Εναν μήνα αφότου η Ανγκελα Μέρκελ ανακοίνωσε την πρόθεσή της να διεκδικήσει τέταρτη θητεία τον Σεπτέμβριο του 2017, η τρομοκρατική επίθεση με τους 12 νεκρούς και τους 48 τραυματισμένους στη χριστουγεννιάτικη αγορά της Μπράιντσαϊντπλατς στο κέντρο του Βερολίνου, το φονικότερο χτύπημα στη Γερμανία για το οποίο έχει αναλάβει ποτέ την ευθύνη η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος, άνοιξε εκ νέου στη χώρα μια συζήτηση που η καγκελάριος επιδίωκε πάση θυσία να κλείσει. Αυτή που ορκιζόταν εδώ και εβδομάδες πως «η κατάσταση που γνωρίσαμε το 2015 δεν θα επαναληφθεί», με άλλα λόγια ότι η ανησυχία την οποία πυροδότησε στη χώρα η άφιξη εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων μέσα σε λίγους μήνες δεν είχε πλέον λόγο ύπαρξης, βρίσκεται και πάλι σήμερα σε θέση κατηγορουμένης –τόσο από την Ακροδεξιά, την Εναλλακτική για τη Γερμανία που είδε στην επίθεση την επιβεβαίωση της αντιμεταναστευτικής και ισλαμοφοβικής ρητορικής της, όσο και από τη δεξιά πτέρυγα της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας της, ιδιαίτερα τους βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές, που εκτιμούν ότι πλέον βρίσκονται, περισσότερο από ποτέ, σε θέση ισχύος ώστε να της επιβάλουν τις θέσεις τους.

Παρά τις εκκλήσεις της Μέρκελ και του γερμανού προέδρου Γιόαχιμ Γκάουκ για ενότητα, είναι πλέον προφανές πως απέναντι στην τρομοκρατία δεν υπάρχει μία αλλά τουλάχιστον δύο Γερμανίες. Και η απειλή είναι πάντα παρούσα. «Ολοι οι διαθέσιμοι αξιωματικοί είναι έξω στους δρόμους» διαβεβαίωνε χθες γερμανός αξιωματούχος. Αναζητούσαν τον άνθρωπο που έριξε, όπως εκτιμούν, ένα φορτηγό 38 τόνων πάνω στους ανυποψίαστους πολίτες που απολάμβαναν τη χριστουγεννιάτικη αγορά: τον 24χρονο Τυνήσιο Ανίς Αμρί. «Πιθανόν να είναι επικίνδυνος και οπλισμένος» επισήμανε η γερμανική εισαγγελία στο ένταλμα σύλληψης που εξέδωσε, με ισχύ όχι μόνο στη Γερμανία αλλά σε ολόκληρη τη ζώνη Σένγκεν προσφέροντας μάλιστα αμοιβή 100.000 ευρώ για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στον εντοπισμό του.

Ο Αμρί φέρεται να έφτασε στη Γερμανία τον Ιούνιο του 2015, έχοντας ζήσει παράτυπα για τρία χρόνια στην Ιταλία. Είχε αλλάξει πολλές φορές τόπο διαμονής, περνώντας από τη Βάδη-Βυρτεμβέργη στη Ρηνανία-Βόρεια Βεστφαλία και έπειτα, από τον περασμένο Φεβρουάριο, στο Βερολίνο. Η αίτηση ασύλου που είχε καταθέσει είχε απορριφθεί τον Ιούνιο του 2016, δεν απελάθηκε ωστόσο από τη Γερμανία καθώς δεν διέθετε έγκυρα ταξιδιωτικά έγγραφα από την πατρίδα του και αρχικά η Τυνησία αρνούνταν πως ήταν υπήκοός της –τακτική συνήθης που έχει προκαλέσει πολλές φορές τριβές ανάμεσα στη Γερμανία και στις χώρες του Μάγρεμπ. Ο Αμρί παρουσιαζόταν λοιπόν με πολλές διαφορετικές ταυτότητες και πλέον αποκαλύπτεται ότι «είχε σχέσεις με ισλαμικούς – σαλαφιστικούς κύκλους». Υπήρχαν υποψίες, και πριν από την επίθεση στο Βερολίνο, ότι προετοίμαζε κάποια επίθεση και είχε ειδοποιηθεί σχετικά το γερμανικό κέντρο καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Εβαλε όμως την υπόθεση στο αρχείο τον περασμένο Σεπτέμβριο λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων. Οι Αρχές κατάφεραν να τον συνδέσουν με την επίθεση χάρη σε ένα έγγραφο ταυτότητας που βρέθηκε στην καμπίνα του φορτηγού, δίπλα στη σορό του πολωνού οδηγού που προσπάθησε μέχρι τέλους, όπως φαίνεται, να εμποδίσει την επίθεση.

Απέναντι σε εκείνους που εκτιμούν ότι πλέον η Γερμανία βρίσκεται «σε πόλεμο» και αυτό σημαίνει νέες νομοθετικές διατάξεις, η Ανγκελα Μέρκελ απαντά ότι ο δράστης της επίθεσης «θα τιμωρηθεί με τη μεγαλύτερη αυστηρότητα» αλλά «στο πλαίσιο του σεβασμού των νόμων μας». Απέναντι σε εκείνους που στηλιτεύουν την πολιτική των ανοιχτών συνόρων που υιοθέτησε, αναγνωρίζει πως «θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο για εμάς αν επιβεβαιωθεί ότι αυτή η πράξη διαπράχθηκε από κάποιον που ζήτησε στη Γερμανία προστασία και άσυλο», ζητεί όμως παράλληλα να μην μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι «εκείνοι, οι πολλοί, που αξίζουν την προστασία μας». Η Ανγκελα Μέρκελ δείχνει αποφασισμένη να μην παρεκκλίνει από τη γραμμή που έχει χαράξει. Στις παρυφές της εκλογικής μάχης, ωστόσο, η θέση στην οποία την έριξε η επίθεση στην Μπράιντσαϊντπλατς είναι η χειρότερη που θα μπορούσε να είχε φανταστεί όπως επισημαίνει η «Μοντ».