόμενων τροφίμων είναι μεγάλο και ενεργοβόρο. «Τα φτηνά εργατικά χέρια και οι μαζικές παραγωγές έχουν κάνει αρκετές εταιρείες στο χώρο των τροφίμων να κοιτούν προς ξένες παραγωγές χώρες».
Το πρόβλημα, όμως, ξεκινά όταν αυτά τα προϊόντα χρειάζεται να μεταφερθούν από τη χώρα παραγωγής τους στη χώρα όπου τελικά θα πωληθούν. Με φορτηγά, πλοία και κυρίως αεροπλάνα φτάνουν και στη χώρα μας, καταγράφοντας σπατάλη ενέργειας και κάνοντας κακό στο περιβάλλον.
Είναι ενδεικτικό, βάσει των στοιχείων της WWF Ελλάς, πιο φιλικό προς το περιβάλλον μέσο μεταφοράς είναι το πλοίο, καθώς υπολογίζεται πως οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ανά τονοχιλιόμετρο (μεταφορά φορτίου βάρους ενός τόνου σε απόσταση ενός χιλιομέτρου) είναι 20 γραμμάρια. Η αντίστοιχη αναλογία για τη μεταφορά προϊόντων με φορτηγό είναι 300 γραμμάρια διοξειδίου του άνθρακα ανά τονοχιλιόμετρο. Σαφώς πιο επιβαρυντικές για το περιβάλλον είναι οι αερομεταφορές με τα στοιχεία να κάνουν λόγο για επιβάρυνση που εκτιμάται σε 700 – 1.700 γραμμάρια διοξειδίου του άνθρακα ανά τονοχιλιόμετρο.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Μεγάλης Βρετανίας, όπου οι αεροπορικές μεταφορές τροφίμων είναι από τις βασικότερες πηγές εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στη βρετανική τροφική αλυσίδα. Εκτιμάται πως εκπέμπουν περίπου 2 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα ετησίως. Σύμφωνα με βρετανικές μελέτες, αν τα είδη διατροφής αγοράζονται τοπικά – χωρίς να υπάρχει μεταφορικό κόστος – η εξοικονόμηση θα είναι 16 εκατομμύρια τόνοι διοξειδίου του άνθρακα το χρόνο.
Οπως επισημαίνει ο κ Πληθάρας, γενικά θεωρείται ότι το αποτύπωμα των μεταφορών αποτελεί το 11% του συνολικού αποτυπώματος της διατροφής. Αυτό, όμως, διαφέρει από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα, το αποτύπωμα των μεταφορών εισαγόμενης ντομάτας στη Σουηδία είναι πολύ μικρό. «Πράγμα λογικό καθώς σε αντίθετη περίπτωση η ποσότητα ενέργειας που πρέπει να δαπανηθεί στη Σουηδία – αλλά και στις άλλες βόρειες χώρες – προκειμένου να λειτουργήσουν τα θερμοκήπια που βγάζουν τις ντομάτες είναι πολύ μεγαλύτερη. Ετσι, είναι προτιμότερο για τη Σουηδία να εισάγει για παράδειγμα από την Ισπανία παρά να τα παράγει επιτόπου. Αυτό εννοείται ότι δεν ισχύει στην Ελλάδα. Το αντίθετο, μάλιστα. Η χώρα μας είναι παράδεισος για φρούτα και λαχανικά».
«Επιλέγουμε εποχικά και τοπικά τρόφιμα»
Για τους ειδικούς, αυτό που έχει μεγάλη σημασία – εκτός από την αποφυγή των ενεργοβόρων μεταφορών των προϊόντων – είναι η σωστή επιλογή των τροφίμων «ώστε να κάνουν καλό και στην υγεία μας αλλά και στο περιβάλλον. Η υιοθέτηση της μεσογειακής διατροφής, που προβλέπει μειωμένη κατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών και η καθημερινή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών είναι ευεργετική για την υγεία μας. Είναι, όμως, και για το περιβάλλον καθώς το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των φρούτων και των λαχανικών είναι πολύ μικρότερο από αυτό του κρέατος – ιδιαίτερα του βοδινού – και των γαλακτοκομικών» τονίζει ο Αχιλλέας Πληθάρας.
Για την παραγωγή ενός κιλού βοδινού κρέατος εκπέμπονται 30,4 κιλά ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα και καταναλώνονται συνολικά 15.500 λίτρα νερού σε όλα τα στάδια παραγωγής – από τη φάρμα μέχρι να φτάσει στον κρεοπώλη. Για την παρασκευή 5 κιλών μπριζόλας απαιτείται ποσότητα νερού ίση με αυτή που καταναλώνει μια οικογένεια όλο τον χρόνο. Αντίστοιχα, για την παραγωγή ενός κιλού σοκολάτας απαιτείται η κατανάλωση 24.000 λίτρων νερού.
Λύση, λοιπόν, στις αλόγιστες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που προκαλούν οι μεταφορές τροφίμων είναι, όπως επισημαίνουν για μια ακόμη φορά οργανώσεις και επιστήμονες, η επιλογή εποχικών και τοπικών προϊόντων. «Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα είναι κρίμα οι καταναλωτές να προμηθεύονται φρούτα και λαχανικά από άλλες χώρες. Γιατί λοιπόν να προτιμήσει ο έλληνας καταναλωτής, για παράδειγμα, τυρί πεκορίνο Ιταλίας και όχι πεκορίνο Αμφιλοχίας; Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα. Παράλληλα, γιατί να επιλέξουμε για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι τρόφιμα που δεν είναι στην εποχή τους; Εάν θέλουμε μέσα στον Δεκέμβριο ντομάτες, είναι λογικό να βρίσκουμε κυρίως Βελγίου ή Ολλανδίας. Εάν όμως προτιμήσουμε φρούτα και λαχανικά εποχής, είναι βέβαιο πως στις αγορές θα βρούμε ελληνικά» εξηγεί ο Αχιλλέας Πληθάρας.
Απογειώνεται η σπατάλη τροφίμων στο γιορτινό τραπέζι
Κι όμως τα δεδομένα είναι αποθαρρυντικά: Η σπατάλη τροφίμων φτάνει στο απόγειό της κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων. Οπως εξηγούν οι άνθρωποι της WWF Ελλάς, είναι κρίμα να πετιούνται τόσα τρόφιμα τη στιγμή που γύρω μας μεγαλώνει ο αριθμός των ανθρώπων που αδυνατούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες σε τροφή. «Γι’ αυτό και φέτος μπορούμε να δούμε τα Χριστούγεννα διαφορετικά και να μην πετάξουμε τίποτα, ψωνίζοντας μόνο με λίστα, χωρίς να παρασυρθούμε από τις σειρήνες των εορταστικών προσφορών. Παράλληλα, αν το χριστουγεννιάτικο τραπέζι είναι για πέντε, δεν χρειάζεται να σερβίρουμε φαγητό για δέκα. Σερβίρουμε σωστές μερίδες και ξαναγεμίζουμε τα πιάτα μας. Ακόμη κι αν περισσέψει κάτι, υπάρχουν άπειρες ιδέες για να το εκμεταλλευτούμε σε νέα πιάτα τις επόμενες ημέρες. Αγοράζουμε κρέας, αλλά με μέτρο. Η υπερκατανάλωση κρέατος δεν είναι καλή για την υγεία μας, ούτε για το περιβάλλον».