Το «Εν Βοδενοίς» του σπουδαίου ποιητή Μάρκου Μέσκου είναι η εξόφληση ενός προσωπικού του λογαριασμού σε σχέση με τη γενέθλια πόλη του; Οσο και αν τα δώδεκα κείμενα αυτού του βιβλίου δεν θα ήταν δυνατόν να τα έχει γράψει παρά μόνο ο δημιουργός του «Μαύρου δάσους» και της «Κομμένης γλώσσας», οποιοσδήποτε κάτοικος των Βοδενών (όπως ονομαζόταν παλιά η Εδεσσα), παλαιότερος ή νεότερος, θα αναγνωρίσει τα σημάδια μιας πόλης και των ανθρώπων της με τον τρόπο που ένας άλλος δημιουργός –πεζογράφος και ποιητής επίσης -, ο Παντελής Πρεβελάκης, ήθελε να απαθανατίσει τη δική του γενέθλια πόλη, το Ρέθεμνος της Κρήτης.
Περισσότερο βέβαια επικός και λιγότερο ανθρώπινος, σε σχέση με τον Μάρκο Μέσκο, ο Παντελής Πρεβελάκης αφού έγραφε πως το μόνο που επιδίωξε με το «Χρονικό μιας πολιτείας» ήταν να μεταβάλει το Ρέθεμνος για τους Κρητικούς «σε σημάδι αλληλογνωριμιάς τους για τον κάτω και τον πάνω κόσμο». Ενώ εμφανέστατη είναι η πρόθεση στον Μέσκο, η πόλη της Εδεσσας να ταυτιστεί ολοκληρωτικά με έναν εσμό αφανών μαρτύρων και ηρώων όπως τους διατηρεί στο προσωπικό του εικονοστάσι ο ποιητής, είτε πρόκειται για τον πολύ σημαντικό πεζογράφο Ομηρο Πέλλα, είτε για τον εντελώς άγνωστο ποιητή Θανάση Πάσχο, είτε για τους κλοσάρ των Βοδενών –κατά τον έξοχο υπότιτλο του σχετικού κειμένου, τα Βοδενά μπορεί να θεωρηθούν πιθανό σημείο συνάντησης του καταραμένου γάλλου ποιητή Φρανσουά Βιγιόν με τους ζητιάνους, τους σαλεμένους και τους τρελούς, όπως ήταν οι αρχικές ονομασίες των κλοσάρ.
Οσο και αν τον Μέσκο αισθάνεσαι να τον βαραίνει η ανθρώπινη παρουσία, που η μνήμη της θα παραμείνει τόσο πιο γνήσια μέσα στον χρόνο όσο πιστότερα αποδοθεί ο κοινωνικός και ο προσωπικός ζόφος που την περιέβαλλε, ταυτόχρονα νιώθεις να οικειώνεσαι την πόλη της Εδεσσας –άλλοτε Βοδενά όπως είπαμε –με έναν τρόπο που κάνει να ηχούν σχεδόν ειδυλλιακές οι ατμόσφαιρες όπως τις συναντούμε στη Λάρισα του Μ. Καραγάτση, στη Ζάκυνθο του Γρηγορίου Ξενόπουλου και στον Πειραιά του Χρήστου Λεβάντα. Χωρίς να αμφισβητεί κανείς το βαθύ δράμα που τις στοιχειώνει.
Είναι δυνατόν μια πόλη, κατά πώς φαίνεται να πιστεύει για την Εδεσσα ο Μάρκος Μέσκος, να τη μονοπωλεί η δυστυχία, όταν ο ίδιος σε μιαν έξοχη περιγραφή του λέει: «Εχετε δει ανθισμένη αχλαδιά στην Εδεσσα; Μικρός, στρογγυλός ο καρπός (δεν είναι “κοντούλες”, δεν είναι “καμπάνες” –δεν ξέρω την καταγωγή τους) κιτρινίζει σαν ωριμάσει, κάτι πιο μεγάλο από τα ρούπκα κεράσια, φαίνονται τούφες τούφες οι καρποί στο κλωνάρι, πλάι στα στρογγυλά, επίσης, φύλλα –γλυκός στην ώρα του πολύ».
Ο Μάρκος Μέσκος δεν είναι μόνο ένας σπουδαίος ποιητής, είναι και ένας βαθιά έντιμος δημιουργός –συνδυασμό που έχουμε πάψει να τον λογαριάζουμε απαραίτητο, όσον αφορά την αποτίμηση της καλλιτεχνικής δημιουργίας –ώστε όχι μόνο να το γνωρίζει αλλά και να το ομολογεί πως όσο παρηγορητική κι αν είναι η φύση, ο άνθρωπος και η μοίρα του μετράνε πολύ περισσότερο σε σχέση με την ομορφιά ενός τόπου. Αλλά και τι τόπος, αλήθεια, η Εδεσσα! Ιση με όση θα καταλάμβανε μια επικράτεια ώστε όσοι σύχναζαν στα καφενεία της και στα βιβλιοπωλεία της, μαρτύρησαν στην περίοδο της Κατοχής στο κτίριο της Γκεστάπο ή έχασαν τις ζωές τους στον Εμφύλιο ή, τέλος, κείτονται στο νεκροταφείο της σαν να ανακαλούνται σε μιαν άλλης μορφής Δευτέρα Παρουσία από τον Μάρκο Μέσκο. Ενώ χάρη στον τρόπο με τον οποίο ο ποιητής συνθέτει τις ατμόσφαιρες των αλλοτινών εποχών, τα εκατοντάδες χαραγμένα στις σελίδες του βιβλίου του ονόματα, όσο άγνωστα και αν έχουν γίνει μέσα στον χρόνο, σαν να ανασυσταίνουν κάτι από το πάθος και την οδύνη της ένσαρκης παρουσίας τους. Σε βαθμό που όσο ζωντανή προκύπτει η φυσιογνωμία του πεζογράφου Ομηρου Πέλλα (ψευδώνυμο του Οδυσσέα Γιαννόπουλου) με τις πολλές πληροφορίες που δίνονται, εξίσου σπαρταριστή να λογαριάζεις την παρουσία του στιχουργού και συνθέτη Χρήστου Νέπκα με τα λιγοστά καίρια όμως βιογραφικά που παρατίθενται, ή σαν μυθιστορηματικό σύμβολο να ορθώνεται μπροστά στα μάτια σου, με την απλή μνεία του ονόματός του, ο ταχυδρομικός διανομέας στην Εδεσσα, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, Θωμάς Μπαγκέας.
Μάρκος Μέσκος
Εν Βοδενοίς
Εκδ. Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Εδεσσας 2016, Σελ. 102
Τιμή: 8 ευρώ