To ταξίδι στη Μόσχα ήταν μέρος της «διεθνούς επίθεσης» που υποσχέθηκε το ακροδεξιό Κόμμα της Ελευθερίας μετά την ήττα του υποψηφίου του στις προεδρικές εκλογές της Αυστρίας. Και κορυφώθηκε με την υπογραφή αυτή την εβδομάδα μιας συμφωνίας ανάμεσα στον αρχηγό του κόμματος Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε και την Ενωμένη Ρωσία, το κόμμα του Βλαντίμιρ Πούτιν δηλαδή, για τακτικές διμερείς συναντήσεις και ανταλλαγή πληροφοριών. Διόλου περίεργα όλα αυτά. Ο ρώσος πρόεδρος ενισχύει εδώ και χρόνια τα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης. Οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, για παράδειγμα, ανακάλυψαν πριν από λίγες ημέρες ότι το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν έλαβε νέο δάνειο ύψους 30 εκατομμυρίων δολαρίων από τη Μόσχα για τη χρηματοδότηση της προεκλογικής της εκστρατείας. Το deal προβλέπει ότι αν η Λεπέν εκλεγεί πρόεδρος της Γαλλίας, θα αναγνωρίσει την Κριμαία ως μέρος της Ρωσίας.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να προσεγγίσει κανείς τη χρονιά που φεύγει. Μπορεί να το κάνει μέσα από τα μεγάλα γεγονότα: το Brexit, την εκλογή του Τραμπ, τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Ακόμη πιο διδακτικό, όμως, είναι να μελετήσει τα αθόρυβα: να διαβάσει, για παράδειγμα, το εκτενές ρεπορτάζ των «Νιου Γιορκ Τάιμς» για το πώς η Ρωσία επηρέασε τις αμερικανικές εκλογές ώστε να καταλάβει πώς σκοπεύουν να κινηθούν οι άνθρωποι του Πούτιν στις εκλογές που θα γίνουν στη Γαλλία και στη Γερμανία. Το ίδιο ισχύει και για τα ελληνικά πράγματα: οι ηχηρές αντιπαραθέσεις για την αξιολόγηση που όλο τελειώνει και όλο αναβάλλεται κρύβουν το καταστρεπτικό έργο της κυβέρνησης στους τομείς της παιδείας, της Δικαιοσύνης, των μέσων ενημέρωσης. Μερικές φορές, βέβαια, τα κυβερνητικά στελέχη από την πολλή χαρά τους αυτοαποκαλύπτονται. Πρέπει να το προσέξουν γιατί συχνά συμβαίνει να τους διαψεύδει η πραγματικότητα, όπως συνέβη για παράδειγμα μ’ εκείνο το ανατριχιαστικό «bye» του Καμμένου ή τις δηλώσεις του Ανδρέα Νεφελούδη για τον προαναγγελθέντα θάνατο του ΔΟΛ.
Αθόρυβο ήταν και το άρθρο που δημοσίευσαν τον περασμένο Σεπτέμβριο στη «Λιμπερασιόν» καμιά δεκαπενταριά Γάλλοι κάτω των 30 ετών που έχουν συγκροτήσει μια ομάδα με το όνομα «Καταστροφή». Δεν ήταν άρθρο, ήταν μάλλον το μανιφέστο μιας γενιάς που μεγάλωσε σε ένα τέτοιο πεδίο ιδεολογικών ερειπίων και επικηδείων για τον δυτικό πολιτισμό, ώστε αποφάσισε να αποσχιστεί από την κοινωνία που της κληροδότησαν οι πρεσβύτεροι και να πάρει την τύχη της στα χέρια της. «Στην 11η Σεπτεμβρίου», έγραφαν, «ήμασταν 11 ετών. Στο λύκειο μας είπαν ότι ο Θεός, το μυθιστόρημα και η ζωγραφική πέθαναν.
Από τους τοίχους του Παρισιού μάθαμε ότι είχε πεθάνει κι ο έρωτας. Και πριν ακόμη κλείσουμε τα είκοσι χρόνια μας, μας έδωσαν να καταλάβουμε ότι είχαμε φτάσει αργά. Ο Μισέλ Ουελμπέκ μας προειδοποιούσε: “Να το θυμάστε, στην πραγματικότητα είστε ήδη νεκροί”. Αν είναι έτσι λοιπόν, θα αναγεννηθούμε όπως πιστεύουμε εμείς. Θα εφεύρουμε νέους δρόμους. Οι θέσεις είναι ήδη πιασμένες; Τόσο το χειρότερο, θα ψάξουμε αλλού. Για να παραφράσουμε τον Ιβάν από τους “Αδερφούς Καραμάζοφ”, “αφού όλα τελείωσαν, όλα επιτρέπονται”».
Ισως, πράγματι, να είναι ήδη αργά.