Αν κάθε κόμμα που σέβεται τον εαυτό του, κάνει συνέδριο για να συνοψίσει, να χαράξει στρατηγική, να κάνει ταμείο και να εκλέξει ηγεσία, με το ΚΚΕ τα πράγματα είναι ακόμη πιο σοβαρά και σύνθετα. Κι αυτό αφού παρακολουθώντας όλη τη νεότερη Ιστορία του τόπου, από το 1918 που ιδρύθηκε (ως αποτέλεσμα και επίδραση στην επικράτεια των ιδεών και των πράξεων από τη μηχανική της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917) μέχρι σήμερα το Συνέδριο του Κόμματος αντανακλά κάθε φορά και τη συγκυρία. Εξω και μέσα. Και παράλληλα αποτυπώνει τον βαθμό ετοιμότητας του κόσμου της εργασίας, την κατάσταση της Αριστεράς, την πραγματικότητα των υποτελών τάξεων –έστω και μέσα από τη διαθλαστική γραμμή της κοσμοθεωρίας του Περισσού, του «Μαρξισμού – Λενινισμού» που δοκιμάστηκε συθέμελα την περίοδο 1989-91.

Βεβαίως και κάθε φορά (κάθε τέσσερα χρόνια) όταν υπάρχει πορεία προς το Συνέδριο του ιστορικού κόμματος, οι δημοσιολόγοι, οι δημοσιογράφοι αναζητούν διαφοροποιήσεις, φράξιες, τάσεις, ομαδοποιήσεις, τριγμούς, διαφωνίες. Λογικό. Η μπετόν πρόσοψη του Περισσού και οι αρχές μυστικότητας και περιφρούρησης των συλλογικών αποφάσεων επιτείνουν ένα κλίμα πρωτόγνωρο για τους αναλυτές, που δεν έχουν εικόνα των «κομμάτων νέου τύπου» (όπως τα προσδιόρισε ο Λένιν) και του τρόπου που απορροφούν ή και πετυχαίνουν συγκερασμούς στις ενδεχόμενες διαφορετικές τάσεις.

Βεβαίως και εδώ, στην Ιστορία του ΚΚΕ είχαμε συνέδρια ή στιγμές με απίστευτη εσωκομματική διαπάλη, από τον «φραξιονισμό χωρίς αρχές» της δεκαετίας του ’20 (που έληξε με την έλευση του αυτοκρατορικού απεσταλμένου της ΕΣΣΔ Νικόλα Ζαχαριάδη το 1931) μέχρι τον «πόλεμο» του 13ου Συνεδρίου (19-24 Φεβρουαρίου 1991) όπου δοκιμάστηκε η ίδια η υπόσταση του Κόμματος.

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ. Πριν από έξι ημέρες δόθηκαν στη δημοσιότητα οι Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για το 20ό Συνέδριο, που θα γίνει από 30 Μαρτίου έως 2 Απριλίου 2017. Οπως συνέβαινε πάντα, η όλη διαδικασία των Θέσεων (106 σελίδες) που θα τεθούν προς ψήφιση στις Κομματικές Οργανώσεις Βάσης σε όλη την Ελλάδα, συμπεριλαμβάνει ένα πλατύ πολιτικό άνοιγμα του ΚΚΕ με τη διακίνησή τους. Παράλληλα, θα διεξάγεται και ο προσυνεδριακός διάλογος στα μέσα του Κόμματος. Εδώ, ως συνήθως, ο προσεκτικός και σοβαρός παρατηρητής θα μπορεί να ανιχνεύσει (με πολλή μελέτη και σημειολογία συχνά) τα πεδία «αντιπαράθεσης» ή και «διαφωνιών», τονίζουμε όμως: χωρίς καμία ομοιότητα με τις διαφωνίες ή τριβές που παρατηρούνται στα «αστικά» κόμματα. Τα τελευταία συχνά είναι πεδία αντιπαράθεσης αρχηγικών τάσεων και όχι διένεξης διαφορετικών ιδεολογικών προσεγγίσεων. Από το 16ο μέχρι το 19ο Συνέδριο του ΚΚΕ, για παράδειγμα, οι παροικούντες την «αριστερή» Ιερουσαλήμ παρατήρησαν τις διαφορετικές θεάσεις εντός του Κόμματος για τη θέση της Ελλάδας στο «ιμπεριαλιστικό σύστημα». Είναι μια χώρα «μικροϊμπεριαλιστική» με ενεργό συμμετοχή εκ μέρους της αστικής της τάξης στους σχεδιασμούς των ελίτ διεθνώς και στα Βαλκάνια ή παραμένει ενδιάμεση και εξαρτημένη και άρα σηκώνει μέτωπα εθνικά για την απαλλαγή των εξαρτήσεών της από τους δυνάστες; Σήμερα, στην πορεία προς το 20ό Συνέδριο, έχει μεγάλη σημασία να σταθούμε σε ορισμένα σημεία, ποιοτικά διαφορετικά ή νέα σε σχέση με το πώς εκτιμά ο Περισσός την κατάσταση (αφήνουμε έξω τα καθήκοντα για ισχυροποίηση του Κόμματος, που αποτελούν βέβαια τις αιχμές μιας στρατηγικής αυτοτέλειας και παρέμβασης, που για πολλούς όμως ξεχειλίζει από αυτοαναφορικότητα).

Στόχος, για παράδειγμα, που ιεραρχεί η «αστική τάξη» στην Ελλάδα –κατ’ εκτίμηση του ΚΚΕ και μεταξύ άλλων στόχων –είναι η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, γενικότερα των όρων εξυπηρέτησης της κρατικής χρηματοδότησης από το εξωτερικό, για να σταθεροποιηθεί και να επιταχυνθεί η πορεία εξόδου της ελληνικής οικονομίας από τη φάση της καπιταλιστικής κρίσης. Ηδη πάντως έχει πυροδοτήσει συζήτηση η θέση του ΚΚΕ και η περιγραφή του Αιγαίου και της Θράκης ως τα πιθανά πεδία πολεμικής σύγκρουσης ανάμεσα στις αστικές τάξεις των γειτονικών κρατών Ελλάδας και Τουρκίας.

ΔΙΠΛΗ ΠΑΛΗ. Στη Θέση 44, το ΚΚΕ προχωρά τολμηρά για τα δεδομένα του αναφέροντας πως «σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής της Ελλάδας σε ιμπεριαλιστικό πόλεμο και σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, το Κόμμα πρέπει –υπερασπιζόμενο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του ελληνικού λαού –να ηγηθεί στην οργάνωση της εργατικής – λαϊκής πάλης για να βγει η Ελλάδα από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Αυτό προϋποθέτει όχι μόνο να ηττηθεί ο όποιος πιθανός ιμπεριαλιστής εισβολέας –είτε είναι προσωρινός σύμμαχος είτε είναι προσωρινός αντίπαλος της αστικής τάξης της χώρας –αλλά να ηττηθεί ολοκληρωτικά και η ίδια η εγχώρια αστική τάξη». Μια προσέγγιση που διαφοροποιείται από μετωπικές εθνικοανεξαρτησιακές λογικές τύπου ΕΑΜ, όπως σημειώνουν οι επικριτές από τα αριστερά του ΚΚΕ.

Ενδιαφέρον επίσης έχει πως το κείμενο των Θέσεων σημειώνει ότι η ελληνική οικονομία τείνει να περάσει σε αναιμική ανάκαμψη το 2017. Αξίζει να θυμίσουμε πως επειδή από το προηγούμενο Συνέδριο έχει μεσολαβήσει μια τεράστια εξέλιξη, η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στο φόντο της τάσης συγκέντρωσης – συγκεντροποίησης της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας και των τάσεων ενίσχυσης της απόλυτης εξαθλίωσης της εργατικής τάξης –όπως διαβάζουμε στις Θέσεις –το ΚΚΕ σημειώνει την «αντιλαϊκή νομοθετική αποφασιστικότητα της κυβέρνησης Τσίπρα στη στήριξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας». Και κάτι ακόμη που έχει σημασία: η Νέα Δημοκρατία «δεν έχει ακόμη τη δύναμη να λειτουργήσει ως άμεση επιλογή αντικατάστασης της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ». Το ΚΚΕ επίσης στέκεται στην ύπαρξη του ευρωσκεπτικιστικού ρεύματος και στην Ελλάδα, αλλά σημειώνει τη μη σταθερότητα και την αντιφατικότητά του. Εδώ, αποκτά ειδική βαρύτητα η εκτίμηση του Περισσού πως η «αστική τάξη θέλει μια εφεδρεία με τα χαρακτηριστικά της Χρυσής Αυγής, αλλά πιο μετριοπαθή, για να χρησιμοποιηθεί πιο αποτελεσματικά στο χτύπημα του κινήματος και στον αντικομουνισμό». Το μεγάλο στοίχημα του ΚΚΕ και της νέας ΚΕ του –σύμφωνα με πληροφορίες θα επανεκλεγεί γενικός γραμματέας ο Δημήτρης Κουτσούμπας –είναι, πέραν της ύπαρξής του, και η παρέμβασή του σε ένα νέο τοπίο όπου στη μέση συνείδηση μέρος της Αριστεράς κυβερνά με όλες τις αντιφάσεις της ή σε ένα τοπίο όπου οι «απ’ τα κάτω» ακόμη είναι βυθισμένοι στην ανάθεση και στο μούδιασμα.