Παραμονή Χριστουγέννων 1917. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επισκέπτεται τα γραφεία της εφημερίδας «Ελεύθερος Τύπος». Επίσκεψη που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα αποτελούσε είδηση αν, πρώτον, δεν συνοδευόταν από τον νεαρό βασιλιά Αλέξανδρο, κίνηση ενδεικτική της προσπάθειας πολιτικής συναίνεσης, μετά τον εθνικό διχασμό. Και, δεύτερον, επειδή δεν είχε φτάσει μέχρι την οδό Φιλελλήνων 17 για να συζητήσει με τα στελέχη της εφημερίδας –η οποία αποτελούσε όργανο των Φιλελευθέρων –αλλά για να επισκεφθεί μια «επαναστατική» έκθεση έργων τέχνης, καθώς μέρος των γραφείων του εντύπου είχαν μετατραπεί σε γκαλερί για να φιλοξενήσουν το νέο αίμα της ελληνικής τέχνης.

Εναν αιώνα ύστερα από εκείνη την έκθεση των 13 ελλήνων καλλιτεχνών που αποτέλεσαν την Ομάδα Τέχνη, η οποία έχει ταυτιστεί με τη γέννηση του μοντερνισμού στη χώρα μας, η Εθνική Πινακοθήκη ετοιμάζεται να την ξαναστήσει. Περί τα 120 έργα συγκέντρωσε από τα 200 που αποτέλεσαν την αρχική της εκδοχή, για να συστήσει στο κοινό του 21ου αι. την ομάδα που τυπικά φαίνεται να γεννήθηκε από μια παρεξήγηση κατά την προετοιμασία της Πανελλήνιας του 1917. Ουσιαστικά όμως αποτέλεσε το ξέσπασμα της γενιάς των τριαντάρηδων που θέλησαν να δηλώσουν τις ανανεωτικές τάσεις τους και τη ρήξη με το καλλιτεχνικό κατεστημένο της εποχής. Επίσης παρατίθεται πλούσιο φωτογραφικό υλικό τεκμηρίωσης, αλλά και ψηφιακή εφαρμογή ειδικά σχεδιασμένη για την έκθεση που θα φιλοξενηθεί στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

ΟΙ ΖΩΓΡΑΦΟΙ. Ποιοι ήταν λοιπόν οι επαναστάτες του 1917; Σε ρόλο αρχηγού ο Νικόλαος Λύτρας, ο γιος του γενάρχη της Σχολής του Μονάχου Νικηφόρου Λύτρα, ο οποίος 34 ετών την εποχή εκείνη είχε καθιερωθεί ως μοντέρνος ζωγράφος με τολμηρές καινοτομίες στη δουλειά του. Στο πλευρό του συνομήλικοι και φίλοι του που είχαν γεννηθεί τη δεκαετία του 1880 κατά κύριο λόγο: από τον Κωνσταντίνο Μαλέα, τον Θεόφραστο Τριανταφυλλίδη, τον Λυκούργο Κογεβίνα και τον Οθωνα Περβολαράκη μέχρι τον μεγαλύτερο όλων Οδυσσέα Φωκά, τον βενιαμίν Περικλή Βυζάντιο και τον διάσημο αλλά ξεχασμένο εκείνα τα χρόνια Κωνσταντίνο Παρθένη. Μεταξύ άλλων, την παρέα της Ομάδας Τέχνη συμπλήρωναν και δύο γλύπτες: ο Μιχάλης Τόμπρος και ο Γρηγόριος Ζευγώλης.

Ο συνδετικός κρίκος ανάμεσά τους σε εικαστικό επίπεδο ποιος ήταν πέραν του γεγονότος ότι όλοι τους αποτελούσαν πρώην μέλη του Συνδέσμου των Ελλήνων Καλλιτεχνών, ο οποίος είχε ιδρυθεί το 1910 με πρόεδρο τον Γεώργιο Ιακωβίδη και συμμετείχαν σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες της εποχής με προεξάρχοντες τους ακαδημαϊκούς δημιουργούς; «Τα μόνα κοινά στοιχεία στα έργα της έκθεσης ήταν ο υπαιθριστικός τους χαρακτήρας, τα εαρινά τους χρώματα και τα μεταϊμπρεσιονιστικά ιδιώματα από όπου αντλούσαν κατά κύριο λόγο έμπνευση οι δημιουργοί τους» μας εξηγεί η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, η οποία επιμελείται την έκθεση σε συνεργασία με την επίτιμη διευθύντρια των συλλογών της Εθνικής Πινακοθήκης Ολγα Μεντζαφού. «Ουσιαστικά δεν πρότειναν κάτι ιδιαιτέρως ριζοσπαστικό σε σχέση με τα πρωτοποριακά κινήματα της Ευρώπης, τα οποία τα μέλη της Ομάδας Τέχνης ενδέχεται να τα αγνοούσαν ή ίσως να θεωρούσαν πως το ελληνικό κοινό δεν θα τα κατανοούσε και τα οποία καθυστέρησαν να φτάσουν στη χώρα μας. Σε κάθε περίπτωση, είχαν συναίσθηση ότι ήταν διαφορετικοί από το “παλιό” και γι’ αυτό θέλησαν να διαφοροποιηθούν».

Η υποδοχή της Ομάδας Τέχνη υπήρξε θριαμβευτική. Ο κόσμος έκανε ουρές για να δει την έκθεση, με τον Κωνσταντίνο Παρθένη να κλέβει την παράσταση. Από τα εγκαίνια κιόλας ένα έργο από κάθε καλλιτέχνη αγοράζεται με εντολή του Βενιζέλου για να κοσμήσει τη Λέσχη των Φιλελευθέρων, όπου βρίσκονται ακόμη και σήμερα και θα μεταφερθούν στην επετειακή έκθεση όπως και άλλα που έχουν καταλήξει στις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης, αλλά και αρκετά ακόμη (έχει εντοπιστεί το 70% των έργων που θα εκτεθούν) που προέρχονται από ιδιωτικές συλλογές και έχουν επισημανθεί με τη βοήθεια και της ενδελεχούς μελέτης της Κατερίνα Περπινιώτη στο πλαίσιο σχετικής διδακτορικής διατριβής της στη Σορβόννη.

Η παρουσία της Ομάδας Τέχνη, όμως, δεν υπήρξε σημαίνουσα μόνο από καλλιτεχνική αλλά και από πολιτική άποψη. Κι αν η έκθεση της Αθήνας συνδέεται με το ενδιαφέρον της κυβέρνησης Βενιζέλου για τα προοδευτικά κινήματα στο πλαίσιο του ευρύτερου εκσυγχρονιστικού της προγράμματος, ιδιαίτερη σημασία είχε η τελευταία τους έκθεση το 1919 στο Παρίσι, που διοργανώθηκε από τον έλληνα πρωθυπουργό στο πλαίσιο του Συνεδρίου της Ειρήνης.

«Η αξία της έκθεσης του Παρισιού έγκειται στην απόφαση ενός εφυούς πολιτικού, του Ελευθέριου Βενιζέλου, να συνδέσει μια μεγάλη ιστορική στιγμή, όπως το Συνέδριο της Ειρήνης μετά το πέρας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, με ένα καλλιτεχνικό γεγονός και μάλιστα την εποχή που ο φίλος και ίσως πρότυπό του, ο Ζορζ Κλεμανσό, έπειθε τον Κλοντ Μονέ να προσφέρει στο γαλλικό κράτος τις “Νυμφαίες” του», εξηγεί η κυρία Λαμπράκη – Πλάκα.

«Επιβλητική σε μέγεθος με 200 έργα ζωγραφικής, χαρακτικής και γλυπτικής –ανάμεσα τους σχεδόν μικρές αναδρομικές των Κογεβίνα, Μαλέα και Παρθένη με 45 και 30 έργα αντιστοίχως ο καθένας. Με την έκθεση αυτή τέθηκε σε εφαρμογή ένας νόμος της κυβέρνησης των Φιλελευθέρων που προέβλεπε διοργάνωση εκθέσεων στο εξωτερικό για την προβολή της χώρας. Η εντύπωση ωστόσο ήταν αρνητική διότι οι Γάλλοι περίμεναν να δουν είτε φολκλορική τέχνη με άρωμα Ανατολής είτε κάτι αρχαιοπρεπές, όπως ομολογούν, παρότι μεμονωμένα αντιμετωπίζουν θετικά τον Λύτρα και τον Παρθένη», καταλήγει η Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα.

INFO

H έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης θα φιλοξενηθεί στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος τον Μάιο. Στην Ομάδα Τέχνη είναι αφιερωμένο και το ημερολόγιο της Εθνικής Πινακοθήκης για το 2017, το οποίο διατίθεται από τα βιβλιοπωλεία Ιανός, Πατάκη και ΜΙΕΤ προς 10 ευρώ